Τα Παραβάν, του Ζαν Ζενέ - Κριτικό σημείωμα

Μια παράσταση - σπουδή στον κόσμο του Ζαν Ζενέ.
Ο Ζαν Ζενέ, βασικός εκπρόσωπος του θεάτρου του παραλόγου, γράφει "Τα Παραβάν" κατά τη διάρκεια "της επιχείρησης διατήρησης της τάξης στην Αλγερία" από τον Γαλλικό στρατό. Ο πόλεμος αυτός, από τους σκληρότερους αντιαποικιακούς αγώνες της σύγχρονης εποχής, διήρκεσε από το 1954 έως το 1962 και κατέληξε στην ήττα των Γάλλων αποικιοκρατών και στην ανεξαρτησία της Αλγερίας. Ο Ζαν Ζενέ τον χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη, για να δημιουργήσει μια μνημειώδη τοιχογραφία της εποχής αυτής, ένα έργο επικών διαστάσεων, το τελευταίο της ζωής του και να αποτυπώσει τον ανατρεπτικό, αντισυμβατικό και εξόχως θεατρικό κόσμο του.

Ο Ζαν Ζενέ με "Τα Παραβάν", χωρίς να είναι στρατευμένος σε κάποια ιδεολογία, καταγγέλλει τους Γάλλους αποικιοκράτες για τα εγκλήματά τους, ανατρέπει τα στερεότυπα της ηθικής, του ηρωισμού, της ομορφιάς, της επανάστασης και ευαγγελίζεται - κατά τον Σκηνοθέτη της παράστασης - έναν νέο ανθρωπισμό που αγκαλιάζει τους ταπεινούς και περιθωριοποιημένους ανθρώπους, αποδεχόμενος ακόμη και τις πιο σκοτεινές πτυχές της προσωπικότητάς τους.


Για τον Σκηνοθέτη Δαμιανό Κωνσταντινίδη ήταν όνειρο ζωής να ανεβάσει στην Ελλάδα "Τα Παραβάν" του Ζαν Ζενέ. Το έργο τον είχε συγκλονίσει, όταν το είδε στο Παρίσι, το 1983, σε σκηνοθεσία Πατρίκ Σερό
Φέτος, τύχη αγαθή, το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2016, 30 χρόνια από τον θάνατο του Ζαν Ζενέ (1986) και 50 χρόνια από την πρώτη του παράσταση στο Παρίσι (1966) ενέκρινε την πρόταση του Δαμιανού Κωνσταντινίδη και ενέταξε "Τα Παραβάν" στο πρόγραμμά του, παρέχοντας σε όλους τους συντελεστές του έργου τις ικανές συνθήκες για το ανέβασμά του.

Ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης εντρύφησε στο έργο του Ζαν Ζενέ σε όλη τη μέχρι τώρα σκηνοθετική του διαδρομή. Ειδικότερα, "Τα Παραβάν" τα παρουσίασε για πρώτη φορά το 2011 σε μορφή αναλογίου στο Auditorium του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας. Είχε προηγηθεί, βέβαια, ο διετής μεταφραστικός άθλος του έργου από τις κυρίες Ειρήνη Κωστούλα - Αργυρού, Μαρία Μηνόγιαννη και Χρυσούλα Φουρνάρη με τη διεύθυνση και την επιμέλεια της Θεατρολόγου Δήμητρας Κονδυλάκη, χωρίς τον ρέοντα νεοελληνικό λόγο των οποίων δεν θα αποδίδονταν με τόση ευκρίνεια η ιδιαίτερη γλώσσα του Ζαν Ζενέ.

Έτσι, ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης, έχοντας στη διάθεσή του ατόφιο τον λόγο του Ζαν Ζενέ, 15 ηθοποιούς στους οποίους μοίρασε 100 περίπου ρόλους και 7 παραβάν με δύο όψεις, που λειτούργησαν ως σκηνικό αλλά και ως κινητήρια δύναμη της παράστασης τιθάσευσε, μαζί με την άξια βοηθό του Έλλη Μερκούρη, τον χειμαρρώδη και άναρχο κόσμο του Ζαν Ζενέ, καθιστώντας τον οικείο και κατανοητό ακόμη και στους πιο αμύητους θεατές, όπως είναι η υπογράφουσα το παρόν σημείωμα. Ειδικότερα, μέσα σε 16 εικόνες - σκηνές, που κάθε μια λειτούργησε ως αυτοτελές έργο με ξεχωριστή σκηνοθετική προσέγγιση, κίνησε τους 100 χαρακτήρες του, Άραβες και αποικιοκράτες, αποκαλύπτοντας τις σχέσεις και τις σκέψεις τους, τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις τους. Έδειξε τα ένστικτα, την οργή και το μίσος των μεν αλλά και την υποκριτική φινέτσα και τον αμοραλισμό των δε. Και όλα αυτά χωρίς να παραβλέψει το υποδόριο χιούμορ που διατρέχει το έργο. 


Οι 15 ηθοποιοί, που ανέλαβαν να υλοποιήσουν το ανέβασμα του έργου, έπαιξαν από έναν έως και δέκα (!) ρόλους διαφορετικούς, συχνά αντιφατικούς, μπαινοβγαίνοντας όχι μόνο σε κοστούμια αλλά σε πρόσωπα, καταστάσεις και νοοτροπίες. Καθένας τους είχε να επιτελέσει  και έναν διαφορετικό υποκριτικό άθλο. Έπαιξαν με την ψυχή τους και με τους χυμούς της νιότης τους, αποδεικνύοντας ότι το καλό θέατρο έχει ανάγκη κυρίως από δύο πράγματα, την ατομική αριστεία και το συντροφικό πνεύμα. Και πέτυχαν και στα δύο.
Υποκριτική υψηλών επιδόσεων και αξιώσεων επέλεξε η Δήμητρα Χατούπη ως Μητέρα. 
Η Στέλλα Βογιατζάκη (Λεΐλά, Αράβισσα) έβγαλε ποιητικότητα και τρυφερότητα ως Λεΐλά.
Με λιτά και καθαρά εκφραστικά μέσα κινήθηκε ως Σαΐντ ο πρωτοεμφανιζόμενος σε μεγάλη σκηνή Χρήστος Παπαδόπουλος (Σαΐντ, Λαρμπί, Πιέρ). 
Δυναμική και επιβλητική ως Βαρντά ήταν η Έλλη Μερκούρη (Βαρντά, Αμπιμπά, Αμέρ).
Η Δέσποινα Σαραφείδου (Υπηρέτρια, Νετζμά, Κα Μπλανκενζύ, Ομμού) με υπέροχη βαθιά φωνή μάς καθήλωσε ως Ομμού.
Εντυπωσίασε με την υποκριτική της άνεση ως Μαλικά και Βαμπ η Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου (Μαλικά, Σιγκά, Βαμπ, Κουιντέρ).
Ο Λεωνίδας Μαράκης (Μουσταφά, Ταλέμπ, Κος Μπλανκενζύ, Τραπεζίτης, Σριρ, Τζεμιλά, Μπακάλης, Σαλέμ) είχε πολλά βέλη στην υποκριτική του φαρέτρα. Έγραψε ιστορία ως Κος Μπλανκενζύ.
Ο Κίμων Κουρής (Μπραΐμ, Χαμπίμπ, Αστυνόμος, Χωροφύλακας, Φύλακας, Γάλλος στρατιώτης του 1840, Άραβας στρατιώτης Α΄, Αζούζ, Χοσσεΐν, Μπασίρ) δικαιούται τον τίτλο του δεκαθλητή, εφόσον διέπρεψε σε δέκα διαφορετικούς ρόλους. Άξιος σε όλους. Ξεχωριστός στους ρόλους του φύλακα της τάξης.  
Απολαυστικός και πειστικός σε εννέα διαφορετικούς ρόλους ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης (Αχμέντ, Σερ Χάρολντ, Καδής, Στρατηγός του 1840, Μ’χάμεντ, Αμπντσελέμ, Στρατηγός λεγεώνας, Σι Σλιμάν, Πρώτος μαχητής). Τους "κέντησε" όλους με απίστευτες ερμηνευτικές λεπτομέρειες. Τον λατρέψαμε ως  Σερ Χάρολντ.
Έβγαλε απίστευτη δύναμη και συγκλόνισε ως Καντιντζά - επαναστάτρια η Αγγελική Λεμονή (Καντιντζά, Σύζυγος χωροφύλακα),
Ήταν πολυεπίπεδος και επινοητικός σε κάθε του ρόλο ο Θύμιος Κούκιος (Μαντανί - Το στόμα, Υπολοχαγός, Ακαδημαϊκός, Μ’μπαρέκ, Λασάν, Άντρας). Μας ανατρίχιασε ως  Μαντανί - Το στόμα. Ως Υπολοχαγός υποδύθηκε με μοναδική αληθοφάνεια τον αμοραλιστή λεγεωνάριο με την επίπλαστη γαλλική φινέτσα.
Ο Ορέστης Καρύδας (Μαλίκ, Κόρη σερ Χάρολντ, Γιος σερ Χάρολντ, Λαουσίν, Λοχίας) ήταν εξαιρετικά πειστικός ως Λοχίας - φασίστας. Πέτυχε το απόλυτα παγερό βλέμμα.
Οι ηθοποιοί Ανδρέας Κανελλόπουλος (Πρέστον, Δικαστής του 1840, Καντούρ, Χέλμουτ, Άραβας στρατιώτης Β΄, Νεστώρ, Ιεραπόστολος), Φώτης Λαζάρου (Νασέρ, Ερναντέζ, Μοράλες, Ροζέ, Αξιωματούχος Άραβας, Δεύτερος μαχητής) και Λευτέρης Παπακώστας (Αμπντίλ, Βαλτέρ, Φωτορεπόρτερ, Αττράς, Φέλτον, Ζοζό, Μικρός, Τρίτος μαχητής) ήταν αεικίνητοι και πλήρως ενταγμένοι στους ρόλους τους. Ζωγράφισαν με μικρές πινελιές διαφορετικές προσωπικότητες και νοοτροπίες.
Μπράβο σε όλους!!!

Ας μου επιτραπεί, στο σημείο αυτό, να σημειώσω δυο λόγια παραπάνω για τους τρεις ηθοποιούς, που με τους ρόλους τους λειτούργησαν ως συνεκτικός ιστός των 16 σκηνών του έργου.
Η Δήμητρα Χατούπη υποδύθηκε με απίστευτο πλούτο εκφραστικών μέσων την πάμπτωχη και περιθωριακή Μητέρα του Σαΐντ. Χωρίς να είμαι ειδική, πιστεύω ότι όσες ηθοποιοί υποδυθούν στο μέλλον τον ίδιο ρόλο θα ανατρέχουν και θα μελετούν ξανά και ξανά αυτήν την πολυεπίπεδη ερμηνεία, επιχειρώντας πολλές αναγνώσεις. Μας γοήτευσε όλους.
Η Στέλλα Βογιατζάκη, ως πανάσχημη Λεϊλά - γυναίκα του Σαΐντ με μόνιμα καλυμμένο το πρόσωπό της από μια ιδιότυπη "μπούργκα", έπαιξε με μόνα εκφραστικά μέσα τη λεπτή σα μίσχο σιλουέτα της και το υπέροχο μέταλλο της φωνής της. Τα χρησιμοποίησε και τα δυο με χίλιους δυο ευφάνταστους τρόπους, αποδίδοντας μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων. Ειλικρινά τη θαυμάσαμε.
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, ο μόνος ερασιτέχνης ηθοποιός της παράστασης, έπαιξε με πολύ λιτό τρόπο και πολλή καθαρή άρθρωση τον σύνθετο ρόλο του Σαΐντ (χαρακτήρας με  αρκετά στοιχεία από την περιθωριακή και πληθωρική προσωπικότητα του Ζαν Ζενέ). Φάνηκε να δικαιώνει τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη για την επιλογή του. Τον συμπαθήσαμε.

Επιπλέον, όλοι οι ηθοποιοί κινήθηκαν πάνω στη σκηνή ή στην περίμετρό της, αποσύρθηκαν αθόρυβα, σχεδόν τελετουργικά, στο βάθος της, μετακίνησαν τα παραβάν, σκαρφάλωσαν πάνω τους, συνεργάσθηκαν και συγκρούστηκαν με ακρίβεια και θεατρικότητα σε κάθε τους βήμα, κάτι που σαφώς οφείλεται στην ειδήμονα του είδους, Ίριδα Νικολάου.

Οι συντελεστές της "όψης", Αντώνης Δαγκλίδης, Σκηνικά - Κοστούμια, Ελευθερία Ντεκώ - Φωτισμοί, Μελίνα Γλαντζή - Μακιγιάζ, Αμαλία Θεοδωροπούλου και Λένα Λέκκου - Βοηθοί σκηνογράφου, Παναγιώτης Λαζαρίδης - Κατασκευή παραβάν και Δήμητρα Παπαδημητροπούλου - Κατασκευές (μάσκες, περούκες) αναπαρέστησαν με επιτυχία τον ακραία θεατρικό και γκροτέσκο κόσμο του Ζαν Ζενέ
Πέτυχαν το αφρικανικό ανάγλυφο με τόνους άμμου, που σκόρπισαν γύρω από τη σκηνή και την "αμμοθύελλα" της ερήμου, που τη δημιούργησαν με κάποιο μηχάνημα, χρησιμοποιώντας προφανώς αβλαβές αέριο.
Πέτυχαν με τα επτά κινούμενα - διπλής όψης παραβάν και τις εικαστικές παρεμβάσεις των ηθοποιών πάνω σ’ αυτά να εξασφαλίσουν για κάθε σκηνή διαφορετικό σκηνικό, ενώ με τα μπαρόκ κοστούμια, τις περούκες και το μακιγιάζ πέτυχαν να ξεχωρίσουν ρόλους, ομάδες, τάξεις, φυλές (γαμψές πρόσθετες μύτες οι Άραβες, σηκωμένες γαλλικές μύτες οι στρατοκράτες άποικοι - ξυπόλυτοι οι Άραβες, επί κοθόρνων οι άποικοι - αχτένιστοι, βρώμικοι, έντονα μελαχρινοί και καμπουριαστοί οι Άραβες - επιμελώς χτενισμένοι, ατσαλάκωτοι, ανοιχτόχρωμοι και ευθυτενείς οι άποικοι).
Η Ελευθερία Ντεκώ με ψυχρούς και θερμούς φωτισμούς πέτυχε να ορίσει και να ξεχωρίσει ακόμη και τον κόσμο των νεκρών από τον κόσμο των ζωντανών.

Τέλος, αναφέρουμε την παρουσία επί σκηνής του Κωστή Βοζίκη, που έπαιξε ζωντανά τη μουσική του, χρησιμοποιώντας γύρω στα είκοσι όργανα. Η μουσική του γοήτευσε άλλοτε με την ένταση και άλλοτε με την υποβλητικότητά της. 
Μακάρι να την ηχογραφήσει σε cd, γιατί είχε χρώμα και ιδιαιτερότητα.







Υστερόγραφο 1
Ίσως ενέχει μεγάλη δόση υποκειμενικότητας το σημείωμά μου για την παράσταση. Φταίει η εξ αίματος συγγένειά μου με τον Σαΐντ. Ωστόσο, συμφωνώ απόλυτα με την άλλη του Μητέρα - Δήμητρα Χατούπη - όταν στο τέλος του έργου, ήδη νεκρή, ακόμη και από τον άλλο κόσμο του φωνάζει : "Σαΐντ, μην κάνεις πίσω". Αυτή πρέπει να είναι η προτροπή κάθε μητέρας προς το παιδί της, όταν αυτό πορεύεται συνειδητά, σύμφωνα με το δικό του αξιακό σύστημα.

Υστερόγραφο 2
Είθε αυτή η παράσταση - σπουδή στον κόσμο του Ζαν Ζενέ, που έστησε ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης με τους σπουδαίους συνοδοιπόρους του να πορευτεί σε άλλους τόπους και άλλους χώρους.

Δώρα Κάσσα - Παπαδοπούλου
Φιλόλογος

----------------------------------------------

Πέντε θεατρικοί συντάκτες του Artic (artic.gr) έκαναν τον δικό τους απολογισμό και ξεχώρισαν τις :
10 καλύτερες θεατρικές παραστάσεις του 2016 
με βάση την ερμηνευτική, σκηνοθετική και αισθητική δυναμική τους.
Ανάμεσα σε αυτές είναι βέβαια και η θεατρική παράσταση "Τα Παραβάν" του Ζαν Ζενέ.

----------------------------------

Φωτογραφίες από τις πρόβες και τις παραστάσεις :  
Μαριλένα Σταφυλίδου - Κική Παπαδοπούλου - Αλέξανδρος Παπαδόπουλος