Ιωάννα Καρυστιάνη - Χίλιες Ανάσες

Μπροστά σε ένα κοινό συμμετοχικό και συγκινημένο από τον πλούτο των συναισθημάτων που γεννά η λογοτεχνική γραφή της Ιωάννας Καρυστιάνη έγινε η παρουσίαση του νέου μυθιστορήματός της "Χίλιες Ανάσες", στο Στέκι της Πολιτιστικής Κίνησης Ν. Ροδόπης, την Πέμπτη 9 Μαΐου 2019 ώρα 7.30 μ.μ. Στην εκδήλωση ήταν παρών και ο Σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης.

Μιλώντας για το βιβλίο η Σοφία Βούλγαρη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, εστίασε στις πολλαπλές αναγνώσεις - προσεγγίσεις που επιτρέπει η ιδιαίτερη γραφή της Ιωάννας Καρυστιάνη.
Η Δώρα Κάσσα - Παπαδοπούλου, Φιλόλογος, παρουσίασε τα μηνύματα του βιβλίου, αλλά και τον τόπο, τους χαρακτήρες, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη γυναικεία αλληλεγγύη και αγωνιστικότητα, που αναδεικνύονται από την πλοκή του.
Η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε με ευαισθησία τα ανάλογα αποσπάσματα.

Η ίδια η Συγγραφέας μίλησε για την περιπέτεια της λογοτεχνικής της δημιουργίας, που έχει ως σταθερό υπόβαθρο τις ζωές συνηθισμένων ανθρώπων και για τις ανάσες που μπορούμε να αντλούμε από τον τόπο μας, τη γλώσσα μας, τους φίλους μας αλλά και από την αγάπη, την αγωνιστικότητα, την προσφορά και την αλληλεγγύη, όταν τα δίνουμε απλόχερα.
Στο τέλος, δέχτηκε πολλές ερωτήσεις από το κοινό και απάντησε με λόγο τεκμηριωμένο, θερμό, αισθαντικό, χειμαρρώδη, σχεδόν εικαστικό, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά πόσο έμπρακτα λατρεύει και υπηρετεί τη μητρική της γλώσσα και τις ανθρωπιστικές αξίες. 

Ο Δήμος μας, διά της Προέδρου τής Δ.Κ.Ε.Π.Π.Α.Κ. κ. Νατάσας Λιβεριάδου, τίμησε τη Συγγραφέα Ιωάννα Καρυστιάνη για την παρουσία της στα Ελευθέρια Θράκης 2019 με πλακέτα και έπαινο και απηύθυνε τις θερμές του ευχαριστίες.
Θερμές ευχαριστίες απηύθυνε και η Πολιτιστική Κίνηση Ν. Ροδόπης προς τους συνδιοργανωτές της εκδήλωσης, τον Σύλλογο Εκπαιδευτικών Π.Ε. Ροδόπης "ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ", το Εργαστήριο Γλωσσολογίας ΣυνΜόρΦωΣη από το Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, τις Εκδόσεις Καστανιώτη και το Βιβλιοπωλείο ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ για την άψογη συνεργασία, που ευελπιστεί να συνεχιστεί και στο μέλλον.

Ακολουθούν κείμενα :

Α. Προλογικό Σημείωμα της Φιλολόγου Δώρας Κάσσα - Παπαδοπούλου

"Αγαπητοί φίλοι,
Σας καλωσορίζουμε εκ μέρους της Δ.Κ.Ε.Π.Π.Α.Κ., της Πολιτιστικής Κίνησης Ν. Ροδόπης, του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, του Εργαστηρίου Γλωσσολογίας ΣυνΜόρφωση του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, των Εκδόσεων Καστανιώτη και του Δημοκρίτειου Βιβλιοπωλείου.
Πέρασαν ήδη 8 χρόνια από τον Ιανουάριο του 2011, που παρουσιάσαμε εδώ, στο Στέκι της Πολιτιστικής Κίνησης, το μυθιστόρημα "Τα σακιά" της Ιωάννας Καρυστιάνη και 10 χρόνια από τότε που φιλοξενήσαμε τον Σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη και προβάλαμε στα ODEON την ταινία του "Ψυχή βαθιά", τον Νοέμβρη του 2009. 
Σήμερα με ιδιαίτερη θέρμη καλωσορίζουμε και πάλι τους αγαπημένους δημιουργούς. Τιμούν την πόλη μας με την παρουσία τους - και μάλιστα στα Ελευθέριά της - με μια διπλή εκδήλωση : 
- Απόψε με την τέχνη του λόγου η Ιωάννα Καρυστιάνη μπορεί να βρει τις ζωντανές φλέβες μας και να μας δώσει ίσως και περισσότερες από χίλιες ανάσες ζωής, ενώ
- Αύριο με την τέχνη της εικόνας ο Παντελής Βούλγαρης θα μας αποκαλύψει κρυφά και ανομολόγητα πάθη, έρωτα, χωρισμό, μοναξιά, απώλεια με φόντο το νησί της Άνδρου, που είχαν ήδη αποτυπωθεί στο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη "Μικρά Αγγλία".
Καλωσορίζουμε, επίσης, και τη Σοφία Βούλγαρη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, που συνεργάζεται με τους Συλλόγους μας για πρώτη φορά στην παρουσίαση του βιβλίου "Χίλιες Ανάσες" της Ιωάννας Καρυστιάνη. Έτσι, χάρη σ’ αυτήν τη συνωνυμία τριτώνει η παρουσία των Βούλγαρη στον χώρο αλλά και στην καρδιά μας, εφόσον αυτή η τριπλή παρουσία αποτελεί εχέγγυο αλήθειας, ποιότητας και ανθρωπιάς."

Β. Εισήγηση της Φιλολόγου Δώρας Κάσσα - Παπαδοπούλου

"Αγαπητοί φίλοι,
Ένα βιβλίο - και η Λογοτεχνία γενικά - μπορεί να μη μας λύνει τα υπαρκτά και επιτακτικά μας προβλήματα. Όπως λέει και η Ιωάννα Καρυστιάνη, δεν μπορεί να μας πληρώσει ούτε τον ΟΤΕ, ούτε τη ΔΕΗ, ούτε τον ΕΝΦΙΑ. Μπορεί, όμως, να μας μεταδώσει αξίες ζωής και μικρά κλειδιά για να ξεκλειδώνουμε και να απελευθερώνουμε από μέσα μας θετικά συναισθήματα για τον εαυτό μας και για τους άλλους. Και έτσι να νιώθουμε πως θέλουμε να αγαπάμε, να σεβόμαστε, να ευγνωμονούμε, να χαιρόμαστε τα μικρά όμορφα πράγματα, να επιλέγουμε το μαζί και τη συμπόρευση με φίλους ως αντίδοτα στο μαύρο της εποχής, στις δυσκολίες, στις απώλειες.
Τέτοιο ακριβώς βιβλίο είναι οι "Χίλιες Ανάσες" της Ιωάννας Καρυστιάνη. Και γι’ αυτό επέλεξα να μιλήσω από καρδιάς και όχι ως Φιλόλογος. Ανάσες θεωρεί η Καρυστιάνη όλα τα πρόσωπα και όλα τα πράγματα που αγαπάμε βαθιά και ειλικρινά, τα οποία όμως εγγράφονται μέσα στη ζωή μας καθημερινά και ίσως επαναλαμβανόμενα, με αποτέλεσμα να μην τα εκτιμάμε όσο πρέπει. Μας προτείνει, λοιπόν, να τα επανεκτιμήσουμε και να τα νοηματοδοτήσουμε εκ νέου, ώστε να βρούμε νέα αποθέματα απαντοχής, αγάπης, δύναμης και αγωνιστικότητας. Γιατί όπως επαναλαμβάνει με έμφαση η Συγγραφέας "έχω ανάγκη να αγαπώ κι ας αγαπώ και λάθος". Γιατί αν δεν αγαπάς, αφήνεσαι και, όταν αφήνεσαι, δεν αγωνίζεσαι μαζί με τους άλλους αλλά παρασύρεσαι στην κοίτη της δύσκολης πραγματικότητας μαζί με τα απόνερα και τα σκουπίδια.
Το Φθινόπωρο του 2018, όταν διάβασα τις "Χίλιες Ανάσες", δεν είχα πολλά αποθέματα αγωνιστικότητας και αισιοδοξίας. Δεν είχα σχεδόν ανάσα. Οι πυρκαγιές του Ιουλίου στην Αττική με τα 101 θύματα και τους δεκάδες τραυματίες είχαν ρίξει σε βαριά κατάθλιψη και οδύνη όλη τη χώρα κι εγώ δεν αποτελούσα εξαίρεση. Ωστόσο, στο μικρό Κουκούτσι, ένα Κυκλαδονήσι - επινόηση της φαντασίας της Καρυστιάνη βρήκα απανέμι και στη δράση των ηρώων της βρήκα απαντήσεις σε δυο πιεστικά ερωτήματα, πώς να διαχειριζόμαστε τις απώλειες της ζωής μας και πώς σε τελική ανάλυση να γερνάμε...

[Στο σημείο αυτό η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε αποσπάσματα από τις σελίδες 36-37-38 | Ο Τόπος - Το νησί Κουκούτσι, που μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο]

...Το Κουκούτσι είναι τόπος μικρός αλλά όχι ασήμαντος. Αρκεί να ζουν άνθρωποι, λέει η Καρυστιάνη, και το μικρό μέρος γίνεται σημαντικό. Πράγματι, στο Κουκούτσι ζουν άνθρωποι ταπεινοί αλλά όχι ταπεινωμένοι. Βασικοί ήρωες 
η Πηγή Βογιατζή, Πρακτική Μηχανικός αυτοκινήτων, 
η κόρη της Αμαλία, κορίτσι του σήμερα που μιλά με παρρησία,
οι δυο φίλες και συμμαθήτριες της Πηγής, Πόπη - μεταφράστρια και Πέπη - αγρότισσα,
ο ξάδελφος Θοδωρής,
ένας Μακεδόνας αστυνομικός,
ο μπαξεβάνης Ισίδωρος,
ο Αγιογράφος Ηλίας, και
άλλοι δευτερεύοντες χαρακτήρες, ντόπιοι, ξένοι και οικονομικοί μετανάστες ζουν, κινούνται και συνδιαμορφώνουν την τοιχογραφία που λέγεται ανθρώπινη περιπέτεια...

[Στο σημείο αυτό η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε αποσπάσματα από τις σελίδες 82-83-94-95 | Ανθρώπινες σχέσεις,  που μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο]

...Ανάμεσα στους ζωντανούς σημαντικό ρόλο παίζουν και δύο νεκροί.
Ο Στέλιος Βογιατζής, 57 ετών άντρας της Πηγής, που τον κατάπιε το Αιγαίο, στις 27 Αυγούστου του 2015, όταν εκείνος έπεσε από τον Φουντωτό Βράχο - γκρεμό του νησιού κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, και η 18χρονη Νίνα.
Η Νίνα σκοτώθηκε σε ατύχημα στο ίδιο σημείο πριν από 40 χρόνια, το μακρινό Καλοκαίρι του 1975, όταν βρισκόταν στο απόγειο της εκτυφλωτικής εφηβείας της και ταυτόχρονα στις καρδιές τριών φίλων και συμμαθητών της, των νεαρών τότε Στέλιου, Ισίδωρου και Ηλία. 
Οι επισκέψεις μέσω της μνήμης αυτών των νεκρών, του Στέλιου και της Νίνας, στις ζωές των ζωντανών δίνουν τα κλειδιά που ξεκλειδώνουν την πλοκή του μυθιστορήματος και δίνουν την ώθηση στους ζωντανούς να ψάξουν και να μάθουν ποιοι είναι, πού να είναι και με ποιους να είναι...

[Στο σημείο αυτό η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε αποσπάσματα από τις σελίδες 139-140-141 | Τα έργα των χεριών του Στέλιουπου μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο] 

...Δίπλα στην Πηγή, που θα αναγνωρίσει παρά τις αμφιβολίες της για άντρα της τη σορό που βρέθηκε στα δίχτυα ενός ψαρά, στα ανοιχτά της Σύρας, μετά από δυόμιση μαρτυρικούς μήνες, υπάρχουν οι φίλες και συμμαθήτριές της Πόπη και Πέπη. Οι τρεις τους, Πηγή, Πόπη, Πέπη, παρόλο που αποτελούν τριάδα αδιάσπαστη, είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Η Πηγή λιτή, ορθολογική, ένα μονάχα πέταγμα επιτρέπει στην ψυχή της, τον έρωτά της για τον άντρα της Στέλιο. Η Πόπη είναι διανοούμενη και μαγεύεται από τη Λογοτεχνία. Άλλωστε, εργάζεται ως μεταφράστρια σε μεγάλο Εκδοτικό Οίκο. Η αγρότισσα Πέπη μαγεύεται από τον Κινηματογράφο και ταυτίζεται με τους ρόλους των ηθοποιών που λατρεύει. Τις ενώνουν ο αυτοσαρκασμός τους, οι απώλειες που υφίστανται, το ερωτικό σκίρτημα στο οποίο λιγότερο ή περισσότερο ενδίδουν και το γεγονός ότι δεν παύουν να στηρίζουν η μία την άλλη και να αποζητούν ανάσες ζωής. 
Σε πείσμα του θανάτου που τις κυκλώνει από παντού, σε πείσμα του χρόνου που περνάει αμείλικτα, σε πείσμα των ανώφελων ανταγωνισμών με νεκρούς και ζωντανούς τα τρία Π, Πηγή, Πόπη, Πέπη, μένουν όρθιες χάρη στην αλληλεγγύη και στις ανάσες ζωής που αντλούν είτε από τους ανθρώπους που αγαπούν, είτε από τη φύση, είτε από τις ταινίες, είτε από τον έρωτα...

[Στο σημείο αυτό η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε αποσπάσματα από τη σελίδα 315 | Πηγή, Πόπη, Πέπη - Γυναικεία αλληλεγγύηπου μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο] 

...Πλάι στην Πηγή στέκεται και κόρη της Αμαλία, σύγχρονο κορίτσι με ευαισθησία πολιτική και κοινωνική. Συγκλονισμένη από τον θάνατο του πατέρα της, στα όρια της αντοχής της από την ανεργία πηγαίνει στη Σάμο, εθελόντρια στο Προσφυγικό. Και εκεί ωριμάζει απότομα. Για την Αμαλία είναι ξεκάθαρο ότι η επανάσταση έμεινε στο ράφι, οπότε μια αλληλεγγύη μάς έμεινε για την τιμή των όπλων. Γι’ αυτό και την προσφέρει ολόψυχα ειδικά στα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα. Η Αμαλία ως νέος άνθρωπος έχει το δικό της όραμα για τη ζωή...

[Στο σημείο αυτό η Σούλα Κυρατζόγλου διάβασε αποσπάσματα από τις σελίδες 316-317 | Το όραμα για τη ζωή της Αμαλίαςπου μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο] 

...Αγαπητοί φίλοι, δεν θα μιλήσω για το πόσες αναγνώσεις μπορεί να επιχειρήσει κανείς στο μυθιστόρημα "Χίλιες Ανάσες" της Ιωάννας Καρυστιάνη ούτε για τη χειμαρρώδη, αισθαντική, σχεδόν εικαστική γλώσσα την τόσο συμβατή με το θέμα του βιβλίου και με τους χαρακτήρες των ηρώων, για να μην μπω στα χωράφια της κυρίας Βούλγαρη. Αν σας κούρασα, ζητώ συγγνώμη. Το έκανα από αγάπη και ενθουσιασμό.
Σας ευχαριστώ από καρδιάς, όπως ευχαριστώ θερμά τη Σούλα Κυρατζόγλου, που με την ανάγνωσή της μάς μύησε στον λόγο της Ιωάννας Καρυστιάνη και τη Χριστίνα Αποστολίδου για το καλαίσθητο σκηνικό."

Γ. Εισήγηση της Σοφίας Βούλγαρη, Επίκουρης Καθηγήτριας Νεοελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης

"Ένα βιβλίο, χίλιες ανάσες : 
για το τελευταίο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη


Ας προσπαθήσουμε να ορίσουμε τι είδους μυθιστόρημα είναι το τελευταίο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη, Χίλιες ανάσες. Η κριτική έχει αναφερθεί σε κάποιους όρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να το περιγράψουν:

Ηθογραφία - τι σημαίνει αυτό; Τι σημαίνει να μιλάμε σήμερα για «ηθογραφία»; Μια αφήγηση για τον τόπο, για την ύπαιθρο, για την ελληνική περιφέρεια, την επαρχία, που τόσο αγαπά η Ιωάννα Καρυστιάνη, τόσο έχει περιπλανηθεί στα τοπία της. Μια αφήγηση που περιγράφει τα «ήθη και τα έθιμα» της υπαίθρου, τους ανθρώπους και τα παθήματα, τα πάθη τους, τις συνήθειές τους, τις συμβάσεις που ορίζουν τη ζωή και τις σχέσεις τους; 

Ναι, κατά κάποιον τρόπο ισχύει αυτό: Η πλοκή τοποθετείται σε ένα μικρό ελληνικό νησί με το σημαίνον παρατσούκλι «Κουκούτσι» (επισήμως Λιθάρι), μικρό και ασήμαντο από γεωπολιτική άποψη, και περιστρέφεται γύρω από τις ζωές και τις σχέσεις προσώπων που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, ζουν και/ή επιστρέφουν στο νησί. 

Ναι, το μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη ανοίγει έναν δημιουργικό διάλογο με την παράδοση της ελληνικής ηθογραφίας (έχει δηλώσει η ίδια ότι ο Παπαδιαμάντης είναι από τους αγαπημένους της συγγραφείς). Μάλιστα, θα έλεγα ότι όταν πρωτοεμφανίστηκε η Ιωάννα Καρυστιάνη στο λογοτεχνικό στερέωμα, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, έφερε μια σχέση με τον τόπο και το τοπίο αλλά, κυρίως, μια σχέση, μια ανανεωμένη σχέση αγάπης με την ελληνική γλώσσα, στοιχεία που ένιωθα ότι είχαν εκλείψει από τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία, η οποία έμοιαζε να αγνοεί ότι το οικουμενικό προκύπτει μέσα από το τοπικό, το παγκόσμιο μέσα από το γηγενές. 
Η γλώσσα, η πλούσια γλώσσα, μια «ασπίδα», για την Ιωάννα Καρυστιάνη, «για να αντιμετωπίζει (η ίδια, όλοι μας) τα δύσκολα», «σύμμαχος στη ζωή», και τελικά: η «ανάσα του μυαλού μας, από τις πιο σημαντικές από τις χίλιες ανάσες», στις οποίες παραπέμπει ο τίτλος του βιβλίου. 

Η αγάπη για τη γλώσσα, η δίψα για την πλούσια γλώσσα, η προσπάθεια να αποδοθούν ρεαλιστικά οι διάφορες γλώσσες, οι διάλεκτοι, οι ιδιόλεκτοι των ανθρώπων, η λειτουργική χρήση της περιγραφής του τοπίου συνδέουν τη γραφή της Ιωάννας Καρυστιάνη με έναν Παπαδιαμάντη. 
Κυρίως, όμως, εκείνο που συνδέει τα κείμενά της με την λογοτεχνία του τόπου, όπως την εγκαινίασε, ίσως, ο Παπαδιαμάντης, είναι η αίσθηση του ανήκειν, ότι ανήκεις στον τόπο, ότι ο τόπος σου ανήκει, ότι είσαι ένα με τον τόπο. Ας θυμηθούμε εδώ π.χ. τον έφηβο βοσκό στο «Υπό την βασιλικήν δρυν», ο οποίος γίνεται ένα με τα βράχια, με τη βουνά, με τα δέντρα, νιώθει αναπόσπαστο μέρος το τοπίου, ενώνεται σωματικά μαζί του, όπως ποθεί ερωτικά και το θεώρατο δέντρο – τον βοσκό που αισθάνεται κύριος του φυσικού τοπίου, χωρίς όρια, χωρίς δεσμεύσεις.
Η σχέση των ηρώων της Ιωάννας Καρυστιάνη με τον τόπο, με το τοπίο του νησιού τους, είναι βέβαια, πιο περίπλοκη, πιο πονεμένη, αλλά επιστρέφουν σε αυτό, βυθίζονται σε αυτό, με διάθεση είτε αναχωρητική, είτε νοσταλγική, είτε ενδοσκόπησης, απολογισμού και επεξεργασίας πραγμάτων που τους πονούν ή τους προκαλούν απορία, αμηχανία. 

Τι είναι ο τόπος; Ο Στέλιος, ο παρών απών στο μυθιστόρημα, νεκρός στην πραγματικότητα, αλλά ζωντανός στις αναμνήσεις και μέσα από τα ερωτήματα που θέτει η εξαφάνισή του, ένας «λιγομίλητος και θλιμμένος» δραπέτης με κρησφύγετο μέσα στη φύση, είχε πει κάποια στιγμή:

«Ο τόπος μας είναι χίλιες ανάσες»

Πού πέφτει εδώ το κέντρο βάρους; Στο «χίλιες» (δηλαδή ο τόπος μας είναι μικρός, χίλιες ανάσες όλες κι όλες) ή στο «ανάσες» (ότι ο τόπος αναπνέει, είναι χίλιες, πολλές, άπειρες, αναρίθμητες και μη μετρήσιμες, τελικά, ανάσες – ζωογόνες ανάσες);
Και μια από τις ηρωίδες, μια άλλη απούσα παρούσα, η Νίνα, μια νεαρή κοπέλα, ξένη, που ήρθε στο νησί, για να χάσει τη ζωή της εκεί, στη θάλασσα, το 1975, λέει κάποια στιγμή:
«πώς ο τόπος όπου αναπνέουμε, σκεφτόμαστε τα πάντα και ερωτευόμαστε μπορεί να είναι ασήμαντος;»

Αν σκεφτούμε ότι η γλώσσα, η πλούσια γλώσσα, είναι η πιο σημαντική ανάσα, τότε τόπος και γλώσσα συγκλίνουν ως αντίδοτα στη δύσπνοια των καιρών.

Η Ιωάννα Καρυστιάνη έχει πει το εξής, μιλώντας για τις Χίλιες ανάσες:
«πόνεσα με τα στραπάτσα των ηρώων μου και ίσως σε αυτήν τη δύσπνοια των καιρών, γυρέψαμε κάτι να καθαρίσει τα πνευμόνια, τη μια, τις δύο ... τις χίλιες ανάσες».

Άλλη προσπάθεια ορισμού του είδους στο οποίο ανήκουν οι Χίλιες ανάσες:
αστυνομικό μυθιστόρημα.
Ναι, το μυθιστόρημα της Ι.Κ. αρχίζει με αγωνία, με μυστήριο: Ο άντρας της μιας φίλης, της Πηγής, μηχανικού αυτοκινήτων στο επάγγελμα, δυναμικής και ιδιαίτερα ευαίσθητης προσωπικότητας, έχει εξαφανιστεί από τον Αύγουστο του 2015 και βρισκόμαστε μπροστά στην ανακάλυψη από ψαράδες ενός θαλασσοφαγωμένου πτώματος, αγνώριστου, το οποίο η Πηγή ταυτίζει με τον σύζυγό της. 
Είναι όμως πραγματικά, το πτώμα του Στέλιου; Και αν ο Στέλιος είναι νεκρός, τι συνέβη; Πήδηξε από τον Φουντωτό Βράχο, στο σημείο όπου σαράντα χρόνια πριν, είχε πνιγεί η Νίνα, μια κοσμοπολίτισσα έφηβη, νεοφερμένη στο νησί, με την οποία ήταν τρελά ερωτευμένοι οι τρεις άντρες φίλοι του μυθιστορήματος, ο Στέλιος, ο Ηλίας και ο Ισίδωρος (ο Στέλιος είχε σημειωτέον ήδη σχέση με την Πηγή). Η Νίνα πνίγηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, ενώ ήταν μαζί με τους τρεις φίλους, τον Σεπτέμβριο του 1975. 
Ο Στέλιος χάθηκε από ατύχημα, γλίστρησε από τον Βράχο, χτύπησε και πνίγηκε; Τον φυγάδευσαν κάποιοι; Έφυγε λοιπόν εθελοντικά, εξαφανίζοντας σκοπίμως τα ίχνη του; Αυτοκτόνησε; Τον βασάνιζε κάποια ενοχή; Κάποια αβάσταχτη λύπη; Μήπως τον έσπρωξε κάποιος; Ένας από τους άλλους δύο παλιούς φίλους, που δεν έχουν ανταλλάξει κουβέντα μεταξύ τους και με τον Στέλιο από τότε; (Σημειωτέον ότι δεν εμφανίστηκαν ούτε στη κηδεία του.) 
Παρόλο που το μυστήριο ως προς την ταυτότητα του νεκρού παραμένει (η Πηγή δεν είναι σίγουρη ότι είναι ο Στέλιος), η πλοκή αποκλιμακώνεται και προσγειώνεται στα τετριμμένα και καθημερινά, με επίκεντρο απλούς ανθρώπους, «που υπάρχουν σαν να μην υπάρχουν». 
Ο νεκρός όμως δεν είναι απλώς το σημείο εκκίνησης ενός αστυνομικού τύπου μυστηρίου – είναι ο μοχλός για την αποκάλυψη πραγμάτων αλλά και για τη νοηματοδότηση όλων των σχέσεων και της ίδιας της ζωής, της ύπαρξης, όπως έχει πει η ίδια η Ιωάννα Καρυστιάνη.

Έτσι, περνάμε στην άλλη διάσταση του μυθιστορήματος που έχει επισημάνει η κριτική, την υπαρξιακή, τη σχετική με το ερώτημα της ύπαρξης του ανθρώπου: υπαρξιστικό μυθιστόρημα λοιπόν;

Αυτή η διάσταση του αφήγησης συμπυκνώνεται ίσως στη φράση: «Δεν ξέρω πού να είμαι» – μια φράση που τη λέει ή τη σκέφτεται η Πηγή, μέσα στο καλύβι του χαμένου πια Στέλιου, έχοντας μυρίσει το φορεμένο του πουκάμισο. 

Αυτή η φράση περιγράφει εν μέρει την κατάσταση όλων των ηρώων του μυθιστορήματος, είτε πρόκειται για τις τρεις φίλες, τους τρεις φίλους, είτε για τα περιφερειακά πρόσωπα – δεν αφορά, μάλλον, την κόρη της Πηγής, την Αμαλία, την 26χρονη κοπέλα που αποφασίζει να πάει στη Σάμο να βοηθήσει εθελοντικά τους πρόσφυγες, που δεν μπορεί να δεχτεί τη σημερινή κατάσταση, που είναι αποφασισμένη να αγωνιστεί, ξεπερνώντας την ηττοπάθεια των παλιών αριστερών επαναστατών – να ξεκινήσει μια νέα επανάσταση. 

Η φράση «Δεν ξέρω πού να είμαι» μεταφράζεται: «Δεν ξέρω πού πρέπει να είμαι», «Δεν ξέρω πού θέλουν οι άλλοι να είμαι» ή «Δεν ξέρω πού θέλω εγώ να είμαι». 

Αυτή η διελκυστίνδα επιθυμίας και επιβολής, απόφασης και αναβολής, απογοήτευσης και ελπίδας, παραίτησης και ανασκουμπώματος, πόνου και παρηγοριάς, μοναξιάς και συντροφικότητας, χαρακτηρίζει το μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη στους διάφορους άξονες και τις διάφορες διαστάσεις του.

«Πού να είμαι;», ερώτημα συμπληρωματικό ή ταυτόσημο με το ερώτημα «Ποιος είμαι;», το οποίο όμως εδράζει, σφηνώνει, την ταυτότητα μέσα στον τόπο, συνενώνει το υπαρξιακό ερώτημα με το ερώτημα του χώρου, του ανήκειν.

Το μυθιστόρημα Χίλιες ανάσες μπορεί να διαβαστεί, ταυτόχρονα, ως πολιτικό σχόλιο, ως πολιτική αλληγορία, («Πού να είμαστε;» – ερώτημα που αφορά τη γενιά του Πολυτεχνείου, τη διάψευση, το χαμένο όραμα της επανάστασης), ως κοινωνική καταγραφή, έστω πλάγια και λοξά, της Ελλάδας της κρίσης (κορύφωση της κρίσης 2015-2016) ή και ως καταγραφή ατομικών συναισθημάτων – πρόκειται, πάντως, πάνω από όλα, για ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα, με πολλά ερμηνευτικά μονοπάτια και νοηματικά νήματα, που διασταυρώνονται και συμπλέκονται.

Είναι ένα μυθιστόρημα που παρατηρεί πώς η κρίση έχει επηρεάσει τις ανθρώπινες σχέσεις, που επιχειρεί, μέσω της αφήγησης, να διερευνήσει τις δυνατότητες των «ταπεινών μα όχι ταπεινωμένων ανθρώπων» να προτείνουν εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης της κρίσης, στην υπαρξιακή και αξιακή της διάσταση. 

Είναι όμως και ένα μυθιστόρημα, νομίζω, που κατεξοχήν θέτει το ερώτημα του τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα, ή τι μπορεί να σημαίνει αλήθεια και ψέμα στις ανθρώπινες σχέσεις. 
Ας αναλογιστούμε το εξής: Η Πηγή, που λάτρευε κυριολεκτικά τον Στέλιο, δεν γνωρίζει ούτε τι έγινε με τη Νίνα στον Φουντωτό Βράχο, τη μοιραία εκείνη μέρα, ούτε τι ακριβώς σχέση είχε ο Στέλιος μαζί της, ούτε μοιάζει να γνώριζε, γενικά, και τόσο καλά τον άντρα της, με τον οποίο παραμένει πάντως παράφορα ερωτευμένη. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο ίσως μυστήριο στο βιβλίο: Ποιος ήταν ο Στέλιος και πώς γίνεται να μην ξέρει η συμβία του τίποτα για αυτόν, για τα σώψυχά του; Γνωρίζουμε όμως πραγματικά τους συντρόφους μας, τους φίλους μας, τους δικούς μας – μπορεί ένας άνθρωπος να γνωρίσει, πραγματικά και σε βάθος, τον άλλον; Γνωρίζει όμως και ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του; 

Αυτή όμως η κρίσιμη ισορροπία ανάμεσα σε αυτό που είμαστε και σε αυτό που θέλουμε να είμαστε ή νομίζουμε ότι είμαστε, ανάμεσα σε αυτό που νομίζουμε ότι είναι οι άλλοι και σε αυτό «πραγματικά» είναι οι άλλοι, αυτή η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην αποτυχία και την εκπλήρωση στη ζωή, ανάμεσα στην αλήθεια και σε αυτό που επιλέγουμε να θεωρούμε αλήθεια, αυτό είναι η ζωή, αυτό είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, πρωταγωνιστής βασικός στα βιβλία της Ιωάννας Καρυστιάνη.
Το μυθιστόρημα Χίλιες ανάσες βασίζεται, όπως όλα τα καλά μυθιστορήματα, σε αυτήν την ισορροπία ανάμεσα στη συμμετρία και τη ασυμμετρία, ανάμεσα στην αποκάλυψη και την απόκρυψη, για να θέσει τον καίριο προβληματισμό σχετικά με το νόημα. Σε αυτό μας οδηγεί η παρατήρηση των σκοτεινών σημαινόντων της πλοκής: το κόκκινο σημάδι στο βράχο, το μικρό κουμπάκι σε σχήμα μήλου, από τη ζακέτα της Νίνας μάλλον, που φυλούσε ο Στέλιος, αλλά βρίσκεται και πάνω σε ένα πνιγμένο πρόσφυγα, ο ίδια η εξαφάνιση του Στέλιου – όλα σημαίνοντα χωρίς ξεκάθαρα, εκ πρώτης όψεως, σημαινόμενα.

Αν όμως το βιβλίο αυτό αποκαλύπτει μια αδιάψευστη αλήθεια, ότι το «Μαζί» υπόσχεται καλύτερες συνθήκες, ότι η μεγαλύτερη επανάσταση είναι η φιλία, η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα, αντίδοτα στην κρίση, σε κάθε είδους κρίση, τότε ένας ορισμός μόνο έχει αξία – και τον έχει δώσει η συγγραφέας του:

Το βιβλίο αυτό είναι «μια βεντάλια για να δροσίζει το μυαλό που ακόμα ζεματάει»."



Φωτογραφίες




















































Βίντεο





Αλέξανδρος Παπαδόπουλος