Κλειώ - Διαδικτυακή Έκδοση

Προλογικό Σημείωμα

Η γυναίκα μου, η Δώρα Κάσσα, ήταν η αγαπημένη Φιλόλογος πολλών παιδιών. Γνώριζε την ικανότητά μου στον γραπτό λόγο από τα γράμματα που της έστελνα όσο σπούδαζα στην Ιταλία. Η δική μου αγαπημένη Φιλόλογος, η κυρία Νέλλη Φυγκά - ιδιαίτερα αυστηρή αλλά και δίκαιη - προσέγγιζε θετικά τις Εκθέσεις μου στο Λύκειο. Αυτό θυμάται και τώρα, κάθε φορά που συναντιόμαστε. Ήξεραν και οι δύο ότι μπορούσα να γράψω. Δεν είχαν όμως διανοηθεί ότι ένας τεχνοκράτης και λάτρης της εικόνας, που διάβασε ελάχιστα λογοτεχνικά βιβλία στη ζωή του, θα το επιχειρούσε.
Η Δώρα είχε χαρακτηρίσει την πριν από ένα χρόνο διαδικτυακή νουβέλα μου "Λητώ" ως "δοκίμιο" λογοτεχνίας, δηλαδή δοκιμή, απόπειρα λογοτεχνικής έκφρασης. Η προσέγγισή της δεν με πτόησε, παρόλο που είχα δηλώσει τότε ότι "έκλεισα ως συγγραφέας". Μετά, όμως, ήλθε η ενθάρρυνση πολλών φίλων - αναγνωστών μου. Έτσι, άναψε και πάλι η συγγραφική σπίθα.   
Πριν από πέντε μήνες κλείστηκα και πάλι στο Γραφείο μου. Σε όσους με αναζητούσαν, οι δικοί μου απαντούσαν ότι ο Αλέξανδρος βρίσκεται για άλλη μια φορά στον κόσμο του. Στην κοσμάρα του έλεγε και πάλι η μεγάλη μου εγγονή. Θτην κοθμάβα του επαναλάμβανε σε άπταιστα …Ισπανικά ο δίχρονος τότε εγγονός μου. Τώρα, όμως, το λέει σωστά. Και ήταν αλήθεια! Ένιωθα προνομιούχος, γιατί έπλαθα και πάλι έναν δικό μου κόσμο και κινούσα ελεύθερα πρόσωπα, σχέσεις και καταστάσεις. Και το σπουδαιότερο; Κάθε φορά που έβγαινα από το Γραφείο μου σκόρπιζα χαμόγελα στους ανθρώπους που διαχρονικά με ανέχονται, με αποδέχονται και μ’ αγαπούν. Να γράφετε, λοιπόν, είναι λυτρωτικό. 
Αυτή τη φορά, η Δώρα, που και πάλι είχε τη γλωσσική επιμέλεια, βλέποντας ότι χρησιμοποιώ πολλά links στο κείμενο βάφτισε το νέο είδος γραφής …νουβέλα του Blogger. Ας είναι. 
- Η νέα μου διαδικτυακή νουβέλα "Κλειώ" συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με τη "Λητώ", αλλά διαβάζεται ανεξάρτητα από αυτήν. 
- Η "Κλειώ" είναι προϊόν μυθοπλασίας και έχει χιούμορ …απελευθερωτικό πιστεύω… Τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι φανταστικά. Και φυσικά οποιαδήποτε ομοιότητα είναι συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. 

Περίληψη

Η ιστορία τοποθετείται χρονικά στο 1987. Ο 33χρονος Άλκης, Γιατρός Παθολόγος, είναι παντρεμένος με την καθηγήτρια Φιλόλογο Μελίνα. Στο Νοσοκομείο όπου εργάζεται στη Θεσσαλονίκη θα συναντήσει τη 16χρονη Νεφέλη και θα την ερωτευτεί με την πρώτη ματιά. Η ηλικία της, οι σπουδές του και η οικογενειακή του κατάσταση δεν θα του επιτρέψουν να της εξομολογηθεί τον έρωτά του. Δέκα χρόνια αργότερα θα ξαναβρεθούν. Θα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα ή ήταν πολλά αυτά τα δέκα χρόνια που έζησαν μακριά οι δυο τους; Ο Άλκης, παγιδευμένος στα πρέπει του, θα περάσει κυριολεκτικά δια πυρός και σιδήρου. Η Κλειώ, στην ίδια ηλικία με τη Νεφέλη και εξίσου ξεχωριστή, θα είναι ο καταλύτης στις όποιες εξελίξεις. 

Σημειώσεις

α. Το περιεχόμενο της νουβέλας είναι κατάλληλο να διαβαστεί μόνον από ενήλικες.  
β. Θερμές Ευχαριστίες σε όσους επιλέξουν την περιπέτεια της ανάγνωσής της.
γ. Η αποδοχή που είχε η "Λητώ" ξεπέρασε τις προσδοκίες μου.
δ. Ευχαριστώ θερμά όσους εμπιστεύονται και διαβάζουν το TimeLineAlex.

Καλή ανάγνωση!

Αλέξανδρος Παπαδόπουλος
Πολιτικός Μηχανικός
Διαχειριστής του TimeLineAlex




Η θέα του αίματος


Αύγουστος του 1987. 
Είχε συμπληρώσει τα 33 πρώτα χρόνια της ζωής του και ένιωθε σχετικά ανακουφισμένος. Όχι, βέβαια, μόνο γιατί είχε διανύσει ευδοκίμως τα πρώτα του… –άντα συν τρία χρόνια, αλλά γιατί στα 33 του μπορούσε επιτέλους να λέει ότι είναι Παθολόγος. Χρειάστηκε 15 ολόκληρα χρόνια. Διάβασε, ξενύχτησε, υποβλήθηκε σε θυσίες. Αλλά και πάλι ήταν στου δρόμου τα μισά. Η τελευταία μάλιστα στροφή έδειχνε αρκετά ανηφορική.     

Ο Άλκης, με καταγωγή από την Ξάνθη, ήθελε από μικρός να γίνει Γιατρός. Και όχι μόνο. Γιατρός… και Παθολόγος, έλεγε και ξανάλεγε με περίσσια σιγουριά. Κατάφερε να περάσει με την πρώτη. Μπήκε, μάλιστα, στην πρώτη δεκάδα της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Και ως καλός φοιτητής πήρε με άριστα το πτυχίο του και στο προβλεπόμενο χρονικό διάστημα. Μπορεί όλα αυτά να φωτογραφίζουν τον κλασικό τύπο του σπασίκλα, όμως ο Άλκης δεν ήταν ακριβώς έτσι. Στην εκτός σπουδών ζωή του λειτουργούσε ως νέος σύγχρονος, πολιτικοποιημένος –όπως υπαγόρευε η εποχή του– με πολλά ενδιαφέροντα γύρω από το Θέατρο, τον Κινηματογράφο, τη Μουσική, τον Αθλητισμό και τους Υπολογιστές.    

Άρχισε να σπουδάζει Ιατρική στα 18 του. Πήρε το πτυχίο του στα 24 και αμέσως πήγε στρατιώτης. Έκανε τη βασική του εκπαίδευση στην Τρίπολη και με το κατάλληλο βύσμα, όπως και πάλι υπαγόρευε η εποχή του, μετατέθηκε στην Αθήνα. 
Στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων (Α.Σ.Δ.Ε.Ν.) συνυπηρέτησε για τέσσερις μήνες με τον Γιώργο Παπανδρέου. Τα μεσημέρια διεκπεραίωναν μαζί κάποιες από τις πιο βαρετές αγγαρείες. Δεν μπορούσε τότε να φανταστεί ότι 30 χρόνια αργότερα ο εξαιρετικής αφέλειας –όπως τότε έδειχνε– γιος του Ανδρέα θα γινόταν Πρωθυπουργός της Ελλάδας και θα έριχνε τη χώρα στα βράχια της πτώχευσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. 
Απολύθηκε από τον Στρατό στα 26. Μετά έκανε το Αγροτικό του και η όλη διαδικασία τού κόστισε άλλα δύο χρόνια. Έφτασε αισίως στα 28. Μέχρι τότε είχε μόνο την πενιχρή αντιμισθία του Αγροτικού Γιατρού και μια μικρή γονική οικονομική στήριξη. Στα 28 του, λοιπόν, δεν ήταν ακόμη Γιατρός ούτε, βέβαια, οικονομικά ανεξάρτητος. Ήταν απλώς ένας πτυχιούχος της Ιατρικής. Για να γίνει Γιατρός, όφειλε να συνεχίσει τις σπουδές του ειδικευόμενος. 
Ο Άλκης ένιωθε και ήταν ακόμη νέος και ακμαίος. Θα άντεχε οπωσδήποτε και αυτόν τον κύκλο των σπουδών του. Θα ξεπερνούσε ακόμη και τις πιθανές αναμονές και αναποδιές για τις ειδικότητες που ήθελε να πάρει. Το μόνο αγκάθι στην πορεία του φάνταζε να είναι το πρόβλημα δυσανεξίας στη θέα του αίματος, που του είχε προκύψει απροσδόκητα, λίγο πριν πάρει το πτυχίο του στην Ιατρική. 
Ωστόσο, ήταν μαχητής. Δεν θα άφηνε το οποιοδήποτε πρόβλημα να επηρεάσει τις επιλογές του. Η πρώτη του ειδικότητα, αυτή της Παθολογίας, ήταν το παιδικό του όνειρο. Λίγο πριν την αποκτήσει, μπήκε στο μυαλό του η δεύτερη ειδικότητα, αυτή της Ενδοκρινολογίας. Παράλληλα, στόχευε και σε ένα διδακτορικό. 
Για την πρώτη του ειδικότητα υπολόγισε ότι θα χρειαστεί πέντε ολόκληρα χρόνια. Τον κράτησε όρθιο η σκέψη ότι τουλάχιστον στα 33 του θα ήταν Παθολόγος. 
Η… επόμενη πίστα με τη δεύτερη ειδικότητα και το διδακτορικό είχε μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας και περισσότερα χρόνια σπουδών. Υπολόγισε ότι γύρω στα δεύτερά του… –άντα θα ήταν πλέον Ενδοκρινολόγος και μερικά χρόνια αργότερα ίσως είχε και το διδακτορικό του. 

Και ενώ θα έτρεχαν όλα αυτά, έπρεπε να δει τι θα κάνει με τη ζωή του. Πώς και με ποια δεδομένα θα την οργάνωνε καλύτερα; Θα παντρευόταν; Θα αποκτούσε παιδιά; Θα έπαιρνε δάνειο, για να χτίσει και σε ποια πόλη το σπίτι του; 

Ο Άλκης έβλεπε πάντα μπροστά. Αν εξαιρέσουμε κάποια περίπλοκα αισθηματικά του, που εκεί όντως σήκωνε ψηλά τα χέρια, σε όλα τα άλλα θέματα είχε την ικανότητα όχι μόνο να παίρνει αποφάσεις αλλά και να τις στηρίζει. Μέχρι τα 26 του είχε κάνει δυο τρεις καλές σχέσεις. Όμως τα δύσκολα χρόνια των σπουδών του και ο αβέβαιος χρονικός ορίζοντας για την ολοκλήρωσή τους δεν ευνόησαν καμιά του επιλογή.  
Με το που άρχισε το Αγροτικό Ιατρείο του στη Νάξο το μάτι του έπεσε στην 23χρονη Μελίνα, που υπηρετούσε εκεί ως νεοδιόριστη Φιλόλογος. 
Η καταγωγή της ήταν από τη Θεσσαλονίκη. Οι σχετικά μεγάλοι σε ηλικία και χωρίς οικονομική άνεση γονείς της στερήθηκαν, για να την σπουδάσουν. Δεν είχαν άλλο παιδί και πίστευαν βάσιμα ότι η οικονομική της αποκατάσταση θα ερχόταν μόνον αν διοριζόταν στο Δημόσιο και εάν της προέκυπτε και ένας καλός γάμος. Άλλωστε, αυτό υπαγόρευε και η εποχή. Η Μελίνα τέλειωσε και αυτή με άριστα το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Με τον Άλκη ήλθαν κοντά, όταν πήγε με ίωση στο Αγροτικό Ιατρείο. 
Η Μελίνα δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση ως γυναίκα. Δεν είχε κάποια προηγούμενη σχέση και είχε διατηρήσει σχεδόν εμμονικά την παρθενία της για τον άντρα που η ίδια θα επέλεγε να παντρευτεί. Αυτό δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο για την εποχή, αλλά δεν έδενε με τις προδιαγραφές της. Ως γυναίκα συγκέντρωνε μόρφωση και ευγένεια, ενώ η αισθησιακή παρουσία της δημιουργούσε στον αντρικό πληθυσμό ατελείωτους συνειρμούς. Ήταν και Σκορπιός. Ο Άλκης σύντομα θα επιβεβαίωνε όλους αυτούς που κατά καιρούς του έλεγαν ότι, αν δεν έχεις κάνει σεξ με γυναίκα Σκορπιό, είναι σαν να μην έχεις κάνει ποτέ στη ζωή σου. Αυτά τα data σε συνδυασμό με τα πολλά κοινά ενδιαφέροντα τούς οδήγησαν σύντομα στα σκαλιά της εκκλησίας. Οι γονείς του, μόλις σιγουρεύτηκαν για τις αριστερές πολιτικές πεποιθήσεις της μέλλουσας νύφης τους, έδωσαν με χαρά τη συγκατάθεσή τους. Έτσι, η δυναμική Μελίνα ήταν πια κοντά του και στα δύσκολα του έδινε την απαιτούμενη ώθηση, για να προχωράει στις σπουδές του. Όταν, μάλιστα, μετατέθηκε σε Λύκειο της Θεσσαλονίκης, διορίστηκε και αυτός σε Νοσοκομείο της ίδιας πόλης, χάρη και πάλι στις προσωπικές πολιτικές γνωριμίες του πατέρα του, όπως ακριβώς υπαγόρευε η εποχή. Γύρω στα 30 του, τρία χρόνια πριν γίνει Παθολόγος, η Μελίνα τού είχε χαρίσει την κόρη τους Λία.
Στο Νοσοκομείο συνέχισε να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα.
Μελετούσε αδιάκοπα και παρακολουθούσε στενά τις διαρκείς εξελίξεις στην επιστήμη του μέσα από συνέδρια και εκπαιδευτικά προγράμματα. Ήταν συγκροτημένος, οργανωτικός, άριστος στη διάγνωση και στη συνταγογράφηση της κατάλληλης θεραπείας. Οι Προϊστάμενοί του, σχεδόν στην πλειοψηφία τους, είχαν αποδεχτεί την ιδιαιτερότητά του στη θέα του αίματος. Ο ίδιος ήταν καλός με όλους τους συναδέλφους του και εξαιτίας αυτής ακριβώς της αδυναμίας του εξυπηρετούσε και σε πολλές άλλες, διαχειριστικής φύσεως αλλά υψηλής ευθύνης, καταστάσεις. 

Ο Άλκης ξεχώριζε ομολογουμένως και ως άντρας. Αρρενωπός, ευπαρουσίαστος. Πέραν της εξωτερικής εμφάνισής του κέρδιζε πολλούς πόντους με την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά του. Είχε καλή αίσθηση του χιούμορ, ευγένεια και διέθετε την ικανότητα να πείθει τόσο με τον προφορικό όσο και με τον γραπτό του λόγο. 
Δεν ήταν τυχαίο, λοιπόν, που από όλους τους συναδέλφους του ήλθε πιο κοντά του η εντυπωσιακή και κατά τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του Ελεάνα. Η Ελεάνα, παρά την ισχυρή προσωπικότητά της, δεν στάθηκε τυχερή στις σχέσεις της με τους άντρες. Επέλεξε να ζει μόνη. Βοηθούσε, μάλιστα, και τη μητέρα της, γιατί μεγάλωνε εγγονή από δίδυμη κόρη, χρόνια απούσα με τον άντρα της στη Γερμανία. 
Η Ελεάνα από τις πρώτες μέρες της γνωριμίας τους αντιλήφθηκε και κατανόησε το πρόβλημα του Άλκη. Τον πλησίασε διακριτικά. Έκανε τα πάντα, για να βρίσκεται κοντά του και να του συμπαραστέκεται στα δύσκολα. Η ιδιαίτερη αυτή στάση της συγκινούσε τον Άλκη, ενώ σκανδάλιζε υποδόρια τους συναδέλφους του και κάποιους εξωτερικούς συνεργάτες του Νοσοκομείου, δήθεν φίλους του. 
Η Ελεάνα ως ικανή και εξαιρετικά φιλόδοξη Γιατρός και συν τοις άλλοις ανύπαντρη ήταν προφανής στόχος των… απανταχού λιγούρηδων. Ένας από τους συναδέλφους του, ο Κώστας, και ένας από τους εξωτερικούς του συνεργάτες, Κώστας και αυτός, που του είχαν περισσότερο θάρρος τον πλησίασαν και του κούνησαν το δάχτυλο. Είχαν, βέβαια, και τον δικό τους ιδιοτελή σκοπό. Αν ο Άλκης έμενε μακριά από την Ελεάνα, θα διατηρούσαν και αυτοί τις όποιες ελπίδες, για να κοιμηθούν μαζί της. 
Κώστας (ο συνάδελφος). 
─ Άλκη, τι πας να κάνεις; Σκέψου καλά πριν αποφασίσεις να τα τινάξεις όλα στο αέρα. Καλή η Ελεάνα, αλλά η γυναίκα σου η Μελίνα είναι άλλης κλάσης. Και την κορούλα σας δεν τη σκέφτεσαι;
Κώστας (ο εξωτερικός συνεργάτης).
─ Άλκη, και μένα μου αρέσει η Ελεάνα, αλλά από τον τρόπο που σε κοιτάζει είναι ολοφάνερο ότι θα προτιμούσε εσένα. Πρόσεξε, γιατί έχεις μια όμορφη οικογένεια. Σκέψου καλά, πριν κάνεις καμία… κουτσουκέλα. 

Έλεγαν και πολλά άλλα παρόμοια. Ο Άλκης καθόταν και τους άκουγε απορημένος. Όχι ότι δεν έπαιζε και το δικό του μάτι. Κάθε άλλο μάλιστα. Από τη μία, τον επηρέαζε το περιβάλλον του Νοσοκομείου. Όσο και αν ακούγεται παράλογο, ευνοούσε έναν υφέρποντα ερωτισμό τόσο στο Ιατρικό όσο και στο Νοσηλευτικό προσωπικό, ίσως ως αντίδοτο στις άκρως πιεστικές καταστάσεις που δημιουργούνταν κυρίως στα Εξωτερικά Ιατρεία και στα Επείγοντα Περιστατικά. Από την άλλη, στο σπίτι η Μελίνα είχε πλέον αλλάξει ρόλο. Από ελκυστική ερωμένη και κρυφός πόθος ανδρών είχε σταδιακά μεταμορφωθεί σε μητέρα –πιστή σύντροφο, σχεδόν αδιάφορη περί τα σεξουαλικά. 
Στην παρούσα, όμως, χρονική στιγμή ο Άλκης δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να αφήσει τη γυναίκα του για τα μάτια της Ελεάνας. Αλλά και η Ελεάνα, παρά το ζεστό ενδιαφέρον της για τον ίδιο, δεν είχε εκδηλώσει την παραμικρή πρόθεση να τον απομακρύνει από τη Μελίνα. Προς τι, λοιπόν, όλες αυτές οι άχρηστες νουθεσίες; Τις προσπέρασε γρήγορα. 
Δύο χρόνια αργότερα έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Είχε μάθει ότι, τόσο ο συνάδελφός του, ο Κώστας με δύο παιδιά μάλιστα, όσο και ο εξωτερικός του συνεργάτης, ο Κώστας με δύο παιδιά επίσης και αυτός, είχαν χωρίσει τις γυναίκες τους και είχαν ξαναπαντρευτεί με μικρότερες, χωρίς να έχουν απεμπολήσει ποτέ την ιδέα για μια εξωσυζυγική σχέση με την πεινασμένη, όπως την φαντάζονταν, για σεξ Ελεάνα.  

Σε ένα Νοσοκομείο ένα πράγμα είναι σίγουρο. Δεν υπάρχει ησυχία. Και τα πάντα μπορούν να συμβούν ξαφνικά. Οι σκέψεις του Άλκη διακόπηκαν από τις εκκωφαντικές σειρήνες των ασθενοφόρων του νεοσύστατου Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.). Οι εφημερεύοντες Γιατροί ήταν λιγοστοί. Η Ελεάνα είχε πάρει την άδειά της και βρισκόταν μόνη –ως συνήθως– σε έναν ακόμη εξωτικό ταξιδιωτικό προορισμό. Ο Άλκης προσπάθησε να διατηρήσει την ψυχραιμία του και να κλειστεί περισσότερο στον μικρόκοσμο των διαχειριστικών εκθέσεων και βιβλίων του Νοσοκομείου. Όμως αυτή τη φορά η κατάσταση ήταν σοβαρή. Τον κάλεσαν αμέσως στα Επείγοντα. Και υπήρχε ένας επιπλέον λόγος. Ανάμεσα στους δέκα τραυματίες ενός πολλαπλού τροχαίου ατυχήματος ήταν και η ανιψιά της Ελεάνας. Η Ελεάνα δεν αναφερόταν συχνά στη 16χρονη Νεφέλη. Μάλιστα, από τις λίγες κουβέντες που αντάλλαξαν γι’ αυτήν έδινε την εντύπωση ότι μάλλον την αντιπαθούσε.   

Ο Άλκης, στον ελάχιστο χρόνο που είχε μέχρι να κατεβεί δυο δυο τα σκαλιά από το Γραφείο του ως τα Επείγοντα, αστραπιαία θυμήθηκε τη δική του οδυνηρή εμπειρία. 
Στις 17 Νοεμβρίου του 1977, στην τέταρτη επέτειο του Πολυτεχνείου,  ο Άλκης στα 23 του μαζί με τον καλό φίλο και συμφοιτητή του Σίμο βρίσκονταν στον χώρο του Πολυτεχνείου μαζί με πλήθος διαδηλωτών, παρά τη ρητή απαγόρευση της πορείας από την Κυβέρνηση. Με το που ξεκίνησε η πορεία, γιατί καμία απαγόρευση δεν σταματά τους νέους στην αναζήτηση δίκαιων αιτημάτων, τους επιτέθηκαν βίαια οι δυνάμεις των ΜΑΤ. Επικράτησε το σύνηθες χάος. Οι δύο φίλοι μπροστά στον κίνδυνο ενώθηκαν με άλλα δύο νέα παιδιά, τον Αλέξανδρο και τον Αντώνη και κατέληξαν στα Εξάρχεια, σε μια μικρή καφετέρια, γλιτώνοντας από τον ορυμαγδό των δακρυγόνων. Εκεί γνωρίστηκαν καλύτερα. Ο Αλέξανδρος, με καταγωγή από την Κομοτηνή, ολοκλήρωνε τις σπουδές του στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ζούσε στο Αμβούργο, αλλά, όταν κατέβαινε για τις εξετάσεις του στην Αθήνα, έμενε στο σπίτι του φίλου του Αντώνη. Ο Αντώνης, με καταγωγή επίσης από την Κομοτηνή, είχε ήδη πάρει το πτυχίο του ως Γεωπόνος. Αντάλλαξαν τηλέφωνα και ανανέωσαν το ραντεβού τους για τις 27 του μήνα, που ήταν η εναλλακτική ημερομηνία για την επανάληψη της πορείας, όπως είχε ορίσει η Επιτροπή αγώνα των φοιτητών. Ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης έφυγαν με τα πόδια προς τα Κάτω Πατήσια. Ο Άλκης και ο Σίμος έφυγαν με μηχανάκι για τη Νέα Φιλαδέλφεια. Η αυξημένη ταχύτητα, ο βροχερός καιρός και ένας κακός υπολογισμός σε μια επικίνδυνη στροφή θα δώσει ένα άδικο τέλος στη ζωή του Σίμου, που οδηγούσε χωρίς κράνος. 
Ο Άλκης θα συρθεί στο οδόστρωμα και θα γλιτώσει με αρκετές εκδορές και μώλωπες στο σώμα του. Ο Σίμος, αντίθετα, θα εκσφενδονισθεί στον αέρα και το κορμί του θα καρφωθεί κυριολεκτικά σε μια σιδερένια περίφραξη. Ο Άλκης θα πλησιάσει προς την πλευρά του και θα παγώσει ολόκληρος. Η σκηνή του ατυχήματος ήταν ούτως ή άλλως σοκαριστική. Και έγινε ακόμη χειρότερη, όταν έβαλε το χέρι του στον λαιμό του Σίμου, για να δει αν έχει σφυγμό. Τον αγκάλιασε σφιχτά σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ζεστάνει το κρύο σώμα του και να το απομακρύνει από τα σίδερα. Τα χέρια του και τα ρούχα του πλημμύρισαν με αίματα. Άρχισε να κλαίει και να ουρλιάζει, καλώντας σε βοήθεια. Ένιωσε τη φωνή του να σβήνει μαζί με τις αισθήσεις του. Δύο εργάτες με αγροτικό αυτοκίνητο τον μάζεψαν και τον μετέφεραν μαζί με τον νεκρό φίλο του στα Επείγοντα του πιο κοντινού Νοσοκομείου. Αυτό ήταν και το τέλος της ψυχικής ηρεμίας του Άλκη. Από τη στιγμή εκείνη η θέα του αίματος τού έγινε εφιάλτης. Τραγικό και τραγελαφικό μαζί, γιατί σπούδαζε Γιατρός. Όσο για την πολύ σκληρή σκηνή του θανάτου του καλύτερού του φίλου αυτή θα τον ταλάνιζε σ’ όλη του τη ζωή.  

Οι επόμενες σκέψεις του ήταν εντελώς δευτερεύουσες. 
─ Παναγία μου, έλεγε και ξανάλεγε, με γλίτωσες από τα χειρότερα, αλλά εγώ τώρα, πώς θα γίνω Γιατρός; 

─ Και όμως. Θα γίνεις ο καλύτερος Γιατρός του κόσμου. 
Αυτό του ψιθύρισαν δακρυσμένοι με μια φωνή ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης. Ήταν οι πρώτοι που έτρεξαν στα Επείγοντα, για να τον συναντήσουν και να του συμπαρασταθούν. 
Ο εφημερεύων Γιατρός βρήκε στην τσέπη του Άλκη το τηλέφωνο του Αντώνη και τους ειδοποίησε αμέσως. Οι δυο τους έπαθαν σοκ με τη φρικτή είδηση του θανάτου του Σίμου και τον τραυματισμό του Άλκη. Πέρασαν τη νύχτα τους μέσα και έξω από το δωμάτιό του και στήριζαν τηλεφωνικά με παρηγορητικά λόγια τους γονείς και τον αδελφό του στην Ξάνθη. 
Τους γονείς, βέβαια, του Σίμου, που έμοιαζαν ζωντανοί νεκροί, μάταια προσπαθούσαν να τους στηρίξουν. Άνοιξαν μόνο μια τεράστια αγκαλιά και τους κρατούσαν σφιχτά, ειδικά τη μάνα.
Ο Άλκης είχε χάσει τον καλύτερό του φίλο. Ο ίδιος, όμως, επέζησε και δέθηκε με δεσμούς φιλίας ακατάλυτους με τον Αλέξανδρο και τον Αντώνη.


Το Ιατρικό περιστατικό


Ο Άλκης δεν είχε χρόνο για άλλες σκέψεις. Επανήλθε στην πραγματικότητα, λίγο πριν πέσει από τις σκάλες. Έφτασε στα Επείγοντα. Με το που είδε τη μικρή με τα σωληνάκια στη μύτη και τα αίματα στο πρόσωπο, σχεδόν λιποθύμησε. Τον στήριξαν οι νοσοκόμες και οι συνάδελφοί του, ενώ την ίδια στιγμή φρόντιζαν να απομακρύνουν τα αίματα από τα τραύματα της Νεφέλης. 
Μόλις σιγουρεύτηκε ότι πατούσε γερά στα πόδια του, πλησίασε αποφασιστικά στο κρεβάτι της. Έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Αυτή τη φορά κινδύνευε να λιποθυμήσει και πάλι αλλά για έναν άλλο, πολύ διαφορετικό λόγο. Παρά τα σωληνάκια και τις γάζες ένα όμορφο πρόσωπο με ανοιχτά γαλάζια μάτια και λακκάκια στα μάγουλα παραμένει πάντα ένα όμορφο πρόσωπο. Και εκείνη τη δύσκολη στιγμή ένιωσε ότι είχε μπροστά του ένα πορτραίτο Μαντόνας του Ραφαήλ
Εκείνη, μόλις τον αντιλήφθηκε κοντά της, άνοιξε ακόμη περισσότερο τα μάτια της και το γεμάτο πόνο και αγωνία πρόσωπό της φωτίστηκε. Της έπιασε στοργικά το ένα της ελεύθερο χέρι και προσπάθησε να την καθησυχάσει.
─ Ο Άλκης είμαι, συνάδελφος της θείας σου. Δεν έτυχε να συναντηθούμε μέχρι τώρα. Η Ελεάνα αναφερόταν συχνά σε σένα με αγάπη (…ένα αθώο για την περίσταση ψέμα). Θα υποβληθείς σε μια σειρά από απαραίτητες εξετάσεις και θα σε φροντίσω εγώ, αφού λείπει η θεία σου. Αλλά πες μου, σε παρακαλώ. Τι θυμάσαι από το ατύχημα;
─ Κύριε Άλκη, εγώ σας έχω ξαναδεί. Απλώς, δεν έτυχε να γνωριστούμε. Ήμουν στο μηχανάκι του φίλου μου και όλα έγιναν ξαφνικά. Συγκρούστηκαν μπροστά μας δύο αυτοκίνητα και έπεσαν πάνω τους άλλα τρία ή τέσσερα. Παρέσυραν και εμάς. Εγώ σύρθηκα και χτύπησα στο πεζοδρόμιο. Το κωλόπαιδο, ο φίλος μου, δεν είχε δίπλωμα και φοβήθηκε. Με παράτησε αβοήθητη. Επικράτησε πανικός. Δεν ξέρω αν σκοτώθηκαν άνθρωποι. Ήταν ανατριχιαστικοί οι ήχοι από τα φρεναρίσματα και τις τσαλακωμένες λαμαρίνες των αυτοκινήτων. Ευτυχώς για μένα βγήκαν πολλοί άνθρωποι από τα τριγύρω σπίτια και με φρόντισαν. Ένας νοσοκόμος με ανέβασε στο ασθενοφόρο και με έφερε αμέσως εδώ. Στα Επείγοντα έδωσα τα στοιχεία μου και, όταν τους είπα ότι είμαι η ανιψιά της Ελεάνας, τότε όλοι έδειξαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Ήταν συγκινητικό. 

Ο Άλκης, αφού ξεκόλλησε με μεγάλη δυσκολία τα μάτια του από τα δικά της και αφού ξεπέρασε τον δίκαιο χαρακτηρισμό για τον φίλο της, πήρε τον φάκελό της και άρχισε να τον μελετάει. 
─ Νεφέλη, δεν δείχνουν ανησυχητικά τα τραύματά σου. Ήσουν τυχερή μέσα στην ατυχία σου. Ας πούμε ότι είσαι και λίγο καλύτερα από ό,τι ήμουν εγώ, όταν γλίτωσα από ανάλογο ατύχημα, πριν από δέκα χρόνια. Έχασα, ωστόσο, τον καλύτερό μου φίλο, βαρύ πλήγμα. Εσύ, όμως, μην ανησυχείς. Τα δύσκολα πέρασαν και τη Δευτέρα θα φύγεις από το Νοσοκομείο.
─ Κύριε Άλκη, λυπάμαι πολύ για τον άδικο χαμό του φίλου σας. Πάντα υπάρχουν τα χειρότερα. Τώρα που είστε εδώ κοντά μου δεν φοβάμαι. Όμως, μην με αφήσετε. Σας χρειάζομαι. Και πάνω από όλα προσπαθήστε να με δικαιολογήσετε στη γιαγιά μου. Ήταν απαγορευτικό να ανεβώ σε μηχανάκι. Δεν είχα το δικαίωμα να της το κάνω αυτό. 
─ Νεφέλη, δεν πρόκειται να σε αφήσω μόνη. Το οφείλω στη θεία σου και στον όρκο του Ιπποκράτη. Θα εξηγήσω τα πάντα στη γιαγιά σου. Ηρέμησε, σε παρακαλώ. Είσαι παιδί ακόμη και κάποιες τρέλες εύκολα συγχωρούνται. Όμως θέλω και εσύ να μου υποσχεθείς ότι δεν θα ξανανεβείς άλλη φορά σε μηχανάκι, χωρίς να είσαι κατάλληλα ντυμένη με ενισχυμένο παντελόνι μηχανής, κράνος, κλειστά παπούτσια… 

Η λαχτάρα να την προστατέψει αλλά και να κερδίσει περισσότερο χρόνο μαζί της, κρατώντας το χέρι της, τον οδήγησε στον διδακτισμό. Η δική του εμπειρία γύρω από τα τροχαία ατυχήματα ήταν σχετικά νωπή, οπότε συνέχισε…
─ Σκέψου ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό θανάτων από τροχαία ατυχήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αριθμοί είναι ανατριχιαστικοί. Μιλάμε για χίλιους περίπου νεκρούς τον χρόνο, περισσότερους από οκτακόσιους βαριά τραυματισμένους και δέκα χιλιάδες με ελαφρά τραύματα. Από τα τροχαία ατυχήματα χάνουν τη ζωή τους κυρίως νέοι και παραγωγικοί πολίτες, ηλικίας από 15 έως 35 χρονών. Πολλοί μένουν ανάπηροι με επώδυνες συνέπειες για τους ίδιους, τις οικογένειές τους και την κοινωνία. Μιλάμε για μια αληθινή κουλτούρα ανευθυνότητας, κακής οδηγικής συμπεριφοράς, υπερβολικής ταχύτητας, κατανάλωσης αλκοόλ... Οφείλουμε επιτέλους να καταλάβουμε πως με τη σωστή και προσεκτική οδήγηση προστατεύουμε κυρίως τη ζωή μας και τις ζωές των άλλων.   

Μάλλον το παράκανε με το κήρυγμα, αλλά η Νεφέλη τον άκουγε με προσοχή. Δεν είχε λόγο να τον διακόψει.   
─ Έχετε δίκιο, κύριε Άλκη. Δεν θα το ξανακάνω σίγουρα. Έχω σοκαριστεί και με όσα μου είπατε.
─ Το ελπίζω, Νεφέλη μου, το ελπίζω.
 
Προσπάθησε να γίνει πατρικός και συνάμα αστείος.
─ Λοιπόν, σταμάτησε τώρα το κύριε και φώναζέ με απλώς Άλκη ή Γιατρέ. Το κύριε με μεγαλώνει και δεν μου αρέσει. 
─ Εντάξει, Γιατρέ. Θα δυσκολευτώ λίγο στην αρχή, αλλά θα τα καταφέρω. 
─ Κλείσε τώρα τα μάτια σου και κοίταξε να κοιμηθείς. Είναι αργά και χρειάζεσαι ξεκούραση. 
─ Κύριε Άλκη, θα προσπαθήσω. Πονάω λίγο και με δυσκολεύουν όλα αυτά που έχω επάνω μου, ο ορός, τα σωληνάκια… 
─ (λίγο αυστηρά) Νεφέλη, τι συμφωνήσαμε; 
─ Ω, συγγνώμη, Γιατρέ μου. Ελπίζω σύντομα να το πετύχω.

Η Νεφέλη αποκαμωμένη έκλεισε τα μάτια της και αφέθηκε. Του φάνηκε ότι του έσφιξε λίγο περισσότερο το χέρι. Ο Άλκης προσπάθησε να βρει κάποιο ψεγάδι στο πρόσωπό της, αλλά δεν τα κατάφερε. Με κόπο άφησε το χέρι της και κάθισε στη διπλανή πολυθρόνα, για να τακτοποιήσει τις σκέψεις του. Σύντομα κατάλαβε ότι τα πράγματα θα ήταν και δύσκολα και περίπλοκα. Η Νεφέλη είχε ανεπανόρθωτα διεισδύσει στην ψυχή του. Ήταν έρωτας που θύμιζε Ιουλίτα και Ελύτη, βγαλμένος κατευθείαν από Το Μονόγραμμα ή ήταν έρωτας όπως αυτός του Τζέρεμι Άιρονς στην ταινία Lolita από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ; 
─ Διάολε, είχα κρατήσει για δύο χρόνια σε απόσταση ασφαλείας τη θεία και, μόλις είδα την ανιψιά της, παραδόθηκα άνευ όρων; Και τώρα τι;  

Η Νεφέλη δεν είχε κάτι σοβαρό. Άλλωστε και οι εξετάσεις της ήταν καθαρές. Ένιωθε ευγνωμοσύνη για τον Άλκη. Λίγο πριν πάρει το εξιτήριό της, τον αντάμειψε με μια παρατεταμένη ζεστή αγκαλιά και ένα πολλά υποσχόμενο φιλί στο μάγουλο. Αν ήταν κακομαθημένη; Όχι, βέβαια. Στις τρεις μέρες που την έζησε από κοντά δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει όλα όσα του έλεγε για εκείνη η Ελεάνα. Στον ίδιο η Νεφέλη είχε αφήσει την αίσθηση μιας γλυκιάς και ευγενικής παρουσίας, διόλου στερημένης από την απουσία των γονιών της. Ήταν ολοφάνερη η θετική επιρροή της αυστηρής γιαγιάς στην ανατροφή της. 
Από την πλευρά της η Ελεάνα, όταν επέστρεψε, εκμεταλλεύτηκε αρκούντως το περιστατικό. Πλησίασε ακόμη περισσότερο τον Άλκη και, για να εκφράσει δήθεν την ευγνωμοσύνη της, του έδειχνε πλέον απροκάλυπτα την αγάπη και την αφοσίωσή της, προχωρώντας και σε τρυφερές χειρονομίες, επιτηδευμένα αυθόρμητες.    

Ο Άλκης μάταια προσπαθούσε να διώξει τις ενοχικές γύρω από τη Νεφέλη σκέψεις του. Ένα μεσημέρι έκανε και κάτι απονενοημένο. Τηλεφώνησε στη Νεφέλη και με αστείο τρόπο τής πρότεινε να συναντηθούν, για να ελέγξει… την αρτιμέλειά της. Εκείνη δέχτηκε πρόθυμα, ενώ για πρώτη φορά τού μίλησε στον ενικό και τον αποκάλεσε Άλκη, χωρίς το κύριε. Έφτασε στην ώρα της και μπήκε στο αυτοκίνητό του με άνεση και αφέλεια. Ο Άλκης τα έχασε από την όμορφη παρουσία της. Όσο έλεγαν τα τυπικά, ανέπνεε τη μυρωδάτη ανάσα της και έτρεμε ολόκληρος από ερωτική προσμονή. 
Ωστόσο, κατάφερε να συγκρατηθεί και της… ξεφούρνισε κάτι γελοίο, για να δικαιολογήσει τη συνάντησή τους. Έπρεπε να την οδηγήσει στο Νοσοκομείο, ώστε να υποβληθεί σε κάποιες τυπικές πρόσθετες εξετάσεις. Η Νεφέλη έδειξε απορημένη και δεν έκρυψε την απογοήτευσή της. Υπάκουσε αναγκαστικά και η συνάντησή τους ολοκληρώθηκε άδοξα λίγο έξω από το Ακτινολογικό του Νοσοκομείου. 

Οι επόμενες κινήσεις του, πάντως, ήταν πιο αναμενόμενες. Χρειαζόταν επειγόντως τις απόψεις των… ειδικών. Κάλεσε στο τηλέφωνο πρώτα τον Αντώνη στην Αθήνα και μετά τον Αλέξανδρο στο Αμβούργο. Με πολύ απλά λόγια τούς εκμυστηρεύτηκε το… δράμα του. 
Ο Αντώνης, από επιλογή ανύπαντρος, ήταν το πειραχτήρι της παρέας και ο προβοκάτορας στις πιπεράτες συζητήσεις τους. Άλλωστε, διάβαζε ανελλιπώς άρθρα αλλά και στατιστικά στοιχεία που αφορούσαν τις σχέσεις, τον γάμο και τα σχετικά κέρατα.
─ Άλκη, τι να πω. Είχα αρχίσει να ανησυχώ για σένα. Ξέρεις ότι οκτώ στους δέκα άνδρες και έξι στις δέκα γυναίκες απατούν τον σύντροφό τους στη διάρκεια του γάμου και των μόνιμων δεσμών; Αν πράγματι είναι η Νεφέλη έτσι όπως μου την περιγράφεις, τότε καλώς όρισες… στους οκτώ. Θα ντρεπόμουν μια ζωή για σένα, αν ήσουν… στους δύο. Είμαι πλέον υπερήφανος, ρε φίλε, γιατί βλέπω σε σένα την κλασική στάση του αρσενικού που, έχοντας κατακτήσει την Τροία, ξεχνάει την ωραία Ελένη και πάει για άλλα κάστρα. Επιτέλους… Αρνητικό στοιχείο, βέβαια, το νεαρό της ηλικίας της Νεφέλης… 
─ Όχι Αντώνη. Δεν είναι αυτό που νομίζεις. Ειλικρινά, δεν σκέφτομαι μόνο την απιστία. Σκέφτομαι σοβαρά ακόμη και να χωρίσω.
─ Έλα τώρα, υπερβολές! Δεν υπάρχει λόγος να φτάσεις ως εκεί. Θα χαρείς το κορίτσι και μετά θα γυρίσεις ατσαλάκωτος στη Μελίνα σου. Ξέρεις τι είχε πει η Μέριλιν Μονρόε; Οι καλύτεροι εραστές είναι οι σύζυγοι που απατούν τις γυναίκες τους. Αλλά έστω ότι αποφασίζεις να χωρίσεις. Νομίζεις ότι θα κάνεις και τίποτε σπουδαίο; Ξέρεις ότι ένα στα δύο ζευγάρια οδηγείται στο διαζύγιο, ακόμη και μόλις έξι μήνες μετά από τον γάμο;
─ Μη συνεχίζεις. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση θα με φάνε οι τύψεις. Όσο για το διαζύγιο δεν έχω και πολλές δικαιολογίες.     
─ Άλκη, τι δικαιολογίες και πράσινα άλογα; Ήταν αναμενόμενο αυτό που σου συνέβη. Ξέρεις ότι η ερωτική βαρεμάρα αρχίζει μετά από τους πρώτους έξι μήνες συμβίωσης και κορυφώνεται στους δώδεκα μήνες; Εσύ πέρασες και με το παραπάνω αυτό το χρονικό διάστημα. Μετά γεννήθηκε η κόρη σου και έχασες και την πρωτοκαθεδρία. Τι άλλο θέλεις, για να ανοίξεις τα φτερά σου; 
─ Ε, εντάξει, ρε Αντώνη. Για σένα όλα είναι εύκολα. 
─ Και βέβαια είναι εύκολα. Σκέψου μόνο την ώρα που θα καθίσει επάνω σου η 16χρονη και δεν θα λέει να κατέβει. Α, και πού είσαι. Όταν με το καλό αράξεις στο λιμανάκι της, θα σου δώσω τον… δεκάλογο του άπιστου άντρα. 

Ο Αλέξανδρος, πάντα ορθολογικός και σοβαρός, ήταν πιο κοντά στον χαρακτήρα του Άλκη. Δεν αντιμετώπισε με αστειάκια το πρόβλημα. Επειδή είχε ήδη βιώσει μια σχεδόν παρόμοια κατάσταση, το προσέγγισε πιο υπεύθυνα. 
─ Άλκη, καταρχάς θα κάνεις υπομονή, μέχρι να ενηλικιωθεί η Νεφέλη. Αν δεις ότι είσαι ακόμη ερωτευμένος μαζί της, τότε θα μιλήσεις στη γυναίκα σου. Εκτιμώ αφάνταστα τη Μελίνα, αλλά σ’ αυτό που μου περιγράφεις είμαι μαζί σου. Αν κρύψεις ένα τέτοιο πρόβλημα κάτω από το χαλί, θα γιγαντώνεται και θα το βρίσκεις διαρκώς μπροστά σου. Πάρε παράδειγμα εμένα. Ξέρεις καλά τι έκανα με τη Δώρα. Της μίλησα αμέσως, όταν άλλαξαν τα συναισθήματά μου απέναντί της. Διέγραψα με βαρύ κόστος μια σχέση πολλών χρόνων και έφυγα στο Αμβούργο με τη Λητώ. Έχασα πολλά, αλλά κέρδισα περισσότερα.   
─ Καλά τα λες, αλλά εσύ ούτε παντρεμένος ήσουν, ούτε είχες παιδί.
─ Ναι, ομολογώ ότι η δική σου απόφαση έχει μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας. Όταν παντρεύεσαι, είναι σαν να πέφτει ένα βουνό με βράχια πάνω στο κεφάλι σου. Και για να επιβιώσεις, πρέπει να παίρνεις και κάποιες ανάσες. Αυτή είναι η ζωή. Και είναι ωραίο που ζεις και αναπνέεις έναν νέο έρωτα. Είναι ωραίο που ερωτεύτηκα και εγώ τη Λητώ καθ’ οδόν, σε ένα ταξίδι Θεσσαλονίκης – Αθήνας μόλις οκτώ ωρών με λεωφορείο. Τι να λέμε τώρα;       

Και μόνο που μοιράστηκε το πρόβλημα με τους καλύτερούς του φίλους, ένιωσε ανακούφιση. Θα άκουγε οπωσδήποτε τον Αλέξανδρο τουλάχιστον ως προς τον απαιτούμενο χρόνο για την ενηλικίωση της Νεφέλης. Και μετά θα έπαιρνε τις αποφάσεις του. 
Ο τρίτος άνθρωπος με τον οποίο συζήτησε αυτή την απρόοπτη εξέλιξη στη ζωή του ήταν ο Ψυχίατρός του. Αυτός, με τον τρόπο του, του έδωσε να καταλάβει ότι οποιοδήποτε πρόσθετο φορτίο υψηλής έντασης θα δυσκόλευε ακόμη περισσότερο την προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματός του στη θέα του αίματος. Αδιέξοδο, λοιπόν, και από εδώ. 

Τέλος, κάθε φορά που έκλεινε τα μάτια του και έφερνε στο μυαλό του τη Νεφέλη, ταυτόχρονα έβλεπε και τους γονείς του, τη μητέρα του, την Αποστολία και τον πατέρα του, τον Νίκο.
Αυτοί ήταν… στερεοφωνικά ξεκάθαροι υπέρ της γυναίκας και της κόρης του.  
─ Τη Μελίνα και τα μάτια σου. Τη Λία και τα μάτια σου. Δεν υπάρχει κάτι άλλο για σένα. Αυλαία. Τέλος!


Η οικογένεια του Άλκη
 
 
Λίγο μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ο ορφανός από γονείς Νίκος θα έλθει από τις Σαράντα Εκκλησιές στην Ξάνθη μωρό ακόμη. Θα τον μεγαλώσουν οι δύο μεγαλύτερες αδελφές του, που έζησαν την εκμετάλλευση της προσφυγιάς τους ως το μεδούλι.  
Εξαιτίας του επόμενου πολέμου ο Νίκος τελείωσε μόνο τις τρεις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου. Έμαθε όμως να επιβιώνει, να γράφει, να διαβάζει και να λογαριάζει –εκτός από κάθε του βήμα– τα έξοδα και τα έσοδά του. Και ήταν πολύ υπερήφανος γι’ αυτό. Δούλευε από μικρό παιδί στην οικοδομή και φρόντιζε να εκπαιδεύεται ως εργάτης στην αρχή και μετά την απελευθέρωση ως εργατοτεχνίτης σε κάθε είδους οικοδομική εργασία. Ήταν ακούραστος και δεν φοβόταν τη βαριά ή περίπλοκη δουλειά. Στον στρατό απέκτησε και δίπλωμα οδήγησης αυτοκινήτου και βαρέων οχημάτων. 
Έχοντας παντρέψει τις δύο αδελφές του στην Αλεξανδρούπολη, θα προσπαθούσε να τακτοποιήσει και τη δική του ζωή, όπως υπαγόρευε η εποχή σε κάθε άνδρα, μόλις ξοφλούσε τα γραμμάτια των ανύπαντρων κοριτσιών της οικογένειας. Ταυτόχρονα, ήθελε να καταξιωθεί μέσα από τη δουλειά του στην πόλη του. Και δεν έχασε καθόλου χρόνο. Με τις πολύ χρήσιμες για την εποχή δεξιότητές του έγινε περιζήτητος πρώτα στη γειτονιά του και μετά στην ευρύτερη περιοχή της Ξάνθης. Σταδιακά επένδυσε σε εργαλεία, σε μηχανήματα και σε μια μικρή μονάδα δομικών υλικών. Κάπως έτσι αναγνωρίστηκε ως ένας από τους πιο ικανούς Εμπειροτέχνες της περιοχής. Ήταν ο ορισμός του αυτοδημιούργητου ανθρώπου. Η εργατική του συνείδηση από παιδί τον έκανε δημοκράτη αλλά από τη δεκαετία του '60 και μετά έπινε νερό στο όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου. Και όταν αυτός ήλθε επιτέλους στην εξουσία το 1981, ο Νίκος ήταν πανευτυχής. Η μονάδα δομικών υλικών του επιδοτήθηκε, οργανώθηκε καλύτερα και άρχισε να παίρνει πολλές δουλειές από το Δημόσιο. 

Η ορφανή και αυτή από γονείς Αποστολία ζούσε στην Ξάνθη μαζί με τα άλλα τέσσερα αδέλφια της,  τον Λουκά και τον Χάρη, τη Χρυσή και τη Σωτηρία. Ήταν όλοι τους ανύπαντροι. Έβραζαν μέσα στο μικρό προσφυγικό σπίτι. Το σκηνικό στο εσωτερικό των Ελληνικών σπιτιών, τότε, περιλάμβανε μια ξυλόσομπα, για να ζεσταίνει τον Χειμώνα τα σώματα και τις καρδιές τους, στο κέντρο της μεγάλης κάμαρας, που ήταν Κουζίνα και Καθιστικό μαζί. Ένας ξύλινος καναπές και ένα τραπέζι με δυο τρεις καρέκλες Καφενείου συμπλήρωναν το ντεκόρ. Στα άλλα δωμάτια μεταλλικά κρεβάτια ή στρωσίδια κατευθείαν πάνω στο δάπεδο έλυναν το πρόβλημα του ύπνου. Τα χρήματα που έβγαζαν όλοι τους από ευκαιριακές δουλειές έφταναν δεν έφταναν για τα προς το ζην. Το σπίτι τους, καθώς ήταν πολύ παλιό, έβγαζε συνέχεια προβλήματα. Το πιο στενόχωρο από όλα ήταν ότι τα κεραμίδια έσταζαν, όταν έβρεχε. Έβαζαν τουλάχιστον πέντε κατσαρολικά, για να μαζεύουν τα νερά. Έπεφταν μέσα οι σταγόνες σε λα μείζονα, όσο δυνάμωνε η βροχή… 

Ο Χάρης άκουσε για την προκοπή του Νίκου. Πήγε και τον βρήκε. Τον παρακάλεσε να τον πάρει στη δούλεψή του. Ο Νίκος ήθελε εργατικά χέρια. Δεν του αρνήθηκε. Δεν του αρνήθηκε και αργότερα, όταν ο Χάρης τον παρακάλεσε να μερεμετίσει το σπίτι τους. Ξεκίνησαν τα απογεύματα από τα κεραμίδια της στέγης και σιγά σιγά πέρασαν και στις εσωτερικές φθορές. Θα ολοκλήρωναν σύντομα τα απολύτως απαραίτητα, για να μην καταρρεύσει το προσφυγόσπιτο. 

Ο Νίκος ξεχώρισε αμέσως τη μικρότερη από τις τρεις αδελφές, την Αποστολία. Και για τους δύο ήταν αναμφίβολα έρωτας για πρώτη φορά. Όπως ήταν φυσικό, ανάμεσα σε θερμά λόγια αγάπης και πίστης άρχισαν να σχεδιάζουν και το μέλλον τους. Το σχέδιο του Νίκου ήταν ξεκάθαρο και πρακτικό. Ήθελε να παντρευτεί την Αποστολία και ταυτόχρονα να περάσει το πατρικό σπίτι των πέντε αδελφών στην ιδιοκτησία της. Μετά θα το ανακαίνιζε πλήρως με δικά του έξοδα, προκειμένου να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες διαβίωσης για την οικογένειά του. 
Η Αποστολία θεωρούσε δίκαιη τη συμφωνία για το σπίτι. Φοβόταν, ωστόσο, ότι ο μεγαλύτερος από τα αδέλφια της, ο Λουκάς, δεν θα το δεχόταν. Αυτός είχε ως προτεραιότητα να αποκαταστήσει πρώτα τις μεγαλύτερες αδελφές της. Ήθελε, ακόμη, όπως και τα άλλα αδέλφια, να διατηρήσει το μερίδιό του από το σπίτι. Έτσι, ο Νίκος και η Αποστολία αποφάσισαν να κρατήσουν μυστική τη σχέση τους και να κάνουν υπομονή για λίγα χρόνια. Αυτό θα βοηθούσε και τον Νίκο, ώστε να αφοσιωθεί στη δουλειά του που έτρεχε και… τον έτρεχε.  

Τα χρόνια της υπομονής για την Αποστολία και τον Νίκο δεν ήταν πολλά. Όπως η Αποστολία, έτσι και τα άλλα τέσσερα αδέλφια της είχαν κάποιες φανερές ή κρυφές σχέσεις. Ο Νίκος πάντα έβρισκε αιτίες, για να περνάει το κατώφλι του σπιτιού τους. Η διακριτική παρουσία του σχεδόν απελευθέρωσε και τα υπόλοιπα αδέλφια... Έτσι, ο ένας γάμος διαδεχόταν τον άλλο. 

Μ’ αυτά και μ’ αυτά στο πατρικό σπίτι της οικογένειας έμεινε μόνη της η Αποστολία. Ο Νίκος, χωρίς να χάσει χρόνο, ζήτησε το χέρι της αλλά και το σπίτι από τον μεγαλύτερο αδελφό της. Ο Λουκάς δεν ήθελε, βέβαια, να χαλάσει το τυχερό της αδελφής του. Έδωσε αμέσως την ευχή του, αλλά τους εξήγησε ορθά κοφτά ότι ναι μεν παραχωρούν το σπίτι για τη στέγασή τους αλλά όχι και τα μερίδιά τους. Η μόνη που διαχώρισε τη θέση της ήταν η Σωτηρία, που, παρά το γεγονός ότι είχε κάνει τον πιο ταπεινό γάμο, έδωσε αμέσως το δικό της μερίδιο. Η Αποστολία ανακουφίστηκε από τη στάση της, αλλά δεν έκρυψε την απογοήτευσή της από τη στάση των υπολοίπων. 

Ήταν στενόχωρα όλα αυτά αλλά όχι και ικανά για να χωρίσουν το ζευγάρι. Η Αποστολία δεν ήθελε να χαλάσει τις σχέσεις της με τα αδέλφια της. Η ορφάνια τούς είχε δέσει γερά. Αποδέχτηκε τα πάντα και δεν ξανασυζήτησε γι’ αυτά. Έπεισε μάλιστα και τον Νίκο ότι θα έπρεπε να ευγνωμονούν τα αδέλφια της που τους επέτρεψαν να ζουν –έστω και ως φιλοξενούμενοι– στο πατρικό τους σπίτι. 
Στο πλαίσιο αυτό και για να μην διαταραχτούν οι σχέσεις τους, θα φρόντιζε στη συνέχεια να ικανοποιεί τα όποια οικονομικά αιτήματα του Λουκά και του Χάρη, πιέζοντας τον άντρα της να τα αποδέχεται. 
Ο Νίκος ήταν καλός άνθρωπος. Αγαπούσε πολύ τη γυναίκα του και πάντα υποχωρούσε για χάρη της. 

Άλλαξε, όπως ήταν φυσικό, και τα σχέδιά του για το σπίτι. Δεν είχε νόημα να ξοδεύει χρήματα σε ένα ακίνητο που δεν ήταν δικό του. Προτίμησε να επενδύει αγοράζοντας όμορα οικόπεδα, για να κτίσει δικά του καινούργια σπίτια. Επίσης, αγόρασε και ένα μικρό σπίτι στην παραθαλάσσια περιοχή των Αβδήρων της Ξάνθης. Αυτό ήταν και το πιο ευεργετικό για την ξεκούραση και την υγεία του. Τα Καλοκαίρια, μετά από την καθημερινή σκληρή δουλειά του, το απολάμβανε. 

Ο Λουκάς και ο Χάρης, βλέποντας τη συνεχή οικονομική άνοδο του Νίκου, απαίτησαν, μεταξύ άλλων, να τους χρηματοδοτήσει στην Ξάνθη μια μικρή βιοτεχνία παραγωγής κουραμπιέδων, επιχειρηματικό σχέδιο αποκλειστικά του Λουκά, και ένα κατάστημα με είδη υγιεινής, κοινή επιχείρηση του Χάρη και του Λουκά. Όλα αυτά έγιναν και με το παραπάνω. Είχαν, όμως, συχνά ως αποτέλεσμα να αποπληρώνει διαμαρτυρημένα γραμμάτια ο Νίκος ως εγγυητής. Εγγυητής και καλοπληρωτής, όπως αποφαίνονταν τότε οι άνθρωποι της πιάτσας. 
Επιπλέον, απαίτησαν να φιλοξενούνται τα Καλοκαίρια αυτοί και οι οικογένειές τους στο παραθαλάσσιο των Αβδήρων. Ο Χάρης, μάλιστα, είχε σ’ αυτό το σπίτι το δικό του αυθαίρετο δωμάτιο για την οικογένειά του. Ουδέποτε το εγκατέλειψε, έως ότου πουλήθηκε το ακίνητο.
 

Τα δύο Άλφα

 
Ο Άλκης γεννήθηκε στην Ξάνθη τον Αύγουστο του 1954 και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Νίκου και της Αποστολίας. Τα παιδικά του χρόνια ήταν και δύσκολα και στερημένα. Έβλεπε και ζούσε από πρώτο χέρι τις οικονομικές δυσχέρειες της οικογένειάς του. Φρόντιζε πάντα να μην απαιτεί πράγματα, που δεν μπορούσαν να του προσφέρουν οι γονείς του. Στο Σχολείο μελετούσε πολύ. Ήθελε να σπουδάσει και να ξεφύγει από την Ξάνθη. Εκείνο που δεν μπορούσε να κατανοήσει, καθώς μεγάλωνε, είναι πώς και γιατί οι θείοι του, ο Λουκάς και ο Χάρης, εκμεταλλεύονταν στην ουσία τον πατέρα του και απαιτούσαν πράγματα. Στενοχωριόταν πολύ για όλα αυτά. Έτρεμε για τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν στην υγεία του πατέρα του. Συχνά τα έβαζε με τη μητέρα του, που στο όνομα της αδελφικής αγάπης, πίεζε τις καταστάσεις με τον τρόπο της. Και κατέληγε να κατηγορεί τον εαυτό του, γιατί δεν αντιμετώπιζε δυναμικά τα προβλήματα αυτά. 
Κάπως έτσι, ο Άλκης κατανόησε από μικρός, έστω και έμμεσα, πόσο στενόχωρη είναι η έννοια που ακούει στο όνομα… κληρονομικά.  
Η κλίση του Άλκη προς την Ιατρική δεν ενθουσίασε τον Νίκο. 
─ Σταμάτα, ρε Αποστολία, με το Γιατρός… και Παθολόγος που του έμαθες να λέει. Πολιτικός Μηχανικός θέλω να γίνει ο γιος μου. Και τότε θα χτίσουμε μαζί όλη την Ελλάδα.
─ Νίκο, σύνελθε. Ο Άλκης θα αποφασίσει μόνος του. Εμένα, πάντως, το όνειρό μου είναι να γίνει Γιατρός το παιδί μου. 
 
Ο Νίκος, λόγω της δουλειάς του, δεν αφιέρωνε πολύ χρόνο στην ανατροφή του γιου του. Κάπως έτσι αιφνιδιάστηκε και με την κλίση του μικρού προς την Ιατρική. Και όταν είδε ότι δύσκολα θα έπειθε τον 9χρονο Άλκη να στραφεί προς το Πολυτεχνείο, για να γίνει Πολιτικός Μηχανικός, έπεισε την Αποστολία να κάνουν άλλον έναν γιο, που θα τον βοηθούσε και θα τον διαδέχονταν στη δουλειά και στην επιχείρησή του. 
Η Αποστολία δεν ήθελε άλλο αγόρι. Ήθελε διακαώς να κάνει κορίτσι, που θα τη βοηθούσε και στις δουλειές του σπιτιού. Ο Νίκος προσποιήθηκε ότι δεν έχει θέμα με το φύλο του παιδιού. Ταυτόχρονα, όμως, άρχισε να δουλεύει υπόγεια το σχέδιό του και φυσικά ασπάστηκε δοκιμασμένους μύθους. Έτρωγε κρυφά από τη γυναίκα του περισσότερο κόκκινο κρέας και έβαζε πιο πολύ αλάτι στο φαγητό του. Σταμάτησε να τρώει όσπρια και ξηρούς καρπούς και έτρωγε περισσότερες μπανάνες. Και το κορυφαίο; Επιδίωξε την επαφή τους τη μέρα που το φεγγάρι ήταν… μισό.
Παρά το γεγονός ότι οι πιθανότητες του φύλου ήταν στην πραγματικότητα μοιρασμένες, η Αποστολία, 9 μήνες αργότερα, γέννησε ένα υγιέστατο αγοράκι, τον Άρη. «Τα δύο Άλφα μου» έλεγε και φούσκωνε από υπερηφάνεια ο Νίκος. 
Ο Άλκης μετέπειτα Γιατρός και ο Άρης μετέπειτα Πολιτικός Μηχανικός. Για έναν γονιό στη δεκαετία του '60 αυτή ήταν η μεγαλύτερη δικαίωση. Ποιος άραγε δεν θυμάται τον… κορυφαίο κινηματογραφικό φτωχό πατέρα Παντελή Ζερβό, όταν έδειχνε βουρκωμένος το πτυχίο τού εκάστοτε γιου του –απαραίτητα Γιατρού ή Πολιτικού Μηχανικού– στον πλούσιο και σκληρό εργοδότη του;  

Εφόσον πήγαν όλα καλά με τη γέννηση του Άρη, ο Νίκος στράφηκε προς τον Άλκη και άρχισε να ασχολείται περισσότερο μαζί του. Οι κύριοι στόχοι του ήταν να τον κάνει ΑΕΚ και Σοσιαλιστή, όπως ήταν ο ίδιος. Και τα κατάφερε αρκετά καλά.
Ο Άλκης ενστερνίστηκε από νωρίς και τις δύο αυτές ιδεολογίες!

Σε ηλικία 14 χρόνων, στις 4 Απριλίου 1968, παρακολούθησε ραδιοφωνικά μαζί με τον πατέρα του τον αξέχαστο αγώνα μπάσκετ ΑΕΚ-Σλάβια Πράγας σε περιγραφή του Βασίλη Γεωργίου. Με το που τέλειωσε το παιχνίδι και συνειδητοποίησαν ότι η ΑΕΚ ήταν Κυπελλούχος Ευρώπης με σκορ 89-82, βούρκωσαν από υπερηφάνεια. Ήταν η πρώτη φορά που μια Ελληνική ομάδα κέρδιζε ένα μεγάλο Ευρωπαϊκό τρόπαιο. 
Αργότερα, στα χρόνια των σπουδών του στην Αθήνα, επέλεξε να μείνει στην περιοχή της Νέας Φιλαδέλφειας, για να παρακολουθεί τους αγώνες της ομάδας του και στο ποδόσφαιρο. Έβρισκε φοιτητικό εισιτήριο με 50 δραχμές και απολάμβανε όλους τους άσσους της εποχής. Παπαϊωάννου, Αρδίζογλου, Νικολάου, Ραβούση, Μαύρο. Το 1974 πέτυχε τα πρώτα χρυσά χρόνια της Προεδρίας του Λουκά Μπάρλου. Το 1977 είδε την ΑΕΚ να φτάνει στα Ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, μέχρι να αποκλειστεί από τη Γιουβέντους. Το 1978 μαζί με το πτυχίο του πανηγύρισε και τη διπλή επιτυχία της ΑΕΚ στο Πρωτάθλημα και στο Κύπελλο Ελλάδος με ηγέτες τους Ντούσαν Μπάγεβιτς, Μίλτον Βιέρα και Θωμά Μαύρο.

Ωστόσο, ο Άλκης σε ηλικία μόλις δεκατριών χρόνων, στις 21 Απριλίου 1967, κατανόησε και τι ακριβώς σήμαινε η χούντα των συνταγματαρχών. Εκτός του ότι έστειλαν στα ξερονήσια αρκετούς από τους πατεράδες φίλων και συμμαθητών του, έμαθε και για τη φυλάκιση του Ανδρέα Παπανδρέου λίγο μετά από το πραξικόπημα, όπως και για την αποφυλάκισή του τις παραμονές των Χριστουγέννων. Και από τότε άρχισε να μελετάει το φαινόμενο Ανδρέας, που σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ως ένας από τους πιο χαρισματικούς(;) Πολιτικούς της Ελλάδας. 
Με τον πατέρα του συμφωνούσαν στο ότι αυτός αντικατέστησε τον κυρίαρχο Εμφυλιοπολεμικό  διαχωρισμό των Ελλήνων σε Εθνικόφρονες και Κομμουνιστές με το δίπολο «Δεξιά–Αντιδεξιά». Από το πλούσιο Κυβερνητικό του έργο ξεχώρισαν αμέσως την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και της Γενοκτονίας των Ποντίων. Ο εκδημοκρατισμός των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.) και η αναγνώριση του Εργατικού ατυχήματος μαζί με τη θέσπιση κοινωνικών επιδομάτων και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.) έκαναν στη συνέχεια αληθινά υπερήφανους πατέρα και γιο.  

Ο Νίκος το 1974 είχε χλευάσει τη δήλωση του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή «Με καλέσατε και ήρθα», που έκανε μόλις γύρισε στην Ελλάδα από τη Γαλλία μετά από την πτώση της χούντας.
─ Τι λες, μωρέ, που σε καλέσαμε κιόλας; Εγώ τον Ανδρέα περίμενα.  

Πίστευε ακράδαντα ότι μόνον ο Ανδρέας ήταν ικανός να αποκαταστήσει την κοινωνική δικαιοσύνη σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, που είχαν υποστεί διώξεις και ταπεινώσεις από το αυταρχικό Μετεμφυλιακό κατεστημένο και να χτίσει ένα δημοκρατικό κράτος πρόνοιας. Έτσι, αμέσως μετά το 1974, συντάχθηκε μαζί του και ουδέποτε τον πρόδωσε, δείχνοντας κατανόηση ακόμη και για τη σχέση του με την εκρηκτική αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη. 
Ο Άλκης δεν είχε σοβαρούς λόγους για να στενοχωρεί τον πατέρα του σχετικά με τον Ανδρέα, παρόλο που έγκαιρα είχε πληροφορηθεί ότι για το κράτος πρόνοιας του «Τσοβόλα, δώστα όλα»… αλλά και για τα ημέτερα παλαιά και νέα τζάκια ο Ανδρέας δανειζόταν από το Εξωτερικό μεγάλα ποσά, ικανά να βουλιάξουν μακροπρόθεσμα τη χώρα.

Ο Νίκος, εφόσον πέρασε στον Άλκη την ιδεολογία του, τον άφησε ελεύθερο να επιλέξει το επαγγελματικό του μέλλον. Αμέσως μετά στράφηκε προς τον Άρη. Τον ήθελε οπωσδήποτε Μηχανικό. Ο Άρης, πάντα ανταγωνιζόμενος τον Άλκη, ήταν άριστος μαθητής και αυτός. Πείστηκε εύκολα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Ο Νίκος, έχοντας ρίξει όλο το βάρος της πατρικής νουθεσίας στον επαγγελματικό προσανατολισμό του γιου του, απέφυγε να τον πιέσει περαιτέρω για ΑΕΚ και ΠΑΣΟΚ. 
Μπορεί να μην έχτισε την Ελλάδα, όπως έλεγε, αλλά πήρε επιτέλους στην ιδιοκτησία του το πατρικό σπίτι της Αποστολίας και στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο έχτισε οικοδομές με καταστήματα και διαμερίσματα. Ο Άρης, σαφώς, είχε την τύχη να γεννηθεί και να μεγαλώσει σε καλύτερα χρόνια από τον Άλκη, όταν πλέον τα οικονομικά της οικογένειας είχαν εκτοξευτεί. Έτσι, ασπάστηκε νωρίς τις ιδέες της Νέας Δημοκρατίας και του Ολυμπιακού, επηρεασμένος πολύ και από την Πειραιώτισσα γυναίκα του, τη Μάγδα. 
Λεπτομέρειες, θα πείτε. Όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Η στάση ζωής τού κάθε ανθρώπου ασφαλώς και επηρεάζεται μακροπρόθεσμα από τα παιδικά του χρόνια, τα βιώματά του, τις πολιτικές ιδέες του, ακόμα και την ομάδα που υποστηρίζει ή και τον/την σύντροφό του. 
Ο Νίκος δεν έδωσε τότε σημασία σ’ αυτά. Του αρκούσε να κάνει όνειρα και να επιδεικνύει γεμάτος υπερηφάνεια στους φίλους και στους συγγενείς του και το πτυχίο του Άρη. 

Από την πλευρά του ο Άλκης δεν μπορούσε να έχει λόγο στις επιλογές του Άρη. Άλλωστε, είχαν μεγάλη διαφορά ηλικίας και ουσιαστικά δεν έζησαν πολύ μαζί. Ο Άρης ήταν μόλις 8 χρονών, όταν ο Άλκης έφυγε για τις σπουδές του. Πέρα από τις λίγες μέρες των διακοπών δεν έβλεπε τον μικρό αδελφό του. Θεωρούσε, μάλιστα, υπερβολικές τις αναφορές των φίλων και των συγγενών του για το πόσο κακομαθημένος και απαιτητικός ήταν από τα γεννοφάσκια του ο Άρης.
 

Οι πράξεις


Αύγουστος του 1994. 
Ο Άλκης είχε συμπληρώσει ευδοκίμως τα δεύτερά του… –άντα και μπορούσε επιτέλους να λέει ότι είναι και Ενδοκρινολόγος. Ταυτόχρονα, έγινε πατέρας δύο παιδιών. Δέκα χρόνια μετά τη γέννηση της Λίας, η Μελίνα γέννησε το δεύτερο παιδί τους, τον Νίκο. 
Ήταν απορροφημένος από τις συνεχόμενες μετεκπαιδεύσεις του, την ανοδική ομολογουμένως καριέρα του, τη φροντίδα των παιδιών του αλλά και με τα σχέδια για την ανέγερση ενός νέου σπιτιού. Έτσι, ο Άλκης δεν επιδίωξε επαφές με τη Νεφέλη. Μάθαινε, βέβαια, από την Ελεάνα ότι είχε σπουδάσει Γερμανική Φιλολογία και ότι σκόπευε να μετοικήσει στη Γερμανία, για να ξαναβρεί τους δικούς της. Αν την είχε ξεχάσει; Όχι, βέβαια. Μερικοί έρωτες ριζώνουν στα σώψυχα και εγκαθίστανται σε λανθάνουσα κατάσταση σαν κύτταρα που δεν ξέρουν πώς να εξελιχθούν. Συχνά πυκνά την έφερνε στο μυαλό του και χαμογελούσε γλυκόπικρα, αλλά σταματούσε εκεί.
Έβρισκε, μάλιστα, τρόπους να ξεδίνει με την παρέα του στα Βαρελάδικα με οινοποσίες και φλερτ της μιας βραδιάς. Συχνά χόρευε με όλο του το είναι το ζεϊμπέκικο Σ' αναζητώ στη Σαλονίκη…  
Ο Αντώνης τον πείραζε που και που, ενώ ο Αλέξανδρος, όπως πάντα, ήταν πιο κατηγορηματικός.
─ Δεν με άκουσες και σύντομα θα πονέσεις περισσότερο. Δύο πράγματα σου είπα τότε και κράτησες μόνο το πρώτο. Το  δεύτερο, το αγνόησες. Το έκρυψες κάτω από το χαλί και νομοτελειακά σε κάποια στιγμή θα το βρεις μπροστά σου. Όμως, ακόμη και τώρα δεν είναι αργά. Βρες τη Νεφέλη, μίλησε μαζί της και, αν σε θέλει, τότε τρέξε στη Μελίνα και εξήγησέ της. Μόνον έτσι θα λυτρωθείς. Α, και κάτι ακόμη. Μείνε μακριά από την Ελεάνα. Εφόσον σ’ αγαπάει, θα κάνει τα πάντα, για να σε κερδίσει. Αν ενδώσεις, την έβαψες.  

Ο Άλκης προβληματιζόταν με τις επισημάνσεις του Αλέξανδρου, αλλά και πάλι τις προσπερνούσε. Και, εφόσον δεν είχε χρόνο να διαθέσει για τη Νεφέλη, δεν είχε και τον χρόνο να παρακολουθεί λεπτομερειακά όλες τις ενδοοικογενειακές εξελίξεις, που έτρεχαν με… χίλια στην Ξάνθη. 
Ο αδελφός του ο Άρης είχε παντρευτεί με τη συμφοιτήτρια και συνάδελφό του Πολιτικό Μηχανικό, τη Μάγδα. Αποφάσισαν, όπως ήταν αναμενόμενο, να ζήσουν στην Ξάνθη. Από εκεί που ο πατέρας ήθελε έναν διάδοχο –τόσο στη δουλειά όσο και στην επιχείρηση– βρέθηκε να έχει δύο. Καθόλου άσχημα. 

Η συμβίωση των δύο οικογενειών πατέρα και γιου και η καθημερινή τριβή τους δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ο Άλκης μιλούσε τηλεφωνικά σχεδόν καθημερινά με τους γονείς του και άκουγε τους προβληματισμούς τους. Προσπαθούσε να δίνει λύσεις και να τους διευκολύνει. Ωστόσο, ήταν πολύ διαφορετική η δική του δουλειά από τη δική τους και δεν τους κατανοούσε εύκολα. Με τον αδελφό του κρατούσε ικανές αποστάσεις. Ήταν δύο διαφορετικοί χαρακτήρες με μεγάλη διαφορά ηλικίας, άλλα βιώματα από την παιδική τους ηλικία, αντίθετες πολιτικές πεποιθήσεις μέχρι και ομάδες. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, οι πορείες τους στη ζωή δεν είχαν ορατά σημεία σύγκλισης.
Οι ουσιαστικές συζητήσεις γίνονταν με κάθε επισημότητα μόνο στις γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Ο Νίκος και η Αποστολία –ως γνήσιοι Έλληνες γονείς– ήθελαν πάντα κοντά τους τα παιδιά και τα εγγόνια τους τις Άγιες μέρες. Μέσα τους σφόδρα επιθυμούσαν να ζουν όλοι μαζί στην Ξάνθη, ει δυνατόν και στην ίδια οικοδομή. Τα κατάφεραν μια χαρά με τον έναν γιο, αλλά ένιωθαν και τον άλλον αρκετά κοντά τους. Ειδικά ο πατέρας δεν θα ήθελε με τίποτε να ψάχνει στα γεράματά του με μια βαλίτσα στο χέρι τα παιδιά του, όπως ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο στη συγκινητική ταινία Everybody's Fine

Ο Άρης, μόλις τελείωσε τις σπουδές του, μπήκε αμέσως μαζί με τη γυναίκα του στην επιχείρηση του πατέρα. Ξεκίνησαν με ενθουσιασμό και δούλευαν σκληρά. Ό Άρης στο εργοτάξιο και η Μάγδα στην επιχείρηση. Πρόσθεσαν νέες ιδέες και είχαν ως άμεσο στόχο να διατηρήσουν και να προστατεύσουν όλα όσα –και δεν ήταν λίγα– είχε κάνει μέχρι τότε ο πατέρας. Ταυτόχρονα, όμως, άρχισαν και να διεκδικούν ακίνητα που πίστευαν ότι δικαιούνται από την οικογενειακή περιουσία. Ο Άρης είχε ανέκαθεν ένα είδος αντιπαράθεσης με τον μεγαλύτερό του αδελφό. Πίστευε ότι οι γονείς του αγαπούσαν περισσότερο τον Άλκη και ότι, για να τον σπουδάσουν, ξόδεψαν τα διπλάσια χρήματα από όσα ξόδεψαν γι’ αυτόν. Το σκεπτικό του δεν ήταν αβάσιμο, εφόσον οι σπουδές του Άρη και μάλιστα στην Ξάνθη ήταν πέντε χρόνια, ενώ του Άλκη στη Θεσσαλονίκη πάνω από δέκα. 
Έτσι, σύνδεσαν τις διεκδικήσεις τους με αυτό το επιχείρημα. Ήταν, όμως, τόσο ισχυρός αυτός ο λόγος, ώστε να διεκδικούν και μάλιστα από τόσο νωρίς περισσότερα περιουσιακά στοιχεία; Φυσικά και όχι. Ο πραγματικός λόγος ήταν το μακροπρόθεσμο σχέδιο του Άρη και της Μάγδας για την υλοποίηση μιας μεγαλόπνοης ιδέας. Να κατασκευάσουν ένα Εμπορικό κέντρο στην Ξάνθη. 
Ο Άλκης δεν κατανοούσε αυτόν τον μεγαλοϊδεατισμό τους. Ποιος ο λόγος να κάνουν ένα τόσο τολμηρό επιχειρηματικό άλμα; Γιατί να ρισκάρουν οικονομικά, από τη στιγμή που η δουλειά τους πήγαινε τόσο καλά; Ουδέποτε πήρε πειστικές γι’ αυτόν απαντήσεις γύρω από αυτά τα ερωτήματα. Μπορούσε να έχει τις αντιρρήσεις του αλλά ως ένα σημείο. Από εκεί και πέρα κινδύνευε να παρεξηγηθεί. 
Από την πλευρά του, ο πατέρας τους είχε αρχίσει να προβληματίζεται. Ήταν και δική του ιδέα η ανέγερση Εμπορικού κέντρου, όμως δεν ήθελε με τίποτε να αδικήσει και τον Άλκη.  

Ο Νίκος πάλευε από μικρό παιδί σε μια δύσκολη και απαιτητική δουλειά. Το καμπανάκι που σήμανε τη σωματική, ψυχική και πνευματική του κούραση χτύπησε απειλητικά εκείνο το Καλοκαίρι. Ο Άρης ταράχτηκε με την κατάστασή του. Τον ανέβασε αμέσως στο αυτοκίνητο και παρά τις όποιες αντιρρήσεις του τον πήγε για εξετάσεις στο Νοσοκομείο. Οι εξετάσεις δεν ήταν εντελώς καθησυχαστικές. Και τότε ενημέρωσε τον αδελφό του για το περιστατικό.
Ο Άλκης ένιωθε ανήμπορος να βοηθήσει σε μόνιμη βάση τον πατέρα του και τα έβαλε με τον εαυτό του. Για πρώτη φορά τού πέρασε από το μυαλό η μαύρη σκέψη ότι μπορεί και να τον χάσει. Και αυτόματα πήρε την απόφαση ο ίδιος να υποχωρεί σε κάθε ενδοοικογενειακή διένεξη, προκειμένου να τον αποφορτίζει –τουλάχιστον από την πλευρά του. 
Ωστόσο, έναν χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 1995, ο πατέρας έπαθε καρδιακή ανακοπή στο παραθαλάσσιο σπίτι τους στα Άβδηρα. Ο Άρης φρόντισε να τον μεταφέρουν το ταχύτερο στο Νοσοκομείο και ειδοποίησε τηλεφωνικά τον Άλκη.
─ Άλκη, τρέξε γρήγορα. Ο πατέρας. Ένιωσε άσχημα. Τον μεταφέραμε στο Νοσοκομείο και οι Γιατροί προσπαθούν να τον κρατήσουν στη ζωή. 

Ο Άλκης έκλεισε το τηλέφωνο και έτρεξε προς το αυτοκίνητό του. Ήταν σχεδόν σίγουρος ότι ο πατέρας του είχε πεθάνει. Σε όλη τη διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το Νοσοκομείο της Ξάνθης και, ενώ έτρεχε με… χίλια σε ένα άθλιο οδικό δίκτυο, δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να κατηγορεί τον εαυτό του. Πίστευε ότι έφταιγε, μόνο και μόνο γιατί ζούσε χιλιόμετρα μακριά και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να είναι κοντά του. 

Οι σκέψεις του επαληθεύτηκαν στο Νοσοκομείο. Δεν τον πρόλαβε ζωντανό και οι εικόνες που είδε ήταν τραυματικές. Τραγική φιγούρα η μητέρα. Ήταν σαν να είχε φύγει μαζί με τον άντρα της. Ο Άρης και η Μάγδα έκλαιγαν με αναφιλητά. Και τότε κατάλαβε για τα καλά πόσο βαριά και αναντικατάστατη ήταν ακόμη και η σκιά του πατέρα του.

Στην κηδεία βούλιαξε η Εκκλησία. Ο Νίκος ήταν πολύ αγαπητός στην Ξάνθη. Από κάθε γωνιά της Ελλάδας ήλθαν όλα τα συγγενικά τους πρόσωπα. Κοντά στον Άλκη βρέθηκαν η Ελεάνα, ο Αντώνης, ο Αλέξανδρος και η Λητώ, που πρόλαβαν να έλθουν μαζί με τον γιο τους από το Αμβούργο. 

Ο Άρης είχε ζήσει όλα του τα χρόνια, ακόμη και αυτά των σπουδών του, μαζί με τον πατέρα του. Η απώλεια ήταν γι’ αυτόν πολύ μεγαλύτερη. 
Εκείνες τις δύσκολες ώρες, αφού σκούπισε τα δάκρυα από τα μάτια του, έστρεψε το βλέμμα του προς τον αδελφό του. Είδε –ενδεχομένως– σ’ αυτόν τον νέο του πατέρα ή έναν μεγαλύτερο αδελφό με αυξημένη ευθύνη. Ο Άλκης δεν το είχε καταλάβει τότε καλά.  

Στο μεταξύ, αμέσως μετά από τον θάνατο του πατέρα φούντωσαν οι συζητήσεις ανάμεσα στα αδέλφια για το πώς θα μοίραζαν την οικογενειακή περιουσία. Παρά το γεγονός ότι σχεδόν όλα είχαν διευθετηθεί με προφορικές συμφωνίες όσο ζούσε ο πατέρας, η τελική τους συμφωνία δεν ήταν εύκολη. Η διεκδικητική στάση του Άρη συνεχίστηκε. Ο Άλκης είχε ήδη κάνει υποχωρήσεις. Έτσι, προσπάθησε πολύ –και πάλι υποχωρώντας– να πετύχει μια κατά το δυνατόν δίκαιη μοιρασιά. Το ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακός είχε ολοκληρωθεί ισόπαλο. 
Ωστόσο, στον απόηχο του… ντέρμπι, ο Άλκης έτυχε να κάνει μια ήπια παρατήρηση στη Μάγδα πάνω στη διαχείριση της οικογενειακής επιχείρησης. Τότε, η αντίδραση του Άρη εναντίον του Άλκη με τη χρήση της πιο γνωστής Ελληνικής βρισιάς αποκάλυψε τις διαταραγμένες σχέσεις τους. Η επίθεση αυτή με την ένταση που είχε και με την… παχιά προφορά του λάμδα στην επίμαχη λέξη ήταν αδικαιολόγητη. Σχεδόν ταυτόχρονα ο Άλκης και η Μελίνα άνοιξαν την πόρτα και αποχώρησαν. Κάπως έτσι και οι δυο τους κατανόησαν πλήρως πόσο στενόχωρη είναι η διαδικασία που ακούει στο όνομα… κληρονομικά.

Ένα μόλις εξάμηνο μετά τον θάνατο του Νίκου η Αποστολία… έσπευσε για να τον συναντήσει. Ήταν κάτι που το είχε δρομολογήσει από την κηδεία του άντρα της. Είχε παραιτηθεί από τη ζωή και το μοιραίο ήταν απλώς θέμα χρόνου.
Στην κηδεία τα δύο αδέλφια ήλθαν και πάλι κοντά. Ο Άρης του είπε πολλά, μα πάρα πολλά συγκινητικά λόγια αγάπης. 
Ο Άλκης, πάντα πιο ορθολογικός και λακωνικός, του επισήμανε ότι τα λόγια τα παίρνει ο αέρας.
─ Μετράνε οι πράξεις, Άρη μου. Σε παρακαλώ, λοιπόν, προσπάθησε να συμβαδίζουν τα όμορφα λόγια σου με αντίστοιχες πράξεις. 

Ο Άρης συμφώνησε. Ίσως γιατί δεν είχε λόγο να διαφωνήσει.
Ο Άλκης από την πλευρά του θεωρούσε διαχρονικά ότι ως μεγαλύτερος αδελφός όφειλε να κρατάει μια γενικά ήπια στάση και στα όποια δύσκολα… να σιωπά. Άλλωστε, δεν χρειάζεται κανείς να φωνάζει δυνατά, για να εκφράσει όμορφα πράγματα.

Πίστεψε τότε ότι η αδελφική σχέση τους είχε αισθητά αναβαθμιστεί. Έτσι, υπακούοντας και στο δοκιμασμένο σχήμα «από μακριά και αγαπημένοι», συνέχισε την προσωπική του ζωή, όπως είχε κάθε δικαίωμα να κάνει.


Το επιτελικό σχέδιο

 
Στην προσωπική του ζωή ο Άλκης όχι μόνο ξέχασε την προειδοποίηση του Αλέξανδρου για τη Νεφέλη, ξέχασε εντελώς και το απαγορευτικό για την Ελεάνα. Η Ελεάνα από την πλευρά της ήθελε διακαώς να βρεθεί μαζί του και γι’ αυτό προχώρησε σε εξομολογήσεις, όταν βρέθηκαν εντελώς μόνοι στο Γραφείο του.
─ Άλκη, ύστερα από τόσα χρόνια που είμαστε μαζί στη δουλειά, ύστερα από τόσες δυσκολίες που έχουμε περάσει, δεν μπορώ να σου κρύβω τα συναισθήματά μου. Σ’ αγαπώ πολύ. Έχεις έναν τρόπο γλυκό να με ακούς και να με χαλαρώνεις. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις. Έχω εξάρτηση από σένα. Οι άλλοι άντρες που με πλησιάζουν, μου είναι αδιάφοροι, γιατί έχουν τον αέρα του αρπακτικού. Ένας από αυτούς είναι και ο φίλος σου ο Αντώνης. Με πίεζε και με πιέζει ακόμα να βρεθούμε. Ειδικά τώρα που μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη μού έχει γίνει πολύ φορτικός. Εγώ όμως θέλω να είμαι μαζί σου…

Όλα αυτά τα έλεγε χαμηλόφωνα, εξομολογητικά, με παύσεις, ακουμπώντας απαλά τα χέρια του. Ο Άλκης φάνηκε απροετοίμαστος. Συγχρόνως προσπάθησε να αποφύγει τα χείλη της με ήπιο τρόπο, μαλακά, χωρίς απόρριψη. Έριξε το βάρος τής συζήτησης στη στάση του Αντώνη και συνέχισε.
─ Ελεάνα, δεν ήξερα για τον Αντώνη. Πρώτη φορά το ακούω από σένα. Όμως είναι σπουδαίο παιδί και είναι ελεύθερος. Εμένα είναι καλύτερα να με ξεχάσεις. Ήδη νιώθω τύψεις για τον θάνατο των γονιών μου και μια σχέση μαζί σου θα με διέλυε. Δεν σε απορρίπτω ως γυναίκα. Ασφαλώς και εκτιμώ την παρουσία και τη συμπαράστασή σου. Όμως, δεν μπορώ να σε δω διαφορετικά. Νιώθω όμορφα μαζί σου. Είμαι ευγνώμων για όσα μου προσφέρεις. Σε θαυμάζω ως συνάδελφο… αλλά ως εδώ.

Έθεσε με σαφήνεια τα όριά του. Η Ελεάνα δεν μίλησε. Σιγά σιγά τράβηξε τα χέρια της από τα δικά του. Βρήκε γρήγορα την αυτοκυριαρχία της και αποχώρησε ευθυτενής. Έτσι ήταν. Δεν επέτρεπε στον εαυτό της πολλά συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα.

Ο Άλκης δεν τηλεφώνησε αμέσως στον Αντώνη. Άφησε να κυλήσουν αρκετές ώρες, για να του φύγει η ένταση. Άλλωστε, μαζί του η συζήτηση ποτέ δεν είχε το ειδικό βάρος της κάθε περίστασης. Ο Αντώνης απέφευγε τις συναισθηματικές εξάρσεις και τους μελοδραματισμούς. Επέλεγε σταθερά το χιούμορ και το πείραγμα. Τόσα χρόνια διαβάζοντας πρώτα στο περιοδικό ΚΛΙΚ και μετά στο Nitro τα editorial και τα άρθρα είχε ξεσηκώσει τέλεια την ιδιόλεκτο του Κωστόπουλου, που βάλθηκε ως αυτόκλητος ιεραπόστολος να ξεβλαχέψει τους απανταχού Έλληνες –έφηβους, νέους και μεσήλικες– και να τους μετατρέψει σε επιβήτορες γυναικών και σε καταναλωτές ειδών πολυτελείας και ευκαιριακών ιδεών. Γι’ αυτό του μίλησε ανάλογα.
─ Έλα ρε φίλε. Εγώ σου τα λέω όλα και εσύ είσαι σφίγγα. 
─ Τι έκανα πάλι;
─ Είχα μια συζήτηση σήμερα με την Ελεάνα. Της τα έριξες ή όχι;
─ Σου είχα πει ότι μου αρέσει πολύ και τη θέλω, αλλά δεν μου έδωσες σημασία. Ούτε προσφέρθηκες να μεσολαβήσεις. Τι να έκανα και εγώ. Σάλπισα επίθεση, αλλά έσπασα τα μούτρα μου. Έφαγα γκολ από τα αποδυτήρια. Ρε συ, αυτή έχει καύλα για σένα. Της υποσχέθηκα τα πάντα εκτός από στεφάνι. Ρε διάολε, πώς εσύ που είσαι παντρεμένος πείθεις τις γυναίκες; 
─ Ε, πήρες φόρα. Εκτός από τη Μελίνα δεν έπεισα καμία γυναίκα μέχρι τώρα και το ξέρεις πολύ καλά. Η Ελεάνα μου αρέσει, δεν μπορώ να πω, αλλά μου είναι δύσκολο να κάνω κάτι μαζί της. Αν το μάθαινε η Μελίνα; Η Νεφέλη; Έπειτα είμαι και ενοχικός τύπος.
─ Ώπα, για στάσου! Η Νεφέλη τι σχέση έχει τώρα; Έχεις σχεδόν δέκα χρόνια να τη δεις. Πάει πέταξε αυτό το πουλάκι. Προσωπικά δεν θα με χαλούσε, αν τη γνώριζα. Ωστόσο, από την Ελεάνα δεν παραιτούμαι εύκολα. Η πολιορκία συνεχίζεται. Αλλάζω τακτική. Θα προσπαθήσω να πετύχω πιο εναλλακτική λύση.  
─ Τι είδους λύση;
─ Κάτι έχω στο μυαλό μου. Άφησέ με να το επεξεργαστώ καλύτερα. Θέλει επιτελικό σχέδιο.
─ Αντώνη, θα χαρώ πολύ, αν σμίξετε με την Ελεάνα και αν σε οδηγήσει ως τα σκαλιά της εκκλησίας. Α, και πού είσαι; Μη διανοηθείς να πλησιάσεις τη Νεφέλη και μη φανερώσεις τα αισθήματά μου για τη Νεφέλη στην Ελεάνα. Για μένα αυτά τα δύο –ένα προς ένα– είναι …αιτίες πολέμου.  
─ Έχεις τον λόγο μου. Με την Ελεάνα, όμως, θα σμίξουμε. Είμαι σίγουρος. Τώρα για τα σκαλιά της εκκλησίας και άλλες τέτοιες μπούρδες δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα.   
Ο Αντώνης ήταν πεισματάρης. Θα έκανε τα πάντα, για να πετύχει το σχέδιο που είχε στο μυαλό του. Σε μια βραδινή ομαδική έξοδο προσέγγισε και πάλι την Ελεάνα. Μετά από δυο τρία ποτά τη βρήκε λίγο πιο ανοιχτή και χαλαρή, οπότε της μίλησε χωρίς περιστροφές με το γνωστό παιχνιδιάρικο υφάκι. 
─ Ελεάνα, μίλησα με τον Άλκη για σένα. Νομίζω ότι ο λόγος που με απορρίπτεις είναι γιατί προτιμάς εκείνον. Και οι δύο, εγώ ως εκ πεποιθήσεως ελεύθερος και εκείνος ως παντρεμένος δεν μπορούμε να σου υποσχεθούμε γάμο. Εγώ θέλω να κάνω έρωτα μαζί σου και εσύ μαζί του. Ο Άλκης δεν σε απορρίπτει ως γυναίκα, έχει όμως πολλές αναστολές και τύψεις. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, μαζί να τις μετριάσουμε.   
─ Και πώς θα το πετύχουμε αυτό;
─ Αν συμφωνήσεις και εσύ θα του προτείνω να… πέσουμε και οι τρεις μας στο κρεβάτι. 

Η Ελεάνα, ενώ μέχρι τότε συμμετείχε με ελαφρά διάθεση στην κουβέντα, πετάχτηκε σαν ελατήριο.
─ Αποκλείεται.
─ Γιατί το αποκλείεις; Έχεις δοκιμάσει και δεν σου άρεσε;
─ Φυσικά και δεν έχω δοκιμάσει. Και ούτε θα ήθελα να δοκιμάσω. Άλλωστε, είμαι σίγουρη ότι δεν θα το ήθελε ούτε ο Άλκης.
─ Για τον Άλκη είναι μια κάποια λύση.

Ο Αντώνης άρχισε τα… κωστοπουλικά επιχειρήματα.  
─ Σε ένα ενδεχόμενο τρίο με τη βαρύτητα και το κύρος που έχει η δική μου παρουσία θα μειωθούν τουλάχιστον κατά 50% οι τύψεις του Άλκη. Σκέψου το λίγο. Έχουμε μεγάλες πιθανότητες να ζήσουμε μια ανεπανάληπτη εμπειρία. 

Η Ελεάνα συνέχισε στο ίδιο μήκος κύματος, με βιτριολικό χιούμορ.
─ Αντώνη, μήπως πρέπει να μαζευτείτε καμιά δεκαριά άντρες, για να μειώσετε, βρε αδερφέ, τις τύψεις του Άλκη στο 10%; Ας σοβαρευτούμε λίγο. Εγώ δεν έχω τίποτε να προσθέσω. Σε παρακαλώ πολύ να πάψεις να με ενοχλείς.

Έκοψε την κουβέντα με αποφασιστικότητα και αποχώρησε. 
Ο Αντώνης δεν απογοητεύτηκε από αυτά που του είπε η Ελεάνα. Εκείνος ως καλός Γεωπόνος είχε φυτέψει με επιμέλεια τον σπόρο του και έδειχνε σίγουρος για τη συνέχεια. Φύσει αισιόδοξος είχε διακρίνει στα μάτια της μια έστω και ελάχιστη κατάφαση… Χωρίς να χάσει χρόνο την επομένη ενημέρωσε και τον Άλκη με ανάλογα επιχειρήματα. 
─ Άλκη, μίλησα με την Ελεάνα και της κατέθεσα μια νέα συναρπαστική πρόταση, που όμως προϋποθέτει και τη δική σου συμμετοχή. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Οκτώ στους δέκα άντρες και τρεις στις δέκα γυναίκες δεν θα έλεγαν όχι για τη συμμετοχή τους σε μια εναλλακτική σεξουαλική δραστηριότητα. Τα ποσοστά είναι με το μέρος μας. Της πρότεινα, λοιπόν, να κάνουμε… τρίο. Πιστεύω, βέβαια, ότι το καλύτερο για τον άντρα είναι το ΑΓΓ (Άντρας-Γυναίκα-Γυναίκα), αλλά για μας είναι μονόδρομος το ΓΑΑ (Γυναίκα-Άντρας-Άντρας). Και στην περίπτωση αυτή οι τύψεις σου χάρη στη δική μου συμμετοχή θα περιοριστούν στο μισό. 

Ο Άλκης κεραυνοβολημένος, όταν βρήκε τη μιλιά του, ρώτησε εναγωνίως.
─ Και η Ελεάνα τι σου είπε;
─ Το αναμενόμενο. Ένα ξερό αποκλείεται. Αλλά, έλα τώρα, ξέρεις πώς είναι οι γυναίκες. Φιλτράρουν καλύτερα τις σκέψεις τους μέσα στο μυαλό τους και μετά ενδίδουν. Από σένα δεν θέλω να φάω πόρτα. Τα χρόνια περνούν γρήγορα… μαζί και οι στύσεις. Δεν δικαιούμαστε να χάσουμε αυτή την ευκαιρία. Σκέψου το καλά.

Ο Άλκης εντυπωσιάστηκε με την επιμονή του Αντώνη. Δεν του ήταν καθόλου αδιάφορη η πρότασή του. Κάθε άλλο. Ένα ερωτικό τρίο με οποιαδήποτε μορφή είναι πάντα μέσα στις τοπ φαντασιώσεις ενός αρσενικού. Ακόμη και η μοιρασιά των τύψεων δεν ήταν αμελητέα παράμετρος. Πέρασε, λοιπόν, και αυτό μέσα στις άλλες έννοιες του.
Αλλά τι πρώτα να σκεφτεί ο Άλκης; Είχε τόσα ανοιχτά μέτωπα, που του ήταν αδύνατο να πάρει στα σοβαρά εκείνη τη χρονική στιγμή το σχέδιο του Αντώνη.


Η επέτειος


Αύγουστος του 1997. 
Το τηλέφωνο του Άλκη χτυπούσε πολλές φορές καθημερινά. Αντιμετώπιζε με υπομονή όλες τις πιθανές ή απίθανες ερωτήσεις των ασθενών του. Εκείνη, όμως, τη μέρα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα πολύ διαφορετικό. Ένα τηλεφώνημα που πιθανότατα θα του άλλαζε τη ρότα της ζωής του.
─ Άλκη, η Νεφέλη είμαι. Σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια ήμουν ένα ξεχωριστό περιστατικό για σένα. Έτσι τουλάχιστον μου είχες πει. Άραγε με θυμάσαι; 

Η καρδιά του πρώτα σταμάτησε και ύστερα άρχισε να χτυπάει δυνατά. Η αλήθεια ήταν ότι είχε ξεχάσει την ημερομηνία αυτής της… επετείου, όμως τη Νεφέλη ποτέ. Προσπάθησε να ηρεμήσει και να της μιλήσει φυσιολογικά.
─ Νεφέλη, τι ευχάριστη έκπληξη είναι αυτή; Ασφαλώς και σε θυμάμαι. Θέλεις να τα πούμε από κοντά; Έλα στο Νοσοκομείο. Ξέρεις το Γραφείο μου. 
─ Είναι καλά, αν έλθω σε μία ώρα;
─ Ναι, μια χαρά είναι.
Είναι από εκείνες τις φορές που το μυαλό παύει να σκέφτεται τα τυπικά, υποχρεώσεις, δουλειά, γυναίκα, παιδιά. Παύει γενικά να σκέφτεται ορθολογικά. Δέκα χρόνια μετά ένιωθε πιο έτοιμος από ποτέ, για να αντιμετωπίσει τη νέα πρόκληση της ζωής του. Ωστόσο, δεν μπορούσε να κρύψει εντελώς την ταραχή του. Ε, δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να συναντάς ύστερα από τόσα χρόνια τη γυναίκα που ερωτεύτηκες με την πρώτη ματιά. 

Η Νεφέλη ήλθε ακριβώς στην ώρα της. Άνοιξε την πόρτα του Γραφείου του και στάθηκε με μια ελαφρά συστολή μπροστά του. Το όλο σκηνικό παρέπεμπε στην τρυφερή συνάντηση που πρόσφεραν κινηματογραφικά η Τζούλια Ρόμπερτς και ο Χιου Γκραντ στην προτελευταία σκηνή της ταινίας Notting Hill. Και ενώ σε εκείνη τη σκηνή οι δύο πρωταγωνιστές δεν ήλθαν κοντά για λόγους που σχετίζονται με το Βρετανικό φλέγμα, στη δική τους σκηνή, εφόσον λειτούργησε άψογα το Μεσογειακό ταμπεραμέντο τους, η Νεφέλη και ο Άλκης μετά από μια πολύ σύντομη στιγμή αμηχανίας αγκαλιάστηκαν σφιχτά και έμειναν έτσι για αρκετή ώρα. Η Νεφέλη, γυναίκα πια, κούρνιασε, όπως τότε, στην αγκαλιά του. Ο Άλκης ένιωσε αμέσως ότι οι προσδοκίες της ταυτίζονταν με τις δικές του. Εκείνη τη στιγμή, όμως, συνειρμικά θυμήθηκε και τα λόγια του Αλέξανδρου… «Άλκη, αν κρύψεις το πρόβλημά σου κάτω από το χαλί, αυτό και θα γιγαντώνεται και θα το βρίσκεις διαρκώς μπροστά σου.»

Ο φίλος του είχε δίκιο. Ήταν περίπου νομοτελειακό αυτό που του συνέβαινε. Βρήκε πάλι όχι ακριβώς το πρόβλημα μπροστά του αλλά μια μοναδική πρόκληση και όφειλε, ως πιο ώριμος πλέον, να την αποκωδικοποιήσει και να την αξιοποιήσει.  
Ο Άλκης πήρε το σακάκι του και παρακάλεσε τη Νεφέλη να τον ακολουθήσει στο αυτοκίνητό του. Ήθελε να της μιλήσει μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα των συναδέλφων του και τα άγρυπνα μάτια της Ελεάνας. 
Ούτε ήξερε πού πήγαινε. Από συνήθεια ανέβηκε προς το Πανόραμα, όπου έχτιζαν το νέο τους σπίτι, σύμφωνα με τα σχέδια του φίλου του Αλέξανδρου. Ήταν μια διαδρομή που την έκανε δύο με τρεις φορές τη μέρα τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν έφτασε μέχρι το σπίτι. Σταμάτησε λίγο πριν, σε μια ήσυχη πευκόφυτη περιοχή και γύρισε προς το μέρος της. 
─ Νεφέλη, άραγε, είσαι έτοιμη να ακούσεις αυτά που ήθελα να σου πω σε εκείνη τη συνάντησή μας πριν από δέκα χρόνια;
─ Δεν ξέρω ακριβώς τι ήθελες τότε να μου πεις. Ξέρω, όμως, ότι όλα αυτά τα χρόνια ήσουν μια γλυκιά ανάμνηση για μένα, που δεν ξεθώριαζε ούτε και όταν πήγαινα στους γονείς μου στη Γερμανία. Μάθαινα πάντοτε τα νέα σου από την Ελεάνα. Και πάντοτε έψαχνα μια αφορμή να σε συναντήσω. Άλλωστε, ήθελα να σ’ ευχαριστήσω για την παρουσία και τη βοήθειά σου, τότε, στο Νοσοκομείο. Και το κουτάκι με τα γλυκά γι’ αυτό το έφερα.
─ Ωραία, θα μιλάμε και θα τρώμε τα γλυκά σου. Αλλά πες μου σε παρακαλώ. Τι νομίζεις ότι θα σου έλεγα, τότε, στο ραντεβού μας;
─ Δεν έχω ιδέα. Όμως το ότι κατέληξα να… γδύνομαι στο Ακτινολογικό για… πρόσθετες εξετάσεις, αυτό ειλικρινά με ξεπέρασε. Και το ότι έφυγες και μ’ άφησες εκεί μόνη μου, αυτό με αποτελείωσε. 
─ Έχεις δίκιο σε όλα. Το θέμα τότε ήταν ότι, μόλις μπήκες στο αυτοκίνητό μου, μπλόκαρα. Δεν ήμουν έτοιμος να σου μιλήσω. Τώρα όμως είμαι. Ειλικρινά, δεν είχες καταλάβει τότε τι θα σου έλεγα;
─ Είχα υποθέσει ότι θα ακολουθούσε κάποια προσωπική εξομολόγηση. Ίσως όχι για μένα. Ίσως για τη θεία μου; Δεν ξέρω, ειλικρινά.   
─ Κλείσε σε παρακαλώ τα μάτια σου. 
─ Γιατί;
─ Θα με βοηθήσεις να πω πιο εύκολα ό,τι δεν τόλμησα τότε.

Ο Άλκης το έκανε να φαίνεται σαν παιχνίδι. Αλλά δεν ήταν. Ήξερε ότι εκείνη τη στιγμή έπαιζε κορώνα-γράμματα όλες τις συμβατές με τη μικροαστική αντίληψη αξίες της ζωής του.
─ Νεφέλη μου, ήμουν, είμαι και θα είμαι ερωτευμένος μαζί σου. Σ’ ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που σε είδα στο Νοσοκομείο. Αυτό ήθελα να σου πω τότε, αλλά δεν το κατάφερα. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα. Όχι ότι και τώρα είναι εύκολο, αλλά δεν μπορώ να κρύβομαι άλλο. 

Η Νεφέλη άνοιξε διάπλατα τα μάτια της. Έλαμπε. Έγειρε πάνω του απαλά. Πήρε τα χέρια του και τα τύλιξε στη μέση της.
─ Έπρεπε να με είχες αγκαλιάσει και τότε. Θα έπαιρνες δύναμη και θα μου μιλούσες πιο ελεύθερα. 
─ Νεφέλη μου, αν σε αγκάλιαζα, θα καταλήγαμε να κάνουμε έρωτα. Ήσουν ανήλικη. Φοβήθηκα τις συνέπειες για σένα, για μένα.

Του απάντησε αστειευόμενη.
─ Εγώ, πάντως, ήμουν από τότε σίγουρη για τρία μόνο πράγματα. Δεν θα έλεγα όχι, αν με φιλούσες. Δεν θα άφηνα τα χέρια σου να αποκτήσουν πρόσβαση σε… ευαίσθητα προσωπικά μου δεδομένα. Και δεν θα έλεγα τίποτε στη γιαγιά και στην Ελεάνα. 
─ Και τώρα; Τι θα με άφηνες να κάνω;
─ Τίποτε. Και δεν ξέρω, αν θα σε συγχωρήσω για τα χαμένα χρόνια. Αλλά, συγγνώμη, ίσως δεν κατάλαβα καλά. Τώρα, εξακολουθείς να είσαι ερωτευμένος μαζί μου;

Η Νεφέλη ήθελε και πάλι να βεβαιωθεί και πάλι να απολαύσει ως γυναίκα την πολύτιμη στιγμή της λατρείας της. Ο Άλκης ένευσε καταφατικά.
─ Ποτέ μου δεν σταμάτησα να σε σκέφτομαι και κατά κάποιο δικό μου, ενδόμυχο, τρόπο να σ’ αγαπώ, Νεφέλη.

Η παραδοχή αυτή σχεδόν τον ανακούφισε. Επέτρεπε πια –πίσω από το πλέγμα των πολλών «πρέπει»– να φαίνεται λίγο ο αληθινός εαυτός του. Η Νεφέλη άρχισε να κάμπτεται. Πλησίασε το πρόσωπό της στο δικό του. Ήλθαν πολύ κοντά. Τα χείλη τους ενώθηκαν σε ένα ατελείωτο φιλί. Μάταια, όμως, προσπαθούσαν να αναπληρώσουν τον χαμένο χρόνο. Ήταν πάρα πολλά τα δέκα χρόνια…
Ωστόσο, ο Άλκης είχε πια ξεμπλοκαριστεί. Συνέχισε να της μιλάει εξομολογητικά για τη ζωή του και να της λέει θερμά λόγια αγάπης. Στις φορτισμένες συναισθηματικά στιγμές του εκείνη τον αγκάλιαζε και τον φιλούσε τρυφερά στην προσπάθειά της να τον ηρεμήσει. Ούτε κατάλαβαν πώς πέρασε η ώρα. Μόλις που πρόλαβε να της κάνει μια μικρή περίληψη από τη ζωή του. Πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Δεν ήθελαν να αποχωριστούν ο ένας από τον άλλο. 
─ Νεφέλη μου, δεν θέλω να σ’ αφήσω. Έχουμε πάρα πολλά να πούμε. Από εδώ και πέρα θέλω να βρισκόμαστε τακτικά.
─ Εννοείται. Ούτε και εγώ θέλω να σ’ αφήσω. Άλλωστε, δεν πρόλαβα να σου πω τίποτε για μένα.
─ Ναι, είναι αλήθεια. Μονοπώλησα την κουβέντα. Σου ζητώ συγγνώμη. Ένιωσα πως θα έπρεπε να απολογηθώ για τον χαμένο χρόνο... 

Ο Άλκης ξαφνικά σοβαρεύτηκε. Σκέφτηκε κάτι οδυνηρό και ταυτόχρονα αυτονόητο. 
─ Νεφέλη, μήπως έχεις κάποια σοβαρή σχέση;
─ Τώρα, όχι. Η τελευταία μου σχέση έληξε πριν από ένα χρόνο χωρίς ευτυχές τέλος. Από τότε είμαι ιδιαίτερα απαιτητική στις σχέσεις μου με τους άντρες. Θα προσπαθήσω, όμως, να είμαι καλή μαζί σου. Αλλά, για να γίνει αυτό, θα ήθελα να μου απαντήσεις σε μία μόνον ερώτηση: Τι ακριβώς θέλεις από μένα; 

Ο Άλκης αιφνιδιάστηκε. Απέφυγε να απαντήσει ευθέως. Προσπάθησε έμμεσα να… το σώσει.
─ Θέλω πολύ να βρισκόμαστε και να μιλάμε. Θα πάμε σιγά σιγά. Δεν πρόκειται να σε πιέσω για οτιδήποτε. Μέσα από αυτές τις συζητήσεις θα δούμε τι μπορούμε να κάνουμε ο ένας για τον άλλον.  
─ Δεν είναι και τόσο πειστική η απάντησή σου. Ωστόσο, θέλω πολύ να σε ξαναδώ. Μπορούμε να βρεθούμε και αύριο;
─ Εννοείται ότι θα μπορέσω και εννοείται ότι το θέλω πολύ.


Η Νεφέλη


Ο Άλκης επέστρεψε στο Νοσοκομείο ευτυχής αλλά και αρκετά μπερδεμένος. Η Νεφέλη ήταν θελκτική γυναίκα. Αν την είχε ερωτευτεί πριν δέκα χρόνια, τώρα ήταν τρελαμένος μαζί της. Εκείνη δεν είχε κάποια σχέση και το πεδίο ήταν ορθάνοιχτο μπροστά του. Ήταν καλό αυτό; Ή μήπως θα ήταν καλύτερα, αν είχε κάποια σχέση; Μάλλον ναι. Στην περίπτωση αυτή θα άφηναν και οι δύο τούς συντρόφους τους και με τις ίδιες τύψεις θα ζούσαν κάτι όμορφο και ξεχωριστό. Τώρα μόνον αυτός θα έπρεπε να μιλήσει στη γυναίκα του. Και πόσο εύκολο θα ήταν; 
Σήκωσε αμέσως το τηλέφωνο, για να εκπέμψει SOS στον γνωστό διασώστη.
─ Αλέξανδρε, δεν ξέρω αν έχεις χρόνο. Θα χρειαστώ πολύ ώρα, για να σου εξηγήσω τι μου συνέβη σήμερα.

Ο Αλέξανδρος του απάντησε στωικά.
─ Άλκη, ξεκίνα. 
─ Ήλθε και με βρήκε η Νεφέλη. Μιλήσαμε πολλή ώρα. Είμαι τρελός μαζί της, ρε φίλε. 
─ Έλα, ρε. Πολύ σπουδαία είδηση. Κάνατε έρωτα;
─ Όχι, βέβαια.
─ Δεν πειράζει. Πού είσαι τώρα;
─ Στο Γραφείο μου, στο Νοσοκομείο.
─ Το περίμενα.
─ Γιατί, πού ήθελες να είμαι;
 
Ο Αλέξανδρος ύψωσε τη φωνή του.
─ Στο σπίτι σου, Γιατρέ. Να εξομολογείσαι στη Μελίνα το καλά κρυμμένο μυστικό σου. Να ζητάς συγχώρεση και διαζύγιο. 

Μετά, κατέβασε πάλι τον τόνο της φωνής του. 
─ Είσαι πολύ τυχερός, φίλε μου. Σε άλλους δεν δίνει δεύτερη ευκαιρία η ζωή. Όταν σε ρώτησε η Νεφέλη «Τι ακριβώς θέλεις από μένα;» θα περίμενα να της πεις με αποφασιστικότητα… «Θέλω να είμαι μαζί σου για πάντα». Και εσύ, αντί γι’ αυτό, κάθεσαι και φλυαρείς μαζί μου. 

Επειδή ο Άλκης δεν απαντούσε, καθώς τον άκουγε σοκαρισμένος, άλλαξε κουβέντα.
─ Αλήθεια, πώς πάνε οι εργασίες της οικοδομής; Προγραμματίζω να κατεβώ στην Ελλάδα, να περάσω από τη Θεσσαλονίκη και να μιλήσω με τον Ανέστη και τα συνεργεία του. Επίσης, θέλω να ξέρω μέχρι τότε, αν στο σπίτι αυτό θα μπεις με τη Μελίνα και τα παιδιά σου ή με τη Νεφέλη. Στη δεύτερη περίπτωση ίσως χρειαστεί να μιλήσω μαζί της…
─ Βιάζεσαι πολύ, Αλέξανδρε. 

Ο Άλκης ξαναβρήκε τη μιλιά του. Τέτοιας κλίμακας αλλαγές δεν είχε κάνει ποτέ στη ζωή του. 
Και η Μελίνα, τα παιδιά του… πώς θα μπορούσε να επέμβει τόσο δραματικά και απροσδόκητα στη ζωή τους; 
─ Είμαι χαρούμενος που άνοιξα την καρδιά μου στη Νεφέλη. Σε παρακαλώ πολύ, μην μου το χαλάς από την πρώτη μέρα. Θα βρεθώ πολλές φορές μαζί της, θα την προσεγγίσω πολύ διακριτικά, πριν προχωρήσουμε τη σχέση μας. Ως τότε, θα ξεδιαλύνω τις σκέψεις μου, θα μιλήσω στη Μελίνα.

Ο Αλέξανδρος ελάφρυνε κάπως τη συζήτηση. 
─ Ώπα, ρε μεγάλε. Και πώς θα απαντάς κάθε φορά στην ερώτηση «Τι ακριβώς θέλεις από μένα;», που θα σου κάνει και θα σου ξανακάνει με το δίκιο της η Νεφέλη; Α, κατάλαβα. Θα της λες εκείνο το παραμύθι που λένε οι δύο και πλέον εκατομμύρια παντρεμένοι Έλληνες… «Αγάπη μου, θέλω να μου δώσεις τον χρόνο, για να σκεφτώ πώς και με ποιο τρόπο θα ζητήσω διαζύγιο από τη γυναίκα μου». Γιατρέ μου, σοβαρέψου. Ζωή με προθεσμίες δεν αξίζει να τη ζεις. Τρίτη ευκαιρία δεν θα έχεις με το κορίτσι. Θυμάσαι τι έκανα εγώ με τη Λητώ το προτελευταίο βράδυ μας στην Αθήνα; Την είχα πάει στη Νεράιδα. Άκουγα τον Πάριο να τραγουδάει… «Καθισμένος στο απέναντι παγκάκι, Σαββατόβραδο μπροστά στην εκκλησιά, βλέπω εκείνη που αγαπούσα γελαστή κι ασπροφορούσα να ανεβαίνει μ’ έναν άλλον τα σκαλιά». Φρίκαρα. Σκεφτόμουν ότι δεν θα το άντεχα αυτό με τη Λητώ και κάπως έτσι έφυγα μαζί της στο Αμβούργο. Εσένα όμως δεν σε βλέπω καλά. Κάτι μου λέει ότι θα το ζήσεις στίχο προς στίχο το άσμα. Και τότε, δεν θα σου δώσω ούτε ώμο ούτε μαντίλι, για να κλάψεις.   
─ Αλέξανδρε, θέλω τον χρόνο μου. Μετά θα αποφασίσω τι είναι καλύτερο για μένα, τη Μελίνα και τη Νεφέλη. 
─ Κατάλαβα. Θα τα κάνεις πάλι μούσκεμα…

Μίλησε τηλεφωνικά και με τον Αντώνη. Αυτός έδειξε ενθουσιασμένος με τις εξελίξεις, αλλά έριξε και το καρφί του. 
─ Έλα, ρε. Ήταν έτσι όπως την άφησες; Άραγε, κράτησε την παρθενιά της για σένα;
─ Αντώνη, σοβαρέψου λίγο. Πέρασαν δέκα χρόνια. Η Νεφέλη είναι γυναίκα πια. 
─ Άρα, δεν είναι ακριβώς το πλάσμα που συνάντησες πριν από δέκα χρόνια. Αυτό, οφείλεις να το δεις…

Λίγο πριν φύγει από το Νοσοκομείο, μπήκε στο Γραφείο του η Ελεάνα. Τον πλησίασε με ύφος δήθεν αδιάφορο και υπεροπτικό. 
─ Είδα που ήλθε το μεσημέρι η Νεφέλη και σε βρήκε. Μετά εξαφανίστηκες. 

Ο Άλκης ήξερε καλά ότι η Ελεάνα θεωρούσε τον εαυτό της ανώτερο από τη Νεφέλη. Σχεδόν την υποτιμούσε. Γι’ αυτό δύσκολα θα πήγαινε το μυαλό της στη σχέση τους. Παρόλα αυτά φρόντισε να την καθησυχάσει.
─ Ελεάνα, πήγα να δω πώς πάει το σπίτι μου και πιάστηκα με τα συνεργεία. Η Νεφέλη ήταν περαστική. Με χαιρέτησε και σε δύο λεπτά εξαφανίστηκε. 

Ο Άλκης φρόντισε να ξεπεράσει όσα του είχε πει ο Αλέξανδρος. Ήθελε να ζήσει με όλες του τις αισθήσεις τη σχέση του με τη Νεφέλη. Δεν ήθελε να σκέφτεται τίποτε άλλο. Στο σπίτι πήγε αργά το βράδυ προφασιζόμενος αναπλήρωση εφημερίας συναδέλφου. Φυσικά δεν μίλησε με τη Μελίνα. 

Την άλλη μέρα το μεσημέρι πέρασε και πήρε τη Νεφέλη με το αυτοκίνητό του από το σπίτι της. Τον περίμενε στο πεζοδρόμιο. Έλαμπε και πάλι.
─ Νεφέλη μου, έχεις πρόταση για τη σημερινή μας έξοδο; Αν το αφήσεις σε μένα, εγώ θα σε πηγαίνω πάντα στο ίδιο μέρος.
─ Όχι, καλά ήταν εκεί που πήγαμε χθες. Ήσυχα. 
Ο Άλκης συναντούσε την αγαπημένη του σχεδόν κάθε βράδυ. Οι συνεδρίες τους είχαν και για τους δύο χαρακτήρα ψυχαναλυτικό. Ο Άλκης τής είπε τα πάντα για τους γονείς του, για τη γυναίκα και τα δύο παιδιά τους, για τη δουλειά του και πόσο πάλευε με το πρόβλημα που είχε στη θέα του αίματος. Της ανέλυσε τη σχέση του με τον αδελφό του τον Άρη και πόσο τον στήριζαν οι φίλοι του, ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης. Της εκμυστηρεύτηκε μέχρι και την… κοπιώδη προσπάθεια του Αντώνη να τον πείσει να κάνουν ερωτικό τρίο με την Ελεάνα. 

Η Νεφέλη απολάμβανε αυτές τις συνεδρίες και τον άκουγε με προσοχή. Έδειχνε πολύ ερωτευμένη. Αλλά ήταν; Για να δώσει ο ίδιος μιαν απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα έπρεπε να κάνει υπομονή. Δεν ήταν καθόλου εύκολο από την αρχή να εκτιμήσει σωστά. 

Η Νεφέλη δεν ήταν διατεθειμένη να πέσει αμέσως στο κρεβάτι μαζί του. Τον άφηνε να την αγγίζει, αλλά του έκοβε έγκαιρα την όποια ορμή του. Ο Άλκης, εξαιτίας αυτής της στάσης αλλά και της μεγάλης μεταξύ τους διαφοράς ηλικίας έβγαλε από την αρχή κάποια ανασφάλεια. Έστω και έτσι, όμως, ένιωθε όμορφα, σαν ερωτευμένος έφηβος που ανακαλύπτει σταδιακά τη λίμπιντό του. 

Στις εξομολογήσεις της η Νεφέλη αναφέρθηκε εκτενώς στους γονείς της. Η μητέρα της, η Χαρά, δεν είχε την τύχη της δίδυμης αδελφής της, της Ελεάνας, να περάσει στην Ιατρική. Προσπάθησε μία φορά. Απέτυχε. Απογοητεύτηκε. 
Μόλις την πλησίασε ο Στάθης, έβγαλε από το μυαλό της τις σπουδές. Αδιαφόρησε που αυτός ήταν άνεργος. Παντρεύτηκαν αμέσως. Περνούσαν πολύ δύσκολα τα πρώτα χρόνια. Η βοήθεια από τη σύνταξη της μητέρας της, της Όλγας, ήταν μια μεγάλη οικονομική ανάσα. Όταν, όμως, έφυγε η Ελεάνα για τις σπουδές της στην Αθήνα, η βοήθεια αυτή περιορίστηκε αισθητά. Η κατάσταση δυσκόλεψε πολύ, όταν η Χαρά γέννησε τη Νεφέλη, τον Μάιο του 1971, στη Θεσσαλονίκη. Η γέννησή της δεν ήταν στις προτεραιότητες του ζευγαριού. Χάρηκαν, βέβαια, που έγιναν γονείς, αλλά δεν τα έβγαζαν πέρα. Έτσι, αποφάσισαν να φύγουν για τη Γερμανία χωρίς την κόρη τους. Η Νεφέλη, μαθήτρια πια Δημοτικού Σχολείου, δεν ήθελε να φύγει μακριά από το οικείο περιβάλλον, τη γιαγιά της και τις αγαπημένες φίλες της. Η απόφαση αυτή βόλευε και τους γονείς της. Έτσι, θα είχαν περισσότερο χρόνο, για να πετύχουν τους στόχους τους. 
Η Ελεάνα θύμωσε πολύ με την αδελφή της. Πρώτα γιατί δεν προσπάθησε περισσότερο με τις σπουδές της και μετά γιατί παράτησε τη Νεφέλη. Θεωρούσε ότι η μεγάλη ευθύνη θα έφθειρε ψυχικά και σωματικά τη μητέρα τους. Ταυτόχρονα θα περιόριζε πολύ και τα χρήματα που θα της έστελνε για τις δικές της σπουδές. Τώρα πώς μπόρεσε και μετουσίωσε τον θυμό για την αδελφή της σε έχθρα απέναντι στην κατά 21 χρόνια μικρότερη ανιψιά της, αυτό μόνον η Ελεάνα θα μπορούσε να το απαντήσει.  
Η Νεφέλη αλληλογραφούσε τακτικά με τους γονείς της. Τους συναντούσε στην Ελλάδα ή στη Γερμανία για λίγες μέρες τον χρόνο, στις διακοπές. Της έλειπαν πολύ, όμως απέφευγε να το δείχνει. Δεν ήθελε να τους αγχώνει και να τους στενοχωρεί. Δέθηκε πολύ με τη γιαγιά της, την άκουγε, τη βοηθούσε. Αντίθετα με τη μίζερη προσέγγιση της Ελεάνας, η Νεφέλη ήταν για την κυρία Όλγα μια σπουδαία συντροφιά και μια λαμπερή αχτίδα ζωής. 
Όπως ήταν φυσικό, τη μεγάλωσε με τις δικές της αυστηρές και συντηρητικές αρχές. Η Νεφέλη δυνάμωσε πολύ ψυχικά. Από μικρή είχε συμβιβαστεί με την ιδέα ότι δεν θα ζούσε με τους γονείς της, όπως άλλα παιδιά στην ηλικία της. Και αυτό ακριβώς το απωθημένο έγινε η μεγαλύτερή της επιθυμία. Να κάνει μια μεγάλη δική της οικογένεια… 

Η ιδιότυπη ψυχανάλυση που έκαναν η Νεφέλη και ο Άλκης ήταν η πιο συναρπαστική περίοδος της σχέσης τους. Σχεδόν κάθε βράδυ ταξίδευαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου με τις αναμνήσεις τους. Ήταν μία μαγική ανταλλαγή κόσμων με πολλαπλά οφέλη και για τους δύο. Όλο αυτό κράτησε μήνες. Ο Άλκης είχε φτάσει, στο μεταξύ, στο σημείο να της αποκαλύψει ότι η Ελεάνα δέχτηκε τη συμμετοχή της στο… ερωτικό τρίο, που οργάνωνε μεθοδικά ο Αντώνης για το επόμενο Καλοκαίρι, στο διεθνές Ιατρικό Συνέδριο της Ρόδου. 
Μετά από αυτόν τον λεκτικό και ψυχικό οργασμό διαρκείας ο Άλκης κατέθεσε πρόταση τολμηρή.
─ Νεφέλη, είμαστε στα εκατό μέτρα από το νέο μου σπίτι. Σε παρακαλώ, έλα μαζί μου. Είμαι τρελός για σένα. Δεν το καταλαβαίνεις;
─ Το νέο σου σπίτι; Θέλεις να πεις το δικό σου, της Μελίνας και των παιδιών σου. Τέλεια! Εγώ, όμως, τι δουλειά έχω εκεί μέσα; Θα με βάλεις και θα με βγάλεις λαθραία. Σαν κλέφτρα. Γιατί έτσι θα νιώθω. Όχι, Άλκη. Δεν είμαι έτοιμη ακόμη για κάτι τέτοιο. 
─ Νεφέλη μου, τι άλλο να κάνω για να σε πείσω;

Και τότε εκείνη τοποθετήθηκε για άλλη μια φορά με σαφήνεια. 
─ Θέλω τρία πράγματα. Το πρώτο; Να αλλάξεις Νοσοκομείο και να φύγεις μακριά από την Ελεάνα. Το δεύτερο; Να με πάρεις μαζί σου στη Ρόδο. Το τρίτο; Να μου απαντήσεις πειστικά στην ερώτηση που σου έχω ξανακάνει και δεν έχω πάρει ακόμη ξεκάθαρη απάντηση: Τι ακριβώς θέλεις από μένα; 

Ο Άλκης σεβάστηκε την επιθυμία της να μην προχωρήσουν περισσότερο. Την ικέτευσε, ωστόσο, να του ζητήσει η ίδια να κάνουν έρωτα. Όταν θα ένιωθε έτοιμη. 

Ως Ενδοκρινολόγος και κάτοχος Διδακτορικού θα πετύχαινε εύκολα να διοριστεί σε Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Το δεύτερο αίτημα του φάνηκε πολύ δύσκολο. Αν έπαιρνε μαζί του τη Νεφέλη στη Ρόδο, θα τους έβλεπε η Ελεάνα και θα γινόταν εμφύλιος. Θα το έλεγε στη Μελίνα και θα γινόταν κανονικός πόλεμος. Ήδη η Μελίνα είχε δει αλλαγές στη συμπεριφορά του και είχε αρχίσει να ανησυχεί. Όσο και αν πρόσεχε, υπήρχαν οι περίεργοι που τον είχαν δει με τη Νεφέλη. Κάποιοι, μάλιστα, ήταν συνάδελφοι και το σχολίασαν και μέσα στο Νοσοκομείο. Το τρίτο ήταν και το πιο δύσκολο. Αχ, βρε Αλέξανδρε, πόσο δίκιο είχες!

Στις αρχές του 1998 ο Άλκης διορίστηκε σε Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, εφόσον είχε ήδη εκλεγεί ως μέλος Δ.Ε.Π. (Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό) στην Ιατρική του Α.Π.Θ. Λίγο αργότερα άνοιξε και ιδιωτικό Ιατρείο στη Λάρισα. Έτσι απομακρύνθηκε για τα καλά από την Ελεάνα, η αντίδραση της οποίας ήταν απρόβλεπτη. Ένιωθε προδομένη. Εκείνο που θορύβησε, όμως, τον Άλκη ήταν που η Ελεάνα τηλεφώνησε στη Μελίνα. Με πρόσχημα τα συγχαρητήριά της για την αναβάθμιση του Άλκη έκανε σαφή νύξη για τη σχέση του με την ανιψιά της. Η Μελίνα ήταν πολύ αξιοπρεπής. Δεν έδειξε την αναστάτωσή της, αλλά ενημέρωσε αμέσως τον άντρα της.
─ Άλκη, τηλεφώνησε η Ελεάνα. Μου έδωσε συγχαρητήρια για τον διορισμό σου. Από το ύφος της, μάλλον, έδειξε ενοχλημένη που δεν συζήτησες μαζί της την απόφασή σου να φύγεις. Μου ανέφερε και για τη Νεφέλη, την ανιψιά της, αν κατάλαβα καλά. Πήγε να υπονοήσει κάτι για σένα και εκείνη, αλλά δεν θέλησα να δώσω συνέχεια.

Ομολόγησε αμέσως ότι η Ελεάνα ενοχλήθηκε πολύ από τον διορισμό του. Απέδωσε τη στάση της στη φιλόδοξη διάθεσή της. Εκείνος έκανε ένα βήμα μπροστά. Εκείνη είχε μείνει πίσω… Αρνήθηκε, όμως, κατηγορηματικά τη σχέση του με τη Νεφέλη.
─ Αυτό με την ανιψιά της ανάγεται εντελώς στη σφαίρα της φαντασίας της. Είχα βοηθήσει πριν δέκα χρόνια το παιδί(!) στο Νοσοκομείο και έκτοτε έχω μόνο τυπικές σχέσεις μαζί της. Σκέψου ότι είναι και δεκαεπτά χρόνια μικρότερή μου.  

Πόσο εύκολα, Θεέ μου, έλεγε πλέον ψέματα στη γυναίκα του! Όνειδος! Η Μελίνα ήταν πανέξυπνη, όμως τον αγαπούσε πολύ. Εμπιστευόταν τον άνθρωπό της. Έχοντας τη φροντίδα δύο παιδιών, που λάτρευε και τη λάτρευαν αλλά και των γονιών της, δεν σπαταλούσε χρόνο και δυνάμεις σε τέτοιες τοξικές σκέψεις. Κάπως έτσι ο Άλκης έσβησε τη φωτιά που προσπάθησε να βάλει η Ελεάνα. Μέσα του, όμως, ταράχτηκε βαθιά. Μέχρι τότε απολάμβανε αμέριμνος τις συναντήσεις του με τη Νεφέλη. Άρχισε τώρα να νιώθει τύψεις. 

Στο νέο του εργασιακό περιβάλλον ένιωσε καλύτερα. Γνώρισε πολλούς έμπειρους αλλά και αρκετούς νέους Γιατρούς. Από την πρώτη στιγμή κέρδισαν την προσοχή του δύο γυναίκες ειδικευόμενες συνάδελφοί του, πολλά χρόνια μικρότερές του, η Κλειώ και η Κατερίνα. Είχαν την ίδια ηλικία με τη Νεφέλη. Ο Άλκης είτε εκ φύσεως, είτε από επιθυμία, είτε από εμμονή, είτε από όλα αυτά μαζί είχε αδυναμία σε γυναίκες κατά πολύ μικρότερές του. Επιδίωκε ως άντρας τον ρόλο του προστάτη Πυγμαλίωνα.

Ο πρώτος που τον επισκέφτηκε στο νέο του Γραφείο ήταν ο Αντώνης. Είχε ήδη κατοπτεύσει το πεδίο.
─ Φίλε μου, σε παραδέχομαι! Πάντα ανανεωμένος και αναβαθμισμένος. Και μεταξύ μας έχεις πολύ ενδιαφέρον… υλικό τριγύρω. Σου εύχομαι τα καλύτερα. Λοιπόν, τώρα που απομακρύνθηκες από την Ελεάνα, ανέλαβα εγώ τα δύσκολα. Σου το είχα πει. Λέγε λέγε την έπεισα. Δέχτηκε να δοκιμάσουμε το τρίο στη Ρόδο τον Ιούνιο ως μια τελευταία –απέλπιδα– προσπάθεια να κοιμηθεί μαζί σου. Όπως καταλαβαίνεις, δεν έχεις το περιθώριο να αρνηθείς.

Ο Άλκης θέλησε να τοποθετηθεί επί του θέματος πιο σοβαρά.
─ Αντώνη, λυπάμαι που στο λέω, αλλά οι δυο μας δεν συμβαδίζουμε σε τίποτε στις σχέσεις μας με τις γυναίκες. Δεν ξεκινάμε καν από την ίδια αφετηρία. Κατακτητής εσύ, επίμονος πολιορκητής εγώ. Στη Ρόδο δύσκολα θα προχωρήσει το… σχέδιο Ελεάνα. Μάλλον δεν θα πάω στο Συνέδριο. Αν όμως πάω, μπορεί να πάρω και τη Νεφέλη μαζί μου.  
─ Ώπα, τι είναι αυτά που λες; Νέα παράμετρος; Τι δουλειά έχει η Νεφέλη σε Ιατρικό Συνέδριο;
─ Γιατί εσύ, ένας Γεωπόνος, τι δουλειά έχεις;
─ Άλλο εγώ. Εγώ δίκην γραμματέως θα σου κρατάω τον χαρτοφύλακα και τις σημειώσεις σου. Δεν θα αναρωτηθεί κανείς για την παρουσία μου. Αντίθετα, αν η Ελεάνα σε δει μαζί της, τότε θα γίνει… το έλα να δεις. Οι φωνές της θα ακουστούν από τη Ρόδο μέχρι τον Λευκό Πύργο.
─ Γι’ αυτό σκέφτομαι να μην έλθω. Έχω προβληματιστεί πολύ. Προσέχω όσο μπορώ κάθε φορά που συναντάω τη Νεφέλη, αλλά υπάρχουν και οι αναποδιές. 
─ Ωχ, έλα, εγώ φταίω. Είχα πει ότι θα σου κάνω φροντιστήριο, ότι θα σου στείλω τον δεκάλογο του άπιστου άντρα, για να σε προετοιμάσω και το ξέχασα. Δεν μου το θύμισες και εσύ. Θα σου τον στείλω με email, μόλις φτάσω στο σπίτι μου. Αλλά, το σχέδιο Ελεάνα δεν χαλάει. Είναι όλα κανονισμένα. Θα καεί το πελεκούδι στη Ρόδο.

Ο Αντώνης κράτησε την υπόσχεσή του και έστειλε το email με κείμενο προσαρμοσμένο στην ιδιόλεκτό του. Αληθινό μνημείο λόγου ανδρός καθ’ έξιν και κατ’ εξακολούθησιν επιβήτορος.

From: antonis.fel <antonis.fel.....@gmail.com>
Date: Τρί, 17 Φεβ 1998 στις 7:33 μ.μ.
Subject: Ο δεκάλογος του άπιστου άντρα
To: alkis.petra alkis.petra.....@gmail.com

1. Επιλογή ερωμένης: Απαραιτήτως όμορφη. Προσοχή, όμως. Η όμορφη γυναίκα έχει ένα καλό και ένα κακό. Το καλό είναι ότι είναι όμορφη. Το κακό είναι ότι… το ξέρει. Εξασφαλίζεις μεθοδικά ότι συναινεί σε μια απλή σεξουαλική σχέση. Αν έχει και εκείνη δεσμό, θα είναι εχέμυθη και θα σε κατανοεί που δεν τη βγάζεις έξω το Σαββατόβραδο. 
2. Οι συναντήσεις: Αποφεύγεις τα κοσμικά μπαράκια. Προτιμάς μια καφετέρια σε άσχετη γειτονιά ή ένα ξενοδοχείο. Οι συναντήσεις μέσα στο σπίτι και στο αυτοκίνητό σου απαγορεύονται δια ροπάλου. Ο νόμος του Μέρφι έχει πολλά πρόσωπα. Άλλοτε μοιάζει με λαστιχάκι μαλλιών, άλλοτε με σκισμένο κομματάκι από περιτύλιγμα προφυλακτικού, άλλοτε με τρίχα, με χαρτομάντηλο, με γόπα που έχει κραγιόν… 
3. Η καθημερινότητα: Δεν αλλάζεις το παραμικρό. Σε κάθε σου έξοδο με τη γυναίκα σου θα την κρατάς αγκαλιά και θα την κοιτάς στα μάτια. Δεν θα βλέπεις άλλη γυναίκα τριγύρω. Οποιαδήποτε αλλαγή, μεγάλη ή μικρή, κινεί υποψίες. Δεν μπορείς να αρχίσεις ξαφνικά να δουλεύεις ως αργά ούτε και να εμφανίσεις από το πουθενά έναν φίλο σου από τον Στρατό. 
4. Τα ψέματα: Οι αυτόπτες μάρτυρες και οι αποδείξεις είναι στοιχεία απαραίτητα για τα ψέματά σου. Αν πεις πως πήγες για ψώνια, θα γυρίσεις… με σακούλες. Το καλό άλλοθι είναι εκείνο που μπορεί να επιβεβαιωθεί. Εκείνο που εμπεριέχει έστω και μια μικρή δόση αλήθειας. 
5. Η εχεμύθεια: Δεν θα μοιραστείς τις πράξεις σου με πολλούς. Δεν γίνεται όμως να μην το πεις σε κανέναν, γιατί σε κάποια στιγμή θα χρειαστείς κάλυψη. Εγώ θα είμαι η κάλυψή σου. Και θα είμαι έτοιμος να πω ένα καλό παραμύθι στη γυναίκα σου. 
6. Τα αποδεικτικά στοιχεία: Θα εξαφανίζεις σχολαστικά όλα τα αποδεικτικά στοιχεία. Και όχι μόνο τα προφανή, το κραγιόν στο πουκάμισο και τις ξανθές τρίχες στο μαύρο πουλόβερ. Οι αποδείξεις είναι παντού. 
7. Η τεχνολογία: Είναι εχθρός σου. Πρώτα το κινητό. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσοι ηλίθιοι πιάστηκαν από ένα μήνυμα ή μια κλήση που ξέχασαν να σβήσουν. Μετά είναι ο υπολογιστής. Αποθηκεύει την κάθε σου κίνηση. Χρησιμοποίησε έναν, στον οποίο η γυναίκα σου δεν θα έχει πρόσβαση.   
8. Τα λάθη: Όσο προσεκτικός και αν είσαι, πάντα θα υπάρχει ο κίνδυνος του λάθους. Τότε θα εφεύρεις μια απίστευτη ιστορία. Τράκαρες με το αυτοκίνητο. Για το ακραίο αυτό σενάριο, πρέπει να φτάσεις στα άκρα. Να ρίξεις το αυτοκίνητό σου πάνω σε δέντρο. 
9. Η νοημοσύνη της γυναίκας: Τα… «σιγά μωρέ μην το καταλάβει» έχουν κλείσει σπίτια, οπότε ναι, μην την υποτιμήσεις. 
10. Πιάστηκες…: Ας πούμε ότι πιάστηκες στα πράσα. Αρνήσου τα πάντα. Πες ψέματα όσο τραβηγμένα και αν είναι. Δεν έχεις ιδέα ποια είναι η τρελή που σου τηλεφωνεί. Η φωτογραφία που είσαι αγκαλιά μαζί της είναι φωτομοντάζ. Η δεσποινίς που γονατίζει μπροστά στο παντελόνι σου είναι μοδίστρα και σου παίρνει μέτρα. Πες ό,τι σου κατέβει. Όχι ότι θα σε πιστέψει, αλλά αξίζει να προσπαθήσεις.
 

Το Συνέδριο


Ο Άλκης γέλασε με την καρδιά του. Ο Αντώνης ήταν ελεύθερο πουλί. Δεν είχε έννοιες. Και ήταν επινοητικός. Κατατοπιστικός ο δεκάλογός του, αλλά τώρα είχε να επιλύσει το δεύτερο πρόβλημα που του έθεσε η αγαπημένη του. Η σκέψη να μην πάει στη Ρόδο κάηκε γρήγορα. Οι διοργανωτές τού ζήτησαν την πρώτη μέρα να κάνει εισήγηση στο Συνέδριο και να καθίσει στο πάνελ τις άλλες δύο. 

Η Νεφέλη χάρηκε πολύ για τον διορισμό του. Ωστόσο, φρόντισε να του υπενθυμίσει και τις επόμενες υποχρεώσεις του. Του φάνηκε κατηγορηματική σαν πριγκιποπούλα παραμυθιού, που βάζει τρεις άθλους στον αγαπημένο της, για να κατακτήσει επιτέλους την καρδιά της και τον θρόνο.
─ Επιτέλους απομακρύνθηκες από τη θεία μου. Αυτό ήταν το πρώτο μεγάλο βήμα, αλλά μην ξεχνάς και τα άλλα δύο.
─ Νεφέλη μου, γιατί εγώ νομίζω ότι τα άλλα δύο βήματα είναι στην ουσία… ένα; Αν σε πάρω μαζί μου στη Ρόδο, τότε θα είναι σαν να ανακοινώνουμε σε όλους επίσημα τη σχέση μας. Μετά θα πρέπει να μιλήσω με τη Μελίνα και να της ζητήσω διαζύγιο.  
Και μετά να γίνεις γυναίκα μου. Δεν είμαι έτοιμος ακόμη. Είχα σκεφτεί να μην πάω στη Ρόδο, αλλά δεν γίνεται. Έχω εισήγηση και οργανωτικό ρόλο. Δώσε μου λίγο χρόνο. Βοήθησέ με να περάσω τον κάβο του Συνεδρίου και μετά θα τα δρομολογήσουμε όλα. Επίσης, σκέψου κάτι, για να διώξει από το μυαλό της η Ελεάνα τις υπόνοιες που έχει για μας.

Η Νεφέλη έδειξε, επιτέλους, ανοχή. Σίγουρα θα επέμενε στα προαπαιτούμενά της, αλλά εκείνη τη χρονική στιγμή ήθελε πολύ να τον στηρίξει. 
─ Δεν το συζητάμε άλλο για τη Ρόδο. Θα πας οπωσδήποτε. Είναι τιμή για σένα. Πολύ θα ήθελα να είμαι και εγώ δίπλα σου. Ζηλεύω πολύ, που αντί για μένα θα έχεις την Ελεάνα και τον Αντώνη και μάλιστα σε διαρκή ετοιμότητα… για να σε οδηγήσουν στο κρεβάτι. Αυτό, βέβαια, ούτε καν να το διανοηθείς. Έτσι; 

Σταμάτησε να μιλά, σαν κάτι να της καρφώθηκε στο μυαλό. Έπειτα από λίγο, αργά και σταθερά, κατέβασε πρόταση εξαιρετική.
─ Θα έλθω και εγώ στη Ρόδο με άλλη πτήση. Θα φροντίσω να μην με δει κανείς και θα είμαι σε άλλο ξενοδοχείο. Όσο για την Ελεάνα; Έχω σχέδιο. Στη Ρόδο θα επιλέξεις μια από τις νέες συναδέλφους σου και θα κολλήσεις μαζί της. Θα είσαι διαχυτικός και θα δείχνεις ενθουσιασμένος. Η Ελεάνα θα εισπράξει την απόρριψη, θα καταλάβει ότι πάει… το ερωτικό τρίο πέταξε, θα τρελαθεί και θα σιγουρευτεί ότι εμείς οι δύο δεν είμαστε μαζί. 

Η Νεφέλη λειτούργησε ως γυναίκα που διεκδικεί αποφασιστικά τον άντρα που επιθυμεί. Η πρότασή της ανέβασε αισθητά την αυτοεκτίμησή του. Ωστόσο, σήμανε και ένα μικρό καμπανάκι κινδύνου. Μπορούν τόσο εύκολα οι γυναίκες να στήνουν παιχνίδια και να διεκδικούν το αρσενικό που γουστάρουν με την αποφασιστικότητα κυνηγού; Ποιος έκανε, στ’ αλήθεια, το χοντρό παιχνίδι στις σχέσεις; Γρήγορα απώθησε τα ενοχλητικά ερωτήματα. Έδειξε ενθουσιασμό.
─ Νεφέλη μου, χαίρομαι που θα είσαι κοντά μου. Το σχέδιό σου για την Ελεάνα είναι άπαιχτο. Από τις νέες συναδέλφους μου έχω υπόψη μου την Κλειώ και την Κατερίνα. Είναι όμορφες και επομένως ευθείες ανταγωνίστριες της Ελεάνας. Η Κατερίνα είναι παντρεμένη. Η Κλειώ, πάλι, έχει σοβαρή σχέση. Αν είναι, πάντως, να διαλέξω ανάμεσα στις δύο θα προτιμήσω να φλερτάρω με την ανύπαντρη. Θα κάνω τα πάντα, για να είμαι πειστικός. 

Η Νεφέλη ικανοποιήθηκε από τις λύσεις που βρήκαν. Ένιωσε ότι ο Άλκης είχε φτάσει στα μισά του δρόμου, για να τη διεκδικήσει. Και τότε θέλησε να τον επιβραβεύσει. Πήρε και πάλι πρωτοβουλία. Του ζήτησε να την οδηγήσει στο νέο του σπίτι και επιτέλους να την κάνει δική του. Ο Άλκης δεν το σκέφτηκε καθόλου. Η λαχτάρα του ξεχείλιζε. Στον δρόμο έτρεχε σαν τρελός. Όμως, λίγο πριν φτάσουν στον προορισμό τους, ένα από τα λάστιχα του αυτοκινήτου έτριξε επικίνδυνα. Είχε κάνει αυτή τη διαδρομή περίπου χίλιες φορές τα τελευταία δύο χρόνια χωρίς παρατράγουδα. Πόσες πιθανότητες είχε να του συμβεί κάτι τέτοιο; Μία στις χίλιες. Τραγικό. Κατέβηκε, είδε το λάστιχο διαλυμένο και δεν το πίστευε. Μπήκαν με τη Νεφέλη στο εσωτερικό του σπιτιού και προσπάθησαν να χαλαρώσουν. Το μυαλό και των δύο είχε καρφωθεί στο λάστιχο. 
Περισσότερο είχε επηρεαστεί ο ίδιος. Έπρεπε να το αλλάξει. Δεν είχε προηγούμενη εμπειρία και δεν μπορούσε να περιμένει τη βοήθεια κάποιου. Θα το μάθαινε η γειτονιά. Θα γινόταν πρωτοσέλιδο. Δεν σκέφτηκε καν τη λύση να γυρίσουν πίσω με ταξί. Θόλωσε. Άφησε τη Νεφέλη να περιδιαβαίνει τους χώρους του σπιτιού και πήγε στο αυτοκίνητό του. Έβαλε το μυαλό του να δουλέψει και μετά από μία περίπου ώρα τα κατάφερε. Κατάκοπος έτρεξε αμέσως στο ντους. Πλύθηκε και βούτηξε στο στρώμα, που είχε ρίξει κατάχαμα η Νεφέλη. Από την πρώτη μέρα που την είχε συναντήσει τίποτε δεν ήθελε στη ζωή του περισσότερο από αυτό. Να της κάνει έρωτα, να υψωθούν στον ουρανό χιλιάδες πυροτεχνήματα…, να φωταγωγηθεί ο Πύργος ο Λευκός… Ξάπλωσε δίπλα της και σε δευτερόλεπτα η Νεφέλη σύρθηκε ολόγυμνη επάνω στο πρόσωπό του. Η θέα των όχι πλέον απόκρυφων… προσωπικών της δεδομένων ήταν μαγευτική. Γεύτηκε με λαχτάρα τους χυμούς της και οδήγησε το σώμα της προσεκτικά πιο κάτω. Η Νεφέλη είχε πάρει φωτιά. Εκείνος όμως δεν ήταν εντελώς έτοιμος. Ωστόσο, προσπάθησε… Η εξέλιξη ήταν τραυματική και για τους δύο. Θύμισε εν ολίγοις την ερωτική σκηνή ανάμεσα στην Σίρσα Ρόναν και τον Μπίλλυ Χάουλ στην ταινία On Chesil Beach. Κάπως έτσι ήταν και η δική τους σκηνή σε πιο μεσογειακή, βέβαια, βερσιόν.     

Κατά τον νόμο του Μέρφι «Αν κάτι είναι να πάει στραβά, θα πάει». Έτσι πήγε. Στραβά. Θεόστραβα. 
Όσο για το άλλο το κουλό τού Πάουλο Κοέλιο για το σύμπαν που συνωμοτεί υπέρ σου… Μπούρδες. Ο Άλκης το ήθελε περισσότερο από κάθε τι. Εξάλλου, δεν πήγε να κάνει κάτι που δεν είχε ξανακάνει. Τότε γιατί απέτυχε; Μήπως τελικά το σύμπαν συνωμότησε ανάποδα; Μήπως ήταν με τη Μελίνα; Διόλου απίθανο. 
Το αυτοκίνητο ήταν τουλάχιστον έτοιμο για να τους γυρίσει πίσω. Η Νεφέλη προσπάθησε να τον δικαιολογήσει. Δεν ήταν πειστική. Σίγουρα θα είχαν και άλλες ευκαιρίες. 
Το ανησυχητικό με τον Άλκη ήταν ότι οι αποτυχίες τού στοίχιζαν πολύ. Την άλλη μέρα δοκίμασε με τη γυναίκα του. Δεν είχε πρόβλημα. Αναθάρρησε λίγο. Τη Νεφέλη δεν την πίεσε άλλο. Εστίασε στο Συνέδριο και άρχισε να ετοιμάζει την εισήγησή του. Φυσικά δεν είπε κουβέντα στον Αλέξανδρο και στον Αντώνη… περί αφλογιστίας.

Ο Αντώνης, λίγο πριν αναχωρήσουν για τη Ρόδο, ανέπτυξε στον Άλκη με κάθε λεπτομέρεια το σχέδιό του. Το απόγευμα της πρώτης μέρας του Συνεδρίου, αφού θα είχε τελειώσει με την εισήγησή του, θα μαζεύονταν οι τρεις τους στο δωμάτιο του Άλκη. Του έκανε αρκετά σκίτσα με στάσεις, ποιος θα αρχίσει πρώτος, τι θα κάνει ο καθένας μόνος του, τι όλοι μαζί. Δεν ήταν τίποτε εύκολο από όλα αυτά, αλλά ο Αντώνης ήταν μια όαση αισιοδοξίας και τόνωσης μέσα στις πολλές σκοτούρες του Άλκη. Μετά από την άτυχη στιγμή του με τη Νεφέλη ο Άλκης ήθελε να δοκιμάσει με μια άλλη γυναίκα. Ήθελε να σιγουρευτεί, βρε αδερφέ, ότι δεν απέδιδε μόνο με τη γυναίκα του. Από την άλλη η Νεφέλη θα ήταν στη Ρόδο και θα ένιωθε την ανάσα της. Όχι, δεν είχε δικαίωμα να της το κάνει αυτό. 

Καθησύχασε τον Αντώνη και έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιο αποπροσανατολισμού της Ελεάνας που του είχε υποδείξει η Νεφέλη. Από την αναμονή τους κιόλας στο αεροδρόμιο πλησίασε την Κλειώ. Εκείνη ξαφνιάστηκε, αλλά κολακεύτηκε που ένας καταξιωμένος συνάδελφος και εισηγητής στο Συνέδριο της μιλούσε με τόσο θερμά λόγια. Ζήτησε και κάθισε δίπλα της στο αεροπλάνο και της μιλούσε ακατάπαυστα. Αρκετές φορές την έκανε να γελάει με τα πειράγματά του. 
Είχε στόφα… πολιορκητή. Η Ελεάνα στην αρχή αιφνιδιάστηκε και μετά εξαγριώθηκε. Έκανε νεύμα αποδοκιμασίας στον Αντώνη. Και εκείνος παρακολουθούσε με απορία τον Άλκη και την επιλογή του να καθίσει με μια σχεδόν άγνωστη και όχι μαζί του. Ο Άλκης δεν είχε σταματημό. Έβλεπε με ικανοποίηση το σχέδιό του να εξελίσσεται επιτυχώς –πέρα από τις προσδοκίες του. Οπότε, το συνέχισε και στο ξενοδοχείο. Η Κλειώ ήταν πολύ κλειστή στην αρχή και του ξεκαθάρισε ότι είναι σε σοβαρή σχέση. Δεν χαλάστηκε καθόλου. Ίσα ίσα και αυτό τον βόλευε. Το σχέδιό του ήταν να παραπλανήσει την Ελεάνα και όχι να γεμίσει με ανεκπλήρωτες προσδοκίες και την Κλειώ. Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε νωρίς. 

Την επόμενη μέρα ο Άλκης έζησε την καταξίωση. Η εισήγησή του καταχειροκροτήθηκε από τους συνέδρους. Μπορεί να κλονιζόταν λίγο στη θέα του αίματος, αλλά είχε κάνει άριστες σπουδές. Το μεσημέρι στο τραπέζι που έτρωγαν ήλθαν πολλοί ξένοι συνάδελφοί του, για να τον συγχαρούν. 
Ο Αλέξανδρος έμαθε τα νέα και επικοινώνησε τηλεφωνικά μαζί του.
─ Άλκη, θερμά συγχαρητήρια. Σου το είχαμε πει με τον Αντώνη από την αρχή. Θα γίνεις ο καλύτερος Γιατρός του κόσμου. Χαίρομαι πολύ που επαληθευτήκαμε. Το αξίζεις.

Του έδωσε συγχαρητήρια και η Ελεάνα. Όμως, ήταν εμφανώς συγκρατημένη και κρύα. Είχε ενοχληθεί πολύ από τη στάση του και την επιμονή του να είναι δίπλα στην Κλειώ. Τον πάγο έσπασε ο Αντώνης, κλείνοντας το μάτι του με νόημα.
─ Επιτέλους, έφυγε αυτό το βάρος από πάνω σου. Έσκισες, μεγάλε. Πάμε τώρα για τα άλλα, τα ακόμη καλύτερα. 

Με το που άρχισε ο επόμενος εισηγητής, κάλεσαν τον Άλκη στη ρεσεψιόν. Του έδωσαν ένα χαρτάκι. Ήταν μήνυμα από τη Νεφέλη. Τον καλούσε να τη συναντήσει για λίγο σε ένα απομονωμένο σημείο της αυλής. Έτρεξε αμέσως και την έσφιξε στην αγκαλιά του.
─ Αγάπη μου, πώς έφτασες ως εδώ; Σου είχα πει να προσέχεις. 
─ Δεν θα μπορούσα να χάσω με τίποτε την εισήγησή σου. Δεν με κατάλαβε κανείς. Στο κάτω κάτω μόνο από την Ελεάνα και τον Αντώνη κινδύνευα. Φρόντιζα συνέχεια να είμαι πίσω τους. Ένιωσα πολύ υπερήφανη για σένα. Είμαι δική σου και σ’ αγαπώ πολύ.
─ Νεφέλη μου, σ’ ευχαριστώ για όλα. Το βράδυ έχουμε κανονίσει να βγούμε έξω με μια μεγάλη ομάδα συνέδρων. Την έχω πέσει στην Κλειώ. Η Ελεάνα κοντεύει να τρελαθεί. Δεν το περίμενε αυτό και προσπαθεί να ερμηνεύσει τη στάση μου. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω να ξεφύγω μετά και να έλθω στο ξενοδοχείο σου. Αν απουσιάσω, θα μπει σε σκέψεις η Ελεάνα. Δεν γίνεται να κάνουμε άνω κάτω το σχέδιό μας.
─ Έχεις δίκιο. Θα κάνω τις βόλτες μου και ίσως ενδώσω σε… κάποιον ωραίο Ροδίτη.

Την αποχωρίστηκε με δυσκολία. Η Ελεάνα και ο Αντώνης δεν αντιλήφθηκαν την ολιγόλεπτη απουσία του. Εκείνοι σχεδίαζαν πια τη συνάντησή τους στο δωμάτιο του Άλκη. 

Αργά το απόγευμα χτύπησε την πόρτα του πρώτος ο Αντώνης. Του άνοιξε. Λίγο αργότερα μπήκε και η Ελεάνα. 
Ο Άλκης άνοιξε αμέσως κουβέντα με τον εαυτό του: «Και τώρα τι κάνουμε, ρε μεγάλε; Αν δεν μπορείς κάτι να το αποφύγεις, τότε κάθισε και απόλαυσέ το. Και η υπόσχεσή μου στην Νεφέλη; Όχι, δεν υπάρχει περίπτωση να την προδώσω. Ναι, αλλά πώς θα δω αν μπορώ να λειτουργήσω με άλλη γυναίκα εκτός από τη Μελίνα; Ε, άει στο διάολο ρε.»

Ο Αντώνης ανέλαβε να χαλαρώσει και τους τρεις. Όλα όσα έλεγε ανέβαζαν σταδιακά το θερμόμετρο. Η Ελεάνα έγειρε προς τα πίσω και άφησε τις λεπτές τιράντες του φορέματός της να γλιστρήσουν. Δεν φορούσε εσώρουχο. Ο Άλκης ένιωσε να περνάει με επιτυχία το τεστ ντράιβ με τη στύση του. Οπότε, δεν επιθυμούσε κάτι άλλο. Γύρισε ψύχραιμα προς τους άλλους δύο.
─ Παιδιά, λυπάμαι πολύ. Εγώ αποσύρω τη συμμετοχή μου. Έχω πολλά πράγματα στο μυαλό μου και οι τύψεις είναι βουνό επάνω μου. 
─ Έλα, ρε Άλκη, δεν γίνεται τώρα να μας το χαλάσεις. Είμαστε μια ανάσα από το Έβερεστ… 
─ Αντώνη, συνεχίστε μόνοι σας. Και εύχομαι να το απολαύσετε.  

Η Ελεάνα ένιωσε άσχημα. Προσπάθησε να τον μεταπείσει με τρυφερότητα και τολμηρές θωπείες. Ο Άλκης άρχισε να κάμπτεται. Άρχισε πάλι να το σκέφτεται. Αλλά εκείνη τη στιγμή έδωσε την ανακουφιστική λύση «Ο από μηχανής Θεός» ή μάλλον Θεά. 
Η Κλειώ έμοιαζε αλλά δεν ήταν βέβαια Ολύμπια Θεά. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή χτύπησε διακριτικά την πόρτα του δωματίου του και τον κάλεσε έξω. Η Ελεάνα και ο Αντώνης κρύφτηκαν στο μπάνιο. Ο Άλκης άνοιξε και βγήκε αμέσως στον διάδρομο.
─ Άλκη, είμαστε κάτω με όλη την ομάδα και κάνουμε σχέδια για την έξοδό μας. Σε περιμένουμε. 
─ Χίλια ευχαριστώ. Όχι μόνο γιατί με ειδοποίησες αλλά και για πολλά άλλα.  
─ Για πολλά άλλα; Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς. 
─ Ε, πού να σου εξηγώ τώρα;

Η Κλειώ ήταν πολύ κομψή για τη βραδινή έξοδο. Το μικρό μαύρο έξωμο φόρεμα τόνιζε εξαιρετικά τις καμπύλες της, ενώ το καθαρό, ευγενικό της βλέμμα καθήλωνε. Και ήταν μόλις 27 χρονών…
Ο Άλκης πλησίασε το πρόσωπό του στο δικό της. Όλος ευγνωμοσύνη που τον έσωσε από το καυτό τρίγωνο (ή την καυτή πατάτα), την αγκάλιασε ελαφρά και μαζί με ένα τρυφερό φιλί πίσω από το αφτί, της ψιθύρισε.
─ Κλειώ μου, είσαι η από μηχανής Θεά μου! Λάμπεις!

Η Κλειώ δεν είχε καταλάβει, βέβαια, τι θα συνέβαινε στο δωμάτιο του Άλκη. Εκείνο που κατάλαβε ήταν ότι είχε κάνει θετική εντύπωση στον συνάδελφό της. Και το χάρηκε πολύ. Δεν έδωσε συνέχεια ακόμη και όταν ο Άλκης, για να αποπροσανατολίσει ακόμη περισσότερο την Ελεάνα, την πολιορκούσε διακριτικά και τις υπόλοιπες μέρες του Συνεδρίου. Ο Άλκης στην επιστροφή τους στη Θεσσαλονίκη κάθισε και πάλι δίπλα της στο αεροπλάνο. Εκείνη του εξήγησε με κάθε λεπτομέρεια για το πόσο σοβαρή ήταν η σχέση με το παλληκάρι της και για το πόσο είχαν προχωρήσει τα σχέδια για τον γάμο τους. Ο Άλκης δεν έδωσε συνέχεια στη συζήτηση. Εκείνη τη χρονική στιγμή είχε το μυαλό του μόνο στη Νεφέλη. Και ήταν πολύ ευχαριστημένος, που εκπλήρωσε και τη δεύτερη επιθυμία της. 
Η Ελεάνα ήταν σε έξαλλη κατάσταση και σίγουρη πλέον ότι η αιτία της απόρριψής της από τον Άλκη ήταν η Κλειώ και όχι η Νεφέλη. Ως γυναίκα βίωσε την ήττα και ειλικρινά πονούσε. Ο Άλκης την κατανόησε. Στενοχωρήθηκε, μάλιστα, γι’ αυτό. Αγαπούσε τις γυναίκες. Δεν ήθελε να τις πληγώνει. Από την άλλη, όμως, ησύχασε. Χίλιες φορές καλύτερα που έκλεισε έτσι αυτή η ιστορία, γιατί μια εφήμερη ερωτική επαφή θα τραυμάτιζε ακόμη περισσότερο την Ελεάνα. 

Ο Αντώνης, πάλι, ήταν απαρηγόρητος.
─ Άλκη, δεν περίμενα το σκασιαρχείο σου. Βρε… τομάρι, πώς μπόρεσες; Θα τα πω όλα στη Νεφέλη. 
─ Ναι, να της επιβεβαιώσεις ότι τελικά δεν μας βγήκε το ερωτικό τρίο.
─ Όχι, αυτό δεν μπορώ να της το πω. Όμως, το άλλο θα της το πω. Θα της περιγράψω πως βρήκες ένα ακόμη θεϊκό πλάσμα, την Κλειώ, και έκανες παιχνίδι τρεις μέρες μαζί της.
─ Να της το πεις. Δεν έχω πρόβλημα. Το έκανα για να αποπροσανατολίσω την Ελεάνα, σε συνεννόηση με τη Νεφέλη. Υπήρχε σχέδιο… 

Ο Αντώνης ένιωσε ότι δεν κινούσε πλέον τα ερωτικά νήματα. Έχασε από γυναίκα και μάλιστα από τη μικρά και αδαή Νεφέλη. Αίσχος.
─ Ομολογώ ότι το σχέδιο σας ήταν ιδιοφυές. Αλλά εγώ τώρα πώς θα κάνω τρίο; (Το τελευταίο το είπε με παράπονο μικρού παιδιού. Απίστευτος!).
─ Έλα τώρα, κάτι θα βρεις.
─ Ναι, και θα το κάνω χωρίς εσένα. Θα πείσω την Ελεάνα ή μία από τις άλλες γυναίκες μου να δοκιμάσουμε το swinging. Ξέρεις, το πρόγραμμα ανταλλαγής συντρόφων. Έχω ως εναλλακτική ένα φοβερό εξαήμερο σε πολυτελές ξενοδοχείο στην Κρήτη. Θα έχει ζευγάρια swingers από όλο τον κόσμο. Θα μένουμε σε ειδικά διαμορφωμένες σουίτες. Είναι ιδιαίτερα τσουχτερό το αντίτιμο, αλλά θα το παλέψω...(Επινοητικός… Ασταμάτητος…)
─ Αντώνη, δεν το συζητώ. Είσαι ελεύθερος να απολαύσεις το νέο σου σπορ. Ομολογώ ότι σε ζηλεύω κιόλας.    

Ο Άλκης συνέχισε να συναντιέται με τη Νεφέλη στο αυτοκίνητο ή στο νέο του σπίτι κατά παράβαση του δεύτερου άρθρου του δεκάλογου του άπιστου άντρα. Έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να μην ολοκληρωθεί το σπίτι, γιατί τότε θα μετακόμιζαν εκεί με τη Μελίνα και τα παιδιά. Και φυσικά θα έχανε αυτό το καταφύγιο. Οι συναντήσεις τους εξακολουθούσαν να είναι ενδιαφέρουσες και τρυφερές, όμως η σεξουαλική πράξη είχε απομακρυνθεί σχεδόν αμετάκλητα από τις επιλογές τους. Η Νεφέλη ήταν ιδιαίτερα περιπαικτική κάθε φορά που την πλησίαζε λίγο παραπάνω. Ήταν ολοφάνερο ότι είχε κουραστεί να περιμένει την… ανάστασή του. Δεν είχε άλλη υπομονή.   
─ Αδελφάκια, λοιπόν;
─ Ε, ναι, Νεφέλη μου, αδελφάκια.

Από τα τρία πράγματα που του είχε ζητήσει η Νεφέλη, είχε πραγματοποιήσει τα δύο. Ο Αλέξανδρος ένιωθε δικαιωμένος και συνάμα απογοητευμένος με τον φίλο του. 
─ Άλκη, νομίζω η σχέση σου με τη Νεφέλη έχει βαλτώσει, εφόσον εξαρτάται από προαπαιτούμενα και χρονοδιαγράμματα. Δεν ήσουν ερωτευμένος μαζί της, όταν τη συνάντησες τη δεύτερη φορά. Ή τουλάχιστον δεν ήσουν τόσο ερωτευμένος, ώστε να χωρίσεις τη Μελίνα για χάρη της. 
─ Λυπήσου με, Αλέξανδρε. Σε παρακαλώ όχι άλλες αναλύσεις.
─ Δεν σε λυπάμαι καθόλου. Είσαι έτοιμος να αντέξεις στο τραγούδι του Πάριου;
─ Όχι.
─ Ε, τότε κάνε κάτι.

Η Νεφέλη δεν ήταν σε καμία περίπτωση… Ελεάνα. Ήξερε τι ήθελε από τον Άλκη και από τη ζωή. Τον ήθελε για άντρα της, αλλά δεν εκλιπαρούσε. Ήθελε να την επιλέξει συνειδητά και οριστικά, χωρίζοντας με δική του πρωτοβουλία τη Μελίνα. 

Κάπως έτσι πέρασαν άλλα τρία χρόνια. Όμως από το 2001 και μετά ο Άλκης δεν έβλεπε συχνά τη Νεφέλη. Εκείνη είχε πλήρως αυτονομηθεί. Κάποιες φορές που τη συναντούσε έξω, τα έχανε. Άλλοτε του φερόταν τρυφερά και άλλοτε αδιάφορα. Δεν μπορούσε πια να την ψυχολογήσει. Όμως, εξακολουθούσε να την αγαπάει πολύ. Και τι μ’ αυτό; Ουδέποτε στάθηκε απέ-ναντι στη Μελίνα σαν άντρας έτοιμος από καιρό για την οριστική λύση του χωρισμού.  

Οι πληροφορίες ότι ο Άλκης τελικά ακολούθησε τον Αντώνη με γυναίκες συνοδούς πολυτελείας στο εξαήμερο swinging στην Κρήτη ουδέποτε επιβεβαιώθηκαν. 
Ο Αντώνης διατείνονταν, πάντως, ότι είχε μαζί του τον Γιατρό όχι μόνο στην Κρήτη αλλά και σε ανάλογες σύντομες κρουαζιέρες στο Αιγαίο. Για να ενισχύσει, μάλιστα, τους ισχυρισμούς του έλεγε με νόημα ότι χωρίς τα λεφτά του καλού του φίλου η σεξουαλική του ζωή θα ήταν ανιαρή έως ανύπαρκτη.


Η Κλειώ


Στο μεταξύ είχαν περάσει άλλα τρία χρόνια. Τον Αύγουστο του 2004, στη δόξα των Ολυμπιακών Αγώνων, ο Άλκης είχε συμπληρώσει ευδοκίμως τα πρώτα του… –ήντα. Και εφόσον στα προηγούμενα χρόνια έβλεπε ελάχιστα τη Νεφέλη, ένιωθε ήδη πιο ανοιχτός σε νέες περιπέτειες. Το ταλέντο του πολιορκητή γυναικών επανήλθε δριμύτερο μαζί με την κρίση ηλικίας. Και αυτή συνήθως έρχεται και σε βρίσκει λίγο πριν ή λίγο μετά τα πενήντα. Είχε αρχίσει, μάλιστα, να προσεγγίζει –για διαφορετικούς λόγους την καθεμιά– την Κλειώ και την Κατερίνα.

Η Κατερίνα είχε παντρευτεί πολύ μικρή. Με το που τέλειωσε τις σπουδές της, έκανε τον γάμο που διακαώς ήθελε. Πολύ σύντομα, εκτός από σύζυγος, έγινε και μητέρα. Έτσι, δεν είχε τίποτε άλλο στο μυαλό της εκτός από την οικογένεια και την Ψυχιατρική. Ταυτόχρονα, ήταν μια ξεχωριστή γυναίκα με θετική αύρα. Η Κατερίνα είχε μάθει στο Συνέδριο της Ρόδου για το πρόβλημα του Άλκη και διακριτικά είχε προσφερθεί να τον αναλάβει ως περιστατικό της. Ο Άλκης, έχοντας από χρόνια σταματήσει την ψυχανάλυση, δεν την εμπιστεύτηκε αμέσως. Άκουγε, ωστόσο, από τους συναδέλφους θετικά σχόλια για την επιστημονική της κατάρτιση. Γι’ αυτό και την προσέγγισε. Εκείνη τον δέχτηκε με ενθουσιασμό. Αν πετύχαινε μαζί του, τότε θα πρόσθετε μαζί με το διδακτορικό ένα ακόμη θετικό πρόσημο στην καριέρα της. Ο Άλκης τής κατέθεσε όλη του την ψυχή. Στη διαδικασία αυτή ήταν ήδη εκπαιδευμένος από τις συνεδρίες του με τη Νεφέλη. Η Κατερίνα με μεθοδική προσπάθεια και εξαιρετική μεταξύ τους χημεία τον οδήγησε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι συνηθισμένες ταχυπαλμίες και εφιδρώσεις στη θέα του αίματος ανήκαν πια στο παρελθόν. Ωστόσο, συνέχισε την ψυχανάλυση μαζί της πιο αραιά, για να νιώθει ως Γιατρός ακόμη πιο δυνατός απέναντι στον ανθρώπινο πόνο.  

Η Κλειώ ήταν δεσμευμένη κατά τη διάρκεια των σπουδών της. Όμως δεν βιάστηκε να παντρευτεί. Αυτό βοήθησε τον Άλκη στο να τη φλερτάρει ελεύθερα στο Συνέδριο της Ρόδου. Με την κομψή και ευγενική της εμφάνιση ήταν η ιδανική πρωταγωνίστρια στο σενάριο που είχε γράψει η Νεφέλη για τον αποπροσανατολισμό της Ελεάνας. Αλλά και ο Άλκης έπαιξε πειστικά τον δικό του ρόλο. Τόσο πολύ, που η Κλειώ δεν είχε αντιληφθεί ότι υποκρινόταν. Άλλωστε, δεν την ενδιέφερε τότε να μάθει αν ήταν ειλικρινές το ενδιαφέρον του γι’ αυτήν. Έτσι, αμέσως μετά από την επιστροφή τους στη Θεσσαλονίκη ο Άλκης αφοσιώθηκε στη Νεφέλη και η Κλειώ στον Γιώργο της. Η δυνατή τους σχέση ευοδώθηκε με έναν πλούσιο, κοσμικό γάμο. Η Κλειώ, όμως, δεν ήταν πλασμένη για μια ήσυχη και συμβατική ζωή. Και δεν της πήρε και πολύ, για να το καταλάβει. Γιατρός με στόχευση στην ειδικότητα της Καρδιολόγου και στην κοινωνική προσφορά με τους Γιατρούς χωρίς σύνορα που να πλένει τα σώβρακα του άντρα της και να φροντίζει τους υπέργηρους και επικριτικούς γονείς του ήταν έννοιες ασύμβατες. Ως πνεύμα ανήσυχο και επαναστατικό είχε σχέδια στο μυαλό της, που και αυτά ήταν ασύμβατα με την έννοια της οικογένειας. Γι’ αυτό με συνοπτικές διαδικασίες χώρισε τον άντρα της, πριν συμπληρωθεί καλά καλά ένας χρόνος από τον γάμο τους. Το διαζύγιο ήταν εξπρές και συναινετικό. 
Ο Άλκης είχε την ευκαιρία που έψαχνε. Την προσέγγισε και πάλι. Η Κλειώ κολακεύτηκε. Ασφαλώς και δεν είχε ξεχάσει τη στενή πολιορκία που της είχε κάνει στη Ρόδο. Θα μπορούσε, μάλιστα, να διαπιστώσει αν ήταν τότε ειλικρινής μαζί της. 
Ήταν ειλικρινής; Ο Άλκης είχε την απάντηση στην ερώτηση αυτή. Τη σκεφτόταν αρκετές φορές και πάντα κατέληγε στο ότι… ναι ήταν. Και πώς να μην ήταν; Είχε νιώσει πολύ όμορφα εκείνες τις μέρες με τη δροσερή και υποστηρικτική Κλειώ δίπλα του. Και όταν την τελευταία μέρα του Συνεδρίου την είδε να βγαίνει από τη θάλασσα με ένα συγκρατημένα τολμηρό κόκκινο μπικίνι, δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία. Ένιωθε ότι –και εκτός σεναρίου Νεφέλης– μ’ αυτή τη γυναίκα θα μπορούσε να κάνει μια νέα αρχή. Είχε, όμως, τότε το δικαίωμα λίγο πριν από τον γάμο της να επέμβει στα σχέδιά της; Όχι βέβαια. Είχε τότε το δικαίωμα να απογοητεύσει και άλλο τη Νεφέλη; Όχι βέβαια. Έτσι, άφησε τα χρόνια να περάσουν και ως επίμονος κηπουρός καλλιέργησε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και εκτίμησης με την Κλειώ.       

Και, βέβαια, δεν είπε κουβέντα στους φίλους του γι’ αυτή τη σχέση. Ως πιο ώριμος δεν ήθελε να επαναλάβει τα στρατηγικά λάθη που είχε κάνει με τη Νεφέλη. Ήθελε γενικά να κινηθεί στο ημίφως, διακριτικά ως πρωταγωνιστής σε φιλμ νουάρ. Άλλωστε, είχε καταλάβει ότι αυτό που τον έθελγε στις γυναίκες ήταν η πολιορκία τους, την οποία προσάρμοζε με λεπτούς χειρισμούς στην ιδιαιτερότητα του ψυχισμού τους. 

Και ενώ είχε χαράξει νέους δρόμους και είχε φορτώσει με νέες σκέψεις το μυαλό του, ήλθε από τα παλιά μια γλυκιά ομολογουμένως φωνή, για να του θυμίσει ότι κάπου είχε αφήσει μια πόρτα μισάνοιχτη. Η κλήση στο κινητό του ήταν από τη Νεφέλη. 
─ Άλκη, η αλήθεια είναι ότι έχουμε καιρό να μιλήσουμε. Δεν ξέρω καν αν με σκέφτεσαι. Ωστόσο, δεν θα ήθελα να βρεθείς προ εκπλήξεως. Εδώ και έναν χρόνο είμαι πολύ κοντά με τον Άγγελο, έναν συνάδελφό μου. Δεν ξέρω αν είμαι ερωτευμένη μαζί του. Σε πέντε περίπου μήνες περιμένει τον διορισμό του και μετά θα έλθει να με ζητήσει από τους γονείς μου. Στο διάστημα αυτό θα ήθελα να σου δώσω μια τελευταία ευκαιρία. Αν μου ζητήσεις να γίνω γυναίκα σου, θα δεχτώ. Διαφορετικά θα ισχύσει η πρόταση του Άγγελου. Έχεις προθεσμία 100 μέρες για να αποφασίσεις.

Η γνωστή Νεφέλη με τους όρους και τις διορίες είχε ξαναχτυπήσει. Τώρα, μάλιστα, πιο επιτακτικά, γιατί και το βιολογικό της ρολόι τής θύμιζε ότι πρέπει να γίνει εκτός από σύζυγος και μητέρα.
Ο Άλκης το είχε παράπονο και γκρίνιαζε συχνά γι’ αυτό. Κάθε φορά που ξεκινούσε κάτι νέο, ευχάριστο, συναρπαστικό, του τύχαιναν νομοτελειακά στενόχωρες καταστάσεις. Έτσι και τώρα. Η αλήθεια είναι ότι συχνά πυκνά τα προηγούμενα χρόνια σκεφτόταν τη Νεφέλη και σιγοτραγουδούσε το Αν μου τηλεφωνούσες. Εκείνη, όμως, τη χρονική στιγμή δεν περίμενε το τηλεφώνημά της. Και, βέβαια, δεν ήθελε να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα ομολογουμένως ψυχαναγκαστικό… τελεσίγραφο 100 ημερών. Συν τοις άλλοις η Νεφέλη ήταν σε σχέση με συνάδελφό της. Φρίκη για την αυτοεκτίμησή του.
Δεν κοινοποίησε ούτε αυτά τα νέα στους φίλους του. Ήξερε καλά τι θα του έλεγαν. Ήδη από καιρό ο Αλέξανδρος είχε βάλει να ακούγεται στον τηλεφωνητή του το τραγούδι του Πάριου Της μοίρας το παιχνίδι. Ο Αντώνης, πάλι, είχε βάλει το ίδιο τραγούδι ως ήχο κλήσης στο κινητό του. Επιπλέον, ο Αλέξανδρος θα τον πίεζε να αρπάξει από τα μαλλιά την… τρίτη ευκαιρία που του έδωσε η Νεφέλη. Και θα την επαινούσε για τη γενναιόδωρη προθεσμία των 100 ημερών, τη στιγμή που η Λητώ είχε δώσει στον ίδιο μόλις 10 μέρες. Μύλος… 

Στο μεταξύ με την Κλειώ μπήκε στη γνωστή φάση των εξομολογήσεων. Λάτρευε αυτές τις συνευρέσεις με τις γυναίκες που αγαπούσε. Οι μυστικές συναντήσεις τους ήταν μαγικές. Ο Άλκης απαλλαγμένος από το ψυχολογικό του πρόβλημα απολάμβανε τον ερωτισμό των λέξεων και των αισθήσεων. Έβλεπε, μύριζε, άγγιζε απαλά ένα θείο πλάσμα και ταξίδευε, όπως ο Ήθαν Χοκ μαζί με την Ζιλί Ντελπί στις σπουδαίες ταινίες Before Sunrise, Before Sunset και Before Midnight… Ένιωθε πολύ νέος, σχεδόν έφηβος.  

Η Κλειώ, υπερπροστατευμένο μοναχοπαίδι μεγαλοδικηγόρων, ήθελε να κυνηγήσει τα όνειρά της, μακριά από το σπίτι και τους γονείς της. Δέχτηκε για χάρη τους να κάνει έναν γάμο και σάλταρε. Έκανε αμέσως την επανάστασή της. Χώρισε. Και άρχισε να σκέφτεται πώς θα μπορούσε να βοηθάει ως Γιατρός τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και ιδίως τα παιδιά που υπέφεραν. Στις πρώτες της επιλογές ήταν Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα (Médecins Sans Frontières/MSF). Μια οργάνωση, που είχε ως στόχο την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, ανεξάρτητα από φυλετικά, θρησκευτικά ή πολιτικά κριτήρια και την ταυτόχρονη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τις ανθρωπιστικές κρίσεις που μαίνονται στον πλανήτη. 
Για την Κλειώ αυτοί ήταν στόχοι ζωής. Αν έπειθε έστω και έναν συνάδελφό της να την ακολουθήσει, τότε θα κατέθετε και η ίδια την αίτησή της. Είχε όλες τις βασικές προϋποθέσεις ως Για-τρός και επιπλέον καλή γνώση Αγγλικών και Γαλλικών, άριστη γνώση Υπολογιστών, προσαρμοστικότητα, ομαδικότητα, ευελιξία και ικανότητα στη διαχείριση στρες. 

Ο Άλκης και εντυπωσιάστηκε και προβληματίστηκε. Αν η Νεφέλη ήθελε απλώς να τον χωρίσει από τη γυναίκα του, η Κλειώ ήθελε ακόμη περισσότερα πράγματα. Ήθελε να τον απομακρύνει από το σπίτι του και να τον οδηγήσει εκτός Ελλάδας προς άγνωστους και επικίνδυνους προορισμούς. Ε, όχι! Αυτό πήγαινε πολύ! Εξάλλου, δεν πίστευε ότι είχε τις προδιαγραφές για τέτοια άλματα. Ο ίδιος απολάμβανε στη Θεσσαλονίκη την καθολική αναγνώριση στον εργασιακό του χώρο. Είχε προτάσεις για διεθνή Συνέδρια. Κέρδιζε πολλά χρήματα. Ήταν ήδη αναπληρωτής καθηγητής Ενδοκρινολογίας. Είχε και το Ιατρείο στη Λάρισα. Έμενε σε ένα σπίτι με εξαιρετικές ανέσεις. Εξωτερική πισίνα, εσωτερική θερμαινόμενη πισίνα, άριστα εξοπλισμένο γυμναστήριο, αίθουσα προβολής κινηματογραφικών ταινιών, μεγάλα σαλόνια, υπνοδωμάτια με τις δικές τους τουαλέτες, γραφεία, κήπους και πολλούς βοηθητικούς χώρους. Είχε τη γυναίκα του, τον γιο του και την κόρη του που ήδη σπούδαζε Ιατρική στην Αθήνα. Όχι, όχι και πάλι όχι. Δεν μπορούσε να παρατήσει τίποτε από όλα αυτά. Ήταν οι ρίζες, τα θεμέλιά του, ο μόχθος μιας ζωής. 
Έτσι, ενεργοποίησε αμέσως τον απόλυτο, όπως πίστευε, αμυντικό μηχανισμό του. Έχοντας το know how από το πρόβλημα στύσης που είχε στο κρεβάτι με τη Νεφέλη προσπάθησε να το εμφανίσει και στη σχέση του με την Κλειώ. Εδώ, όμως, την πάτησε. Η Κλειώ διέθετε φλόγα. Ήθελε πολύ να κάνει έρωτα μαζί του χωρίς προϋποθέσεις. Στο Ζώδιο ήταν Ζυγός… με Ωροσκόπο Σκορπιό. Έτσι, μόλις της ανακοίνωσε το πρόβλημά του, εκείνη δεν έδειξε να κάμπτεται. 
Αντίθετα, όπως με τσαχπινιά δήλωσε, είχε και ιδιαίτερο Ιατρικό ενδιαφέρον και καθήκον να συμβάλει στην… ίασή του. Σχεδόν αμέσως πήδηξε επάνω του και σε λίγα λεπτά είχε… τελειώσει τόσο εκείνον όσο και το δήθεν πρόβλημά του. Ο Άλκης αντιλήφθηκε για τα καλά τη μεγάλη διαφορά που είχε η Κλειώ από τη Νεφέλη. Η Νεφέλη έλεγε ότι ήθελε να γίνει δική του, χωρίς να το εννοεί πραγματικά. Αντίθετα, η Κλειώ ήθελε να γίνει δική του, το εννοούσε πραγματικά και δεν έθετε όρους και όρια. Α, και μια μικρή λεπτομέρεια. Ήταν ξεκούραστος, καθώς δεν χρειάστηκε να αλλάξει λάστιχο στο αυτοκίνητό του. 

Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο συναρπαστική. Η Κλειώ έδειχνε να τον… τιμωρεί σχεδόν καθημερινά για το ψέμα του. Δεν τους χωρούσε πια η Θεσσαλονίκη και η Ελλάδα. Έκαναν μαζί πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Το πρώτο από αυτά ήταν στη Βαρκελώνη. Το Ιατρικό Συνέδριο ήταν τριών ημερών, αλλά ο Άλκης δικαιολόγησε στη Μελίνα με αυτόπτες μάρτυρες και αποδείξεις, κατά το τέταρτο άρθρο του δεκάλογου του άπιστου άντρα, άλλες επτά μέρες παραμονής.  
Τη μέρα ήταν έξω και απολάμβαναν τα αριστουργήματα του Γκαουντί, Palau Güell, La Pedrera, Casa Milà, Park Güell, Casa Batlló και φυσικά τη μεγαλοπρεπή Sagrada Familia. Συνέχιζαν με τη Γοτθική Συνοικία και τον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Ευλαλίας. Το Μουσείο του Πικάσο. Το Ενυδρείο. Τη διάσημη πλατεία με τον πεζόδρομο La Rambla. Δοκίμαζαν νοστιμότατα τάπας συνοδεύοντάς τα με σανγκρία αλλά και το πιο παραδοσιακό πιάτο των Ισπανών την παέγια. Είδαν από κοντά το γήπεδο της Μπαρτσελόνα, το Camp Nou. Έκαναν τα μπάνια τους στην ατελείωτη παραλία Barceloneta. Και κάθε φορά που έβγαινε η Κλειώ από τη θάλασσα, με προχωρημένο μαύρο μπικίνι, ο Άλκης ήταν εκεί, για να την απαθανατίζει. Με την τρέλα που είχε για την εικόνα, κατέγραφε πλούσιο υλικό τόσο σε φωτογραφίες όσο και σε βίντεο. Έλεγε στον εαυτό του ότι ακόμη και αν κάτι στράβωνε στη σχέση του με την Κλειώ, θα είχε πράγματα να βλέπει στα γεράματα και να τα θυμάται, ακούγοντας ταυτόχρονα το Barcelona με τη μυθική ερμηνεία του Φρέντι Μέρκιουρι και της Μονσεράτ Καμπαγιέ. 
Το βράδυ, αρκετά εξουθενωμένοι, περιορίζονταν στη σουίτα του πεντάστερου ξενοδοχείου τους στο κέντρο της πόλης. Και κάθε, μα κάθε βράδυ ο Άλκης έδινε δίκιο σε όλους αυτούς που του έλεγαν ότι, αν δεν έχεις κάνει σεξ με γυναίκα Ζυγό… με Ωροσκόπο Σκορπιό, είναι σαν να μην έχεις κάνει ποτέ στη ζωή σου.  

Και τώρα, το δίλημμα. 
Εμπρός… γκρεμός με την Κλειώ και αποστολές σε Υεμένη, Νότιο Σουδάν, Κολομβία, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Ιράκ, Συρία, Μπανγκλαντές, Καμερούν, Μπουρκίνα Φάσο. Αν απαντούσε θετικά, ήταν προδιαγεγραμμένη η εξέλιξη. Θα εγκατέλειπε τα πάντα. Ακόμη και την Ελλάδα.
Πίσω… ρέμα με τη Νεφέλη να περιμένει την οριστική του απόφαση. Αν απαντούσε θετικά, πάλι, θα τα εγκατέλειπε όλα. Τη Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα, όμως, όχι. 
Αποφάσισε να το παίξει «μάτσο» και είπε μέσα του το κλασικό απόφθεγμα του χορτάτου άντρα.  
─ Δεν γαμιέται. Θα απαντήσω αρνητικά τόσο στην Κλειώ, όσο και στη Νεφέλη. Σιγά τώρα να μη λυγίσω στο τραγούδι του Πάριου Της μοίρας το παιχνίδι. 

Ναι Άλκη. Έτσι είναι, αν έτσι νομίζεις. 
Εκεί που νόμιζε ότι είχε τον πλήρη έλεγχο, ήλθαν όλα τα πάνω κάτω στη ζωή του… με μια νέα ζωή. Η Κλειώ έμεινε έγκυος και αυτό ανέτρεπε κάθε σχέδιο επίδειξης ανδρισμού. 
Στην τελευταία στροφή, λοιπόν, λίγο πριν από τον τερματισμό η εκρηκτική Κλειώ είχε προσπεράσει θεαματικά τη Νεφέλη. Η μόνη του παρηγοριά ήταν ότι ίσως έτσι γλίτωνε τη μετανάστευση στην… Μπουρκίνα Φάσο. 

Οι επιλογές του Άλκη ήταν περιορισμένες. Μίλησε αμέσως με τη Μελίνα. Στην αρχή αρνήθηκε τη σχέση του με την Κλειώ. Της είπε ότι όλα έγιναν, ενώ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης. Αν δεν της είχε αρνηθεί, θα είχε παραβιάσει το δέκατο άρθρο του δεκάλογου του άπιστου άντρα και μετά θα έπρεπε να απολογηθεί και στον Αντώνη. 
Η Μελίνα, ωστόσο, απαίτησε μόνο αλήθειες. Και ήταν τόσο αξιοπρεπής, που ο Γιατρός σοβαρεύτηκε. Της εξήγησε με λεπτομέρεια τι είχε συμβεί. Την παρακάλεσε να δεχτεί την όλη κατάσταση και να μην χαλάσουν τον γάμο τους. Εκείνη αποφασιστικά του έδειξε… την έξοδο. Τον αγαπούσε. Τον είχε ανάγκη. Όμως τι να έκανε με έναν άντρα που στα πενήντα φεύγα του θα μεγάλωνε άλλη μία κόρη; (Είχαν ήδη μάθει το φύλο του μωρού). 

Το διαζύγιο ήταν συναινετικό. Ο Άλκης, με τη σύμφωνη γνώμη της Κλειώς, άφησε στη Μελίνα και στα παιδιά του όλη του την ακίνητη περιουσία στη Θεσσαλονίκη και στην Ξάνθη. Ήταν αρκετά σίγουροι ότι δύο Γιατροί δεν θα είχαν το παραμικρό οικονομικό πρόβλημα στη ζωή τους. Και αν κάτι πήγαινε στραβά, η Κλειώ θα είχε κάλυψη από τους γονείς της. Οι γονείς της, μάλιστα, απογοητευμένοι από το πρώτο γάμο της κόρης τους χάρηκαν με τη νέα επιλογή της. Άρχισαν να ελπίζουν ότι το παιδί τους, το εγγόνι τους και ο ώριμος γαμπρός τους θα έμεναν κοντά τους, στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα. Η Κλειώ έκανε ακόμη ένα βήμα αξιοπρέπειας. Επιδίωξε να γνωρίσει τη Μελίνα και να ζητήσει συγγνώμη από εκείνη και τα δύο παιδιά του Άλκη. Οι αντιδράσεις και των τριών ήταν γενικά ήπιες και πολιτισμένες. Ειδικά τα παιδιά χαίρονταν, γιατί σε λίγους μήνες θα μπορούσαν να αγκαλιάζουν μια αδελφούλα.

Στο μεταξύ είχαν περάσει οι 100 μέρες του αναπάντητου από τον Άλκη τελεσίγραφου. Όπως ήταν επόμενο, η Νεφέλη την εκατοστή πρώτη μέρα τον τελείωσε οριστικά και αμετάκλητα.  
─ Άλκη, διατηρούσα μια αμυδρή ελπίδα ότι θα μου απαντούσες θετικά. Τώρα ξέρω ότι ποτέ σου δεν θα μου έλεγες αυτό που πάντα ήθελα να ακούσω από σένα: «Θέλω να γίνεις γυναίκα μου, Νεφέλη». Δεν πειράζει. Σε περιμένω πάντως στον γάμο μου μαζί με τη Μελίνα και τους φίλους σου!

Τα νεότερα του Άλκη δεν είχαν ακόμη διαρρεύσει ούτε και ο ίδιος τα αποκάλυψε.
─ Νεφέλη, έγιναν πολλά τους τελευταίους μήνες. Σύντομα θα καταλάβεις και ίσως αργότερα δικαιολογήσεις εν μέρει τη στάση μου. Σου εύχομαι ολόψυχα να ευτυχήσεις με τον Άγγελο. Το αξίζεις.

Ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης είχαν μείνει έξω από όλες τις εξελίξεις που σχετίζονταν με την Κλειώ. Προσκλήθηκαν στον γάμο της Νεφέλης και προγραμμάτισαν να είναι παρόντες. Ήθελαν, εξάλλου, να παρηγορήσουν τον Άλκη και να του κάνουν την καζούρα που είχαν στο μυαλό τους. Ο Αλέξανδρος και η Λητώ ήλθαν από το Αμβούργο. Συνάντησαν στην εκκλησία τον Αντώνη και έψαξαν μετά να βρουν τον Άλκη με τη Μελίνα. Πολύ σύντομα έμειναν και οι τρεις τους με το στόμα ανοιχτό. Είδαν τον Άλκη να έρχεται από μακριά και να συνοδεύει μια εντυπωσιακή γυναίκα. Ως φιγούρα θύμιζε τη Μελίνα και την κόρη του τη Λία, αλλά δεν ήταν ούτε η Μελίνα, ούτε η Λία. Το αμήχανο χαμόγελό τους πάγωσε. Ταυτόχρονα χάθηκε και η διάθεσή τους για καζούρα. Ο Άλκης τους σύστησε με κάθε επισημότητα… τη γυναίκα του. 
Η Κλειώ ήταν πολύ κομψή. Σκόρπιζε φωτεινά χαμόγελα και χάιδευε με περίσσια ικανοποίηση τη φουσκωμένη κοιλίτσα της. Όπως ήταν φυσικό, δέχτηκαν πολλές ερωτήσεις. Ο Άλκης ανέλαβε να απαντήσει σε όλες. Και σε κάθε του απάντηση ένιωθε πως έπαιρνε το αίμα του πίσω. Σε μια παρτίδα σκάκι μεταξύ αντρών ήταν αυτός που είχε κάνει την κίνηση ματ.  

Μετά τον γάμο η Κλειώ έκλεψε τη Λητώ από τον Αλέξανδρο και την πήγε στο σπίτι της. Ήθελαν και οι δύο να ξεκουραστούν και να γνωριστούν καλύτερα. Οι άντρες ανηφόρισαν στα Κάστρα για την καθιερωμένη τσιπουροκατάνυξη. Μέσα στη γενική φασαρία οι φωνές τους σκέπαζαν όλες τις άλλες. Ανέλυαν –τι άλλο– τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις. Ο Αλέξανδρος παρακολουθούσε συστηματικά τα Γερμανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οι ειδήσεις τους μόνο ευοίωνες δεν ήταν για το μέλλον της Ελλάδας. Ο ανεξέλεγκτος δανεισμός από το Εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, οι σπατάλες στο Δημόσιο και στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα δεν προοιώνιζαν θετικές εξελίξεις για την Ελληνική οικονομία. Και εφόσον όλο αυτό ήταν ένα δύσκολο και άλυτο θέμα, εστίαζαν και αλλού. Έπιαναν τις εξελίξεις με τους υπολογιστές. Μετά μάλωναν για τις ομάδες τους. Ο Άλκης ΑΕΚ, ο Αλέξανδρος Παναθηναϊκός και ο Αντώνης ΠΑΟΚ. Το μόνο που τους ένωνε ήταν ότι και οι τρεις τους ήταν βαθιά αντι-Ολυμπιακοί. Στο τέλος, ζαλισμένοι από τα τσίπουρα, κατέληξαν να χορεύουν –καθένας ξεχωριστά– το αγαπημένο του ζεϊμπέκικο. 
 
Το ζεϊμπέκικο, άρχισε να φιλοσοφεί ο Άλκης, είναι χορός μοναχικός. Χορεύεται με οδύνη, με εσωτερικότητα. Εκείνος που χορεύει δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον, δεν τον νοιάζει αν τον κοιτούν. Ανοίγει τα χέρια σαν αετός και ρίχνει τις στροφές του, για να ανέβουν στην επιφάνεια αυτά που τον «τρώνε». Για πάρτη του καίγεται, για πάρτη του πονάει, για πάρτη του χορεύει. Συμπάσχει με τον στίχο, γι’ αυτό και επιλέγει το τραγούδι που θα χορέψει…

Αυτό ακριβώς έκαναν οι τρεις φίλοι. Και φαίνεται ότι το έκαναν πολύ καλά. Χόρευε ο καθένας το ζεϊμπέκικό του και οι γυναίκες έσπευδαν να γονατίσουν αυθόρμητα σε κύκλο γύρω τους. Ήταν η δεύτερη –μετά το ξέφρενο σεξ– επιβεβαίωση του ανδρισμού τους… 

Η Κλειώ ως ελεύθερο πνεύμα δεν θέλησε αμέσως γάμο. Γέννησε την κόρη τους, τη θήλασε για δύο περίπου χρόνια και μετά άρχισε και πάλι να σκέφτεται την… Υεμένη. Ως Γιατρός, Καρδιολόγος πλέον, θεωρούσε την υγεία αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα όλων των ανθρώπων, ειδικά των παιδιών. Η επιθυμία της να βοηθήσει τα παιδιά του κόσμου που υπέφεραν ξεπερνούσε ακόμη και τη βολή τής νέας της οικογένειας.
Ο Άλκης τής ξεκαθάρισε ότι με τόσες υποχρεώσεις στη Θεσσαλονίκη δεν θα μπορούσε να την ακολουθήσει. Αμέσως μετά συνεννοήθηκε με τα πεθερικά του, προκειμένου να οριοθετήσουν με ήπιο τρόπο την ασίγαστη φλόγα για προσφορά και εθελοντισμό που είχε μέσα της η Κλειώ. Της πρότειναν μια ενδιάμεση λύση. Να ενταχθεί στις Μονάδες Υποστήριξης των Γιατρών χωρίς Σύνορα με δραστηριότητες μέσα στην Ελλάδα. Η Κλειώ συμφώνησε. Άρχισε να στέκεται δίπλα στους πρόσφυγες, στους μετανάστες και σε όσους ζητούσαν άσυλο. Πρόσφερε βοήθεια και διαρκή Ιατρική υποστήριξη, περιδιαβαίνοντας όλη την Ελλάδα. Τουλάχιστον είχε τη δυνατότητα κάποια Σαββατοκύριακα να επιστρέφει στον Άλκη και στο παιδί. 

Στο μεταξύ η Ελληνική οικονομική κρίση ήταν από το 2009 προ των πυλών. Η Ελληνική οικονομία, λόγω των μακροχρόνιων παθογενειών, στάθηκε αδύναμη απέναντι στις προκλήσεις της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης. Το Ελληνικό δημόσιο αδυνατούσε  πλέον να δανειστεί με χαμηλά επιτόκια από τις διεθνείς αγορές και να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες υποχρεώσεις του. Με άλλα λόγια αδυνατούσε να αποπληρώσει το χρέος του και τα ομόλογα που έληγαν στις αρχές του 2010. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού άγγιζε το –15.4%. Η κρίση είχε μεγάλες κοινωνικές επιπτώσεις. Η ανεργία, οι τιμές και η φτώχεια αυξήθηκαν. Το βιοτικό επίπεδο και τα εισοδήματα μειώθηκαν δραματικά. 

Στις 23 Απριλίου του 2010 ο τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Γιώργος Παπανδρέου, με φόντο το ακριτικό Καστελόριζο ανακοίνωνε την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης, βάζοντας τη χώρα στον μνημονιακό δρόμο των μέτρων λιτότητας. Τα πρωτοσέλιδα της επόμενης μέρας έσταζαν… μαύρη απελπισία.  
--- Προσφυγή άνευ όρων. Πάμε στον μηχανισμό Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ.) και όποιος αντέξει. 
--- Ελλήνων Οδύσσεια. Ο κύβος ερρίφθη. Πάμε Τρόικα. Πέντε τουλάχιστον χρόνια σκληρής λιτότητας. 
--- Θρίλερ διαρκείας. Κερδοσκόποι και Μέρκελ μας έστειλαν στο Δ.Ν.Τ. 

Ο Αντώνης τηλεφώνησε αμέσως στον Άλκη και ήταν εκτός εαυτού. 
─ Άλκη, άκουσες τι είπε το τσογλάνι (άλλη ήταν η λέξη και δίπλα της έβαλε πολλές άλλες… συνώνυμες);
─ Ε, τον άκουσα, ναι. Είδες; Ο Αλέξανδρος έπεσε μέσα σε όλα.  
─ Ναι, αλλά εσύ είσαι Γιατρός. Οι Γιατροί δεν πρόκειται να επηρεαστούν οικονομικά από την κρίση. Οι άνθρωποι πάντα θα χρειάζονται τη βοήθειά σας και με την κατάσταση αυτή θα αρρωσταίνουν και πιο συχνά. Ο Αλέξανδρος ζει στη χώρα των οικονομικών κατακτητών μας και δεν θα καταλάβει τίποτε από την Ελληνική κρίση. Αλλοίμονο σε μένα και σε όλους σαν εμένα. Ευτυχώς που δεν έχω δάνειο, γυναίκα και παιδιά. 
─ Αντώνη, ηρέμησε. Άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο, όλους θα μας πάρει η μπάλα. Ας έχουμε θετική σκέψη.
─ Τι θετική σκέψη, ρε Άλκη; Εγώ τα έχω πάρει και μαζί σου.
─ Γιατί ρε; Τι σου έκανα πάλι; Ένα ερωτικό τρίο σου χάλασα μέχρι τώρα στα τόσα χρόνια που είμαστε φίλοι. Τι άλλο μπορείς να μου καταλογίσεις;
─ Τι άλλο; Ξέχασες ότι υπηρετούσες την στρατιωτική σου θητεία στην Αθήνα και έκανες τις αγγαρείες σου μαζί με τον Γιωργάκη;
─ Όχι. Ξεχνιέται αυτό;
─ Ε, λοιπόν. Είχες τότε την ευκαιρία να σηκώσεις τη λαμαρίνα με τα κοτόπουλα και τις πατάτες που κουβαλούσατε για τη σίτιση των φαντάρων και να του την περάσεις κολάρο. Και εσύ δεν το έκανες…
─ Ήταν αδύνατο να φανταστώ ότι ο Γιώργος θα γίνει μια μέρα Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Τότε ήταν απλώς το καλό παιδί και ο γιος του Ανδρέα. 
─ Έχεις δίκιο. Δεν ξέρω πια τι λέω. Σκέφτομαι, ακόμη, μήπως η γενιά μας κατέστρεψε τη χώρα.
─ Αντώνη, υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν ότι «οι νέοι στο Πολυτεχνείο έριξαν τη χούντα» και οι άλλοι που πιστεύουν ότι «η γενιά του Πολυτεχνείου κατέστρεψε τη χώρα». Το τραγικό είναι ότι και οι μεν και οι δε κάνουν το ίδιο λάθος. Γενικεύουν. Το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία», όπως διαπιστώνουμε, θα είναι πάντα επίκαιρο. Και θέλει λαό ενωμένο. Και τώρα θα βγούμε στις πλατείες. Θα δεις. 

Η αλήθεια είναι ότι ο Άλκης μιλούσε εκ του ασφαλούς. 
Πράγματι, η οικονομική κρίση δεν τον δυσκόλεψε ιδιαίτερα. Είχε τον τρόπο του και μαζί με την Κλειώ και τη γονική γαλαντομία των δικών της έχτισαν το νέο τους σπίτι. Πού αλλού; Στο Πανόραμα. Τα σχέδια; Είχαν και αυτά τη σφραγίδα του Αλέξανδρου αλλά και της νέας του εξειδίκευσης. Ήταν πιο λιτό από το προηγούμενο, που άφησε στη Μελίνα και τα παιδιά τους, αλλά είχε προχωρημένη οικολογική –αειφόρο την έλεγε ο Αλέξανδρος– δόμηση, που σημαίνει κτίριο ενεργειακά αποδοτικό με ελάχιστα απόβλητα. 

Όπως και στο πρώτο του σπίτι, έτσι και σ’ αυτό ανέθεσε χωρίς δεύτερη σκέψη την εργολαβία στον συμμαθητή, συγκάτοικο και συμφοιτητή του Αλέξανδρου, τον Ανέστη. Ο Ανέστης είχε ήδη δοκιμαστεί στην πρώτη οικοδομή και είχε αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του ως κατασκευαστής. Με την ολοκλήρωση της δεύτερης οικοδομής του Άλκη καταξιώθηκε ως ένας από τους πιο προχωρημένους κατασκευαστές στη Βόρεια Ελλάδα. Οι φωτογραφίες του σπιτιού και οι λεπτομέρειες της κατασκευής έκαναν αίσθηση σε διεθνή περιοδικά και σάιτ. Κέρδισε δίκαια πολλές τιμητικές διακρίσεις. Ωστόσο, ουδέποτε προτάθηκε στον γενέθλιο τόπο του, στην Κομοτηνή, στα Βραβεία της Χρονιάς. Οι διοργανωτές έλεγαν ευγενικά ότι δεν υπάρχει η ανάλογη κατηγορία… 

Τα δύο σπίτια ήταν αρκετά κοντά. Τα παιδιά του τον επισκέπτονταν συχνά και χαίρονταν τη μικρή Ναταλία. Ο Άλκης των προχωρημένων ερωτικών σχέσεων ήταν παραδοσιακός γονιός. Ήθελε να έχει τριγύρω του τα παιδιά του, όπως ακριβώς και ο πατέρας του. Με τη Μελίνα σε γενικές γραμμές η σχέση του ήταν πολιτισμένη. Ο Άλκης τη βοηθούσε με τα παιδιά τους και τους γονείς της. Και όταν πέθαναν οι γονείς της Μελίνας, ήταν και η Κλειώ εκεί για να της συμπαρασταθεί. Η Κλειώ ήξερε να αγαπάει. Και είχε φτάσει να αγαπάει τα παιδιά του Άλκη, όπως ακριβώς και τη δική τους κόρη.  

Και ενώ ο Άλκης τα πήγαινε μια χαρά οικονομικά, ο αδελφός του ο Άρης βρέθηκε αντιμέτωπος με τα μεγάλα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση στην οικοδομή. Ο ρυθμός ανέγερσης νέων κατοικιών στην Ελλάδα ακολούθησε στα επόμενα χρόνια σταθερά πτωτική πορεία. Η σκληρή δουλειά, τα πτυχία, το δικό του, της γυναίκας του, των παιδιών του και οι ισχυρές γνωριμίες ήταν τα ανθεκτικά στηρίγματά τους για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. Ωστόσο ο Άρης όφειλε να κάνει και κάποιες κατάλληλες επιχειρηματικές κινήσεις. Και αυτές ήταν δύσκολες, περίπλοκες, γι’ αυτό και δίσταζε.

Ο Άλκης κατανοούσε τα προβλήματα του μικρού του αδελφού, αλλά δεν ήταν του χώρου. Δεν μπορούσε να προσφέρει λύσεις που ενδεχομένως προσδοκούσε από αυτόν ο Άρης.
 

Το Κληρονομικό Déjà vu


Αύγουστος του 2014. 
Ο Άλκης με τη συμπλήρωση των δεύτερών του… –ήντα θα είχε την ευκαιρία –μετά από μια απρόσμενη εξέλιξη– να απαντήσει σε δύο συνηθισμένα υπαρξιακά ερωτήματα.  
Έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι η ζωή μας κύκλους κάνει και ότι όσα μας συμβαίνουν γίνονται για κάποιο λόγο; 

Ήταν πολύ πρωί, όταν του τηλεφώνησε από τη Δράμα ο ξάδελφός του, ο Πέτρος.
─ Άλκη, έχω δυσάρεστα νέα. Πέθανε ο Στράτος.
─ Ο Στράτος; Όχι, ρε. Πώς; 
─ Δεν μπορώ να πω ότι είχε σοβαρά προβλήματα υγείας. Απλώς, έβγαζε μια γενική απελπισία μετά από τους διαδοχικούς θανάτους των γονιών του. Έδειχνε ότι είχε εγκαταλείψει τον εαυτό του εδώ και καιρό.  
─ Πέτρο, κρίμα. Δεν ξέρω τι να πω. Αληθινά θλιβερή είδηση. Η τελευταία φορά που μίλησα μαζί του ήταν πριν από ένα εξάμηνο. Χρόνια τον πίεζα να βρει γυναίκα, μια σύντροφο, βρε αδελφέ. Ενδεχομένως θα είχε καλύτερη τύχη. Αλλά ό,τι και να λέμε τώρα δεν έχει σημασία. Με ποιους άλλους μίλησες;    
─ Ειδοποίησα την αδελφή μου, την Αθηνά. Μετά πήρα τη Ζωή και την Ελπίδα. Τηλεφώνησε και εσύ τον Άρη. Είναι ευκαιρία να βρεθούμε τα ξαδέλφια. Ξέρεις… τρέχουν και τα έξοδα της κηδείας. Δεν βλέπω κάποιον άλλον έξω από μας που να μπορεί να τα αναλάβει.  
─ Ναι, ούτε συζήτηση. Τα λέμε από κοντά.
 
Ο Άλκης πήρε αμέσως τηλέφωνο τον αδελφό του.
─ Άρη, καλημέρα. Τι καλή μέρα δηλαδή; Δεν έχω καλά νέα.
─ Τι έγινε;
─ Δεν το έμαθες, έτσι; Πέθανε ο ξάδελφός μας, ο Στράτος.
─ Ο Στράτος; Όχι, ρε. Είχαμε σχεδόν χαθεί από τότε που αποφάσισε να ζήσει στη Χρυσούπολη. Θα πάμε στην κηδεία;  
─ Εννοείται. 

Στο μεταξύ τα νέα έτρεχαν. Ο Στράτος ως άκληρος είχε πλησιέστερους συγγενείς και συνεπώς κληρονόμους της όποιας περιουσίας του τα έξι πρώτα του ξαδέλφια, εφόσον γονείς και θείοι δεν ζούσαν πια. 
Ο Στράτος μπορεί να είχε φύγει μόνος από τον μάταιο ετούτο κόσμο, αλλά στην κηδεία του κατάφερε να ενώσει ύστερα από πολλά χρόνια τα έξι πρώτα του ξαδέλφια. Φόρεσαν όλοι ανεξαιρέτως μαύρα. Κοστούμια οι κύριοι, ταγιέρ οι κυρίες. Να φαίνεται το πένθος. Στην κηδεία, σε περιβάλλον οδύνης, ήταν να κλαις και να γελάς μαζί τους, εφόσον στο καθιερωμένο τραπέζι ξέχασαν αμέσως τον εκλιπόντα και άνοιξαν τη σχετική συζήτηση για τα… κληρονομικά. Ο Άλκης θυμήθηκε ανάλογες συζητήσεις που άκουγε από τους μεγάλους, όταν ήταν παιδί! Τώρα πιο μορφωμένοι όλοι τους αποφάσισαν ομόφωνα να ρωτήσουν Δικηγόρους και μετά να χαράξουν αναλόγως την πορεία τους.
Ο Άλκης, όπως ήταν αναμενόμενο, μετέφερε τα νέα στα πεθερικά του. Οι δύο έμπειροι Δικηγόροι Θεσσαλονίκης συγκέντρωσαν τα απαραίτητα στοιχεία και σε λίγες μέρες τού κατέθεσαν τη γνώμη τους.

Ο πεθερός του ήταν πιο αναλυτικός. 
─ Ο ξάδελφός σας δεν έχει διαθήκη. Εσείς είστε οι κληρονόμοι του και έχετε δύο επιλογές. Είτε να αποποιηθείτε την κληρονομιά, είτε να την αποδεχτείτε χωρίς όρους. Η πρώτη πράξη δεν έχει ρίσκο. Η δεύτερη, όμως, ενέχει πολλούς κινδύνους. Για να τους αποφύγετε, το ορθό είναι να ενταχθείτε στο νομοθετικό πλαίσιο αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής. Με την απογραφή θα έχετε εικόνα του ενεργητικού και του παθητικού της. Αν το πρώτο είναι μεγαλύτερο από το δεύτερο, τότε θα έχετε κέρδος. Αν είναι μικρότερο, τότε θα διαθέσετε μόνο αυτό το ποσό για την εξυπηρέτηση των χρεών του ξαδέλφου και δεν θα βάλετε ούτε ένα ευρώ από την τσέπη σας. Με τον τρόπο αυτό θα εξασφαλίσετε πλήρως την προσωπική σας περιουσία από τις όποιες τρέχουσες ή και μελλοντικές απαιτήσεις των πιστωτών του.

Η πεθερά του ήταν, απρόσμενα, πιο κοφτή.
─ Άλκη, η περιουσία σου είναι μεγάλη. Εφόσον είσαι γονέας, δεν έχεις το παραμικρό δικαίωμα να τη διακυβεύσεις. Δύο είναι οι επιλογές σου. Η πρώτη είναι να αποποιηθείς την κληρονομιά. Η δεύτερη, να την αποδεχτείς αλλά μόνο –το τονίζω– μόνο με το ευεργέτημα της απογραφής. 

Ο Άλκης άκουγε πάντα την πεθερά του. Της είχε αδυναμία, γιατί του θύμιζε την Κλειώ και γιατί έπαιζε στα δάχτυλα το Αστικό Δίκαιο και το Κληρονομικό. Αποφάσισε αμέσως να αποποιηθεί την κληρονομιά. Μετά, όμως, από συζητήσεις με τους άλλους συγκληρονόμους κάμφθηκε. Έτσι, οδηγήθηκε στη δεύτερη επιλογή. Να αποδεχτεί την κληρονομιά με το ευεργέτημα της απογραφής. Ξεκαθάρισε, μάλιστα, ότι αυτή ήταν η τελευταία του υποχώρηση. Ότι ακόμη και αν όλοι οι άλλοι επέλεγαν κάτι άλλο, που θα έθετε σε κίνδυνο την προσωπική του περιουσία, αυτός δεν θα ακολουθούσε. 

Ευτυχώς, κατά τη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία αποφάσισαν όλοι με αίτημά τους στο Δικαστήριο να ενταχθούν στο νομοθετικό πλαίσιο αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής της, εφόσον δεν γνώριζαν επακριβώς τα οικονομικά στοιχεία. Χρειάστηκαν δύο περίπου χρόνια με τη γραφειοκρατία του Ελληνικού Δημοσίου να χτυπάει κόκκινο, μέχρι να αποκτήσουν εικόνα του ενεργητικού και του παθητικού της κληρονομιάς του ξαδέλφου…    

Και μετά; Μετά έγινε… το έλα να δεις. Έγινε… της και… του κληρονόμου το κάγκελο. Όταν διαπίστωσαν ότι το ενεργητικό της κληρονομιάς ήταν μεγαλύτερο από το παθητικό, χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα. 
Ξέσπασε ο συνήθης Ελληνικός εμφύλιος. Τα τρία από τα έξι ξαδέλφια –Άρης, Ζωή, Ελπίδα– υπαναχώρησαν. Και ίσως δεν είχαν και άδικο. Οι διαδικασίες για την εκποίηση της ακίνητης περιουσίας μέσω δικαστικών αποφάσεων και πλειστηριασμών, όπως όριζε το ευεργέτημα της απογραφής, έδειχναν περίπλοκες, χρονοβόρες και κοστοβόρες. 
Έτσι, ζώστηκαν τα φυσεκλίκια και κήρυξαν το δικό τους αντάρτικο. Αντίθετα, τα άλλα τρία ξαδέλφια –Άλκης, Πέτρος, Αθηνά– έδειξαν ανακουφισμένοι με την ένταξή τους στο νομοθετικό πλαίσιο της αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής, γιατί σαφώς εξασφάλιζε την προσωπική τους περιουσία. 
Ο Άλκης είχε φροντίσει εξ αρχής να μην εμπλέξει στην κληρονομική αυτή υπόθεση την Κλειώ, τη Μελίνα και τα παιδιά του. Δεν μπορούσε, όμως, να αφήσει έξω τους φίλους του, Αλέξανδρο και Αντώνη. 
Σ’ αυτούς, λοιπόν, ξεκαθάρισε καλύτερα τη θέση του. 
─ Δεν θα χαρακτηρίσω κακούς τους πρώτους –Άρη, Ζωή, Ελπίδα– ούτε εμάς καλούς –Άλκη, Πέτρο, Αθηνά– ή ανάποδα. Οι έννοιες αυτές είναι εντελώς σχετικές και υποκειμενικές. Με βάση το σκεπτικό αυτό προτιμώ να χαρακτηρίσω τους πρώτους ως… τολμηρούς αντιφρονούντες και εμάς ως… φοβικούς νομιμόφρονες. Οι πρώτοι, λοιπόν, θέλουν να πείσουν εμάς να βγούμε όλοι έξω από το ευεργέτημα της απογραφής της κληρονομιάς και να λειτουργήσουμε ως απλοί κληρονόμοι. Με άλλα λόγια να βάλουμε αμέσως χέρι στο ζεστό χρήμα της κληρονομιάς, ρισκάροντας τις προσωπικές μας περιουσίες από ενδεχόμενα χρέη του εκλιπόντος. Αυτό όμως συνιστά παρανομία, εφόσον ήδη ομόφωνα έχουμε αποδεχτεί διά της Δικαστικής οδού το ευεργέτημα της απογραφής.  

Ο Αντώνης, έχοντας εμπειρία από τη συμμετοχή του σε υπηρεσιακές επιτροπές, ίσως για πρώτη φορά προσέγγισε υπεύθυνα μια υπόθεση του Άλκη.    
─ Άλκη, έχω ζήσει από πρώτο χέρι τα απόνερα λαθεμένων κινήσεων φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. Όλοι αυτοί, χωρίς την παραμικρή καθοδήγηση από ειδικούς, είτε έπαιρναν αλόγιστα δάνεια, είτε έμπαιναν εγγυητές, είτε δεν λάμβαναν μέριμνα για τις αποδοχές κληρονομιών. Έτσι, έφταναν στο σημείο να πληρώνουν δυσβάσταχτα ποσά και σε πολλές περιπτώσεις να χάνουν την ακίνητη περιουσία τους. Στην περίπτωσή σας οι αντιφρονούντες κινούνται δυστυχώς στη λογική της αγοραίας Ελληνικής αντίληψης τού… εγώ όλα τα ξέρω, είμαι έξυπνος και δεν έχω ανάγκη κανένα, στα κλεφτά ρωτάω τον ένα και τον άλλο και έτσι προχωρώ. 
─ Αντώνη, είναι ανάμεσά τους και ο αδελφός μου. Με παρακαλεί να τον βοηθήσω. 
─ Ε, εντάξει τώρα. Ο αδελφός σου δεν σου ζητάει να τον βοηθήσεις. Σου ζητάει να θυσιαστείς.  Εσύ δεν έχεις το παραμικρό δικαίωμα να απεμπολήσεις το ευεργέτημα της απογραφής και να υποθηκεύσεις την περιουσία σου. Αν το κάνεις, θα είσαι εσαεί υπόλογος στα παιδιά σου. 
─ Και δεν υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος;
─ Υπάρχει. Πώς δεν υπάρχει. Έχεις του κόσμου τα λεφτά. Βγες μπροστά και άρχισε να πληρώνεις τα χρέη του ξαδέλφου σας, τα δικαστικά έξοδα, τους πλειστηριασμούς και οτιδήποτε άλλο χρειαστεί. Καθάρισε το τοπίο. 

Ο Άλκης δεν ήθελε να βρεθεί στη δίνη ενός παρατεταμένου και αχρείαστου… κληρονομικού Déjà vu. Είδε με καλό μάτι την εναλλακτική πρόταση του Αντώνη. Απλώς, από καθαρή περιέργεια, άφησε ακόμη λίγο την ιστορία να εξελιχθεί. 
Οι ανάρμοστες (sic!) συμπεριφορές των αντιφρονούντων με προσωπικές επιθέσεις μέσω επίσημων γραπτών μηνυμάτων ήταν στην ημερήσια διάταξη. Ο Άλκης προσπαθούσε να είναι ευγενικός μαζί τους. Επέλεξε, μάλιστα, να υποχωρεί ή… να σιωπά. Ήθελε ένα μόνο πράγμα. Να διατηρήσει με κάθε κόστος το νομοθετικό πλαίσιο αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής. Ως προς αυτό, οι άλλοι, μπορούσαν να τον κατηγορούν ως υπερβολικά τυπικό με τον Νόμο ή ακόμη και ως φοβικό. Δεν τον ενδιέφερε. Όμως οι αντιφρονούντες δεν σταμάτησαν μόνο σ’ αυτό. Με μεγάλη του έκπληξη είδε να τον στοχοποιούν ως τον… Νο 1 αδίστακτο κληρονόμο. 

Ο Αντώνης έγινε και πάλι… ο γνωστός Αντώνης.
─ Βρε… τομάρι. Όλα εδώ πληρώνονται. Καθαρίζουν για μένα οι συγκληρονόμοι για το τρίο που μου στέρησες στη Ρόδο. Χώρια που θα σε προτείνω στα Βραβεία της Χρονιάς στην κατηγορία "Ο σκληρότερος τιμωρός των απανταχού συγκληρονόμων… " 

Αμέσως μετά, σοβαρεύτηκε και επανέλαβε την εναλλακτική του πρόταση.   
─ Άλκη, δώσε επιτέλους ένα τέλος σ’ αυτό το καλαμπούρι. Αρκετά δεν το γλέντησες; Βγες μπροστά και ανάλαβε δράση.  

Ο Άλκης άκουσε τον Αντώνη. Κάλεσε πρώτα τον αδελφό του. Ωστόσο, λίγο πριν του ανακοινώσει την απόφασή του, ο Άρης άρχισε να του εκφράζει σοβαρά παράπονα. Η έκπληξη για τον Άλκη ήταν μεγάλη. Όχι γι’ αυτά καθ’ αυτά τα γενικόλογα παράπονα όσο για τον χρονικό τους ορίζοντα. Αυτά δεν ξεκινούσαν από τη μέρα που ο Άλκης επέλεξε διαφορετικό στρατόπεδο στο… κληρονομικό Déjà vu. Δεν ξεκινούσαν καν από τον θάνατο του πατέρα τους, πριν από 22 χρόνια. Ξεκινούσαν από τη μέρα που ο Άλκης παντρεύτηκε τη Μελίνα, δηλαδή πριν από 35 ολόκληρα χρόνια! 
Ο Άλκης εστίασε καλύτερα και προσπάθησε να αποκωδικοποιήσει τις σκέψεις του μικρού του αδελφού. Ο Άρης εδώ και 35 χρόνια έβλεπε σ’ αυτόν ενδεχομένως έναν νεότερο πατέρα ή έστω έναν μεγαλύτερο αδελφό με ξεχωριστά χαρακτηριστικά, όπως αυτά του προστάτη, του συμμάχου, του αποκλειστικά ταγμένου σ’ αυτόν ανθρώπου κατά προτίμηση ανύπαντρου. Ο Άλκης –με τις χίλιες δυο υποχρεώσεις και τις ερωτικές του περιπλανήσεις– ακόμη και στην περίπτωση που διέθετε αυτά τα σπάνια χαρακτηριστικά, ασφαλώς και δεν θα μπορούσε να αναλάβει αυτόν τον ρόλο.  
Έτσι, σήκωσε τα χέρια ψηλά. Έστω με κάποια δόση υπερβολής αλλά και ευγένειας ζήτησε από τον Άρη… να τον συγχωρήσει, που δεν είχε ανταποκριθεί στις προσδοκίες του. 

Στη ζωή ασφαλώς τα γεγονότα συμβαίνουν για κάποιο λόγο. Η κληρονομική αυτή υπόθεση αποκάλυψε τουλάχιστον, μεταξύ άλλων, τους πραγματικούς χαρακτήρες των εμπλεκομένων. Στοχεύοντας στο χρήμα, βγαίνουν οι μάσκες και βρίσκουν όλοι χώρο και χρόνο, για να ξεδιπλώσουν τις… αρετές και τα… απωθημένα τους. 

Ο Άλκης δεν είχε άλλους λόγους για να καθυστερεί. Έβαλε αμέσως σε εφαρμογή το σχέδιο του Αντώνη. Ανέλαβε να ολοκληρώσει μόνος του την υπόθεση της κληρονομιάς με δικά του χρήματα και τη βοήθεια των πεθερικών του. Οι αντιφρονούντες, όπως ήταν αναμενόμενο, άλλαξαν άρδην στάση απέναντί του. Αυτοί που πριν έλεγαν ότι είναι… αδίστακτος, αίφνης παραδέχτηκαν τη γαλαντομία του. 

Ο Άλκης ευχαρίστησε τον Αντώνη για τη συμβουλή του και του έταξε, αστειευόμενος, μέρος από το ποσό της κληρονομιάς.
─ Τι μέρος, ρε συ, Άλκη. Και ολόκληρο το μερίδιό σου να μου δώσεις, φτάνει δεν φτάνει για μια καθώς πρέπει βραδιά μου ως swinger στην Ελούντα. 

Ο Άλκης γέλασε. Είχε δίκιο ο Αντώνης για το ποσό της κληρονομιάς. Έτσι, πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων το… κληρονομικό Déjà vu και επανήλθε δριμύτερος στην κανονικότητα… της πραγματικής ζωής.


Η πραγματική ζωή


Η πραγματική ζωή στάθηκε σε γενικές γραμμές αρκετά γενναιόδωρη για τους τρεις φίλους. Όχι, βέβαια, εντελώς ρόδινη. 

Ο Αντώνης 

Αμέσως μετά από τη συνταξιοδότησή του το 2011 επέλεξε να ζήσει μόνος του σε ένα ορεινό χωριό της Χαλκιδικής, αφού πρώτα σιγούρεψε τον νέο ομφάλιο λώρο του, την υψηλής ταχύτητας σύνδεσή του στο διαδίκτυο. Έτσι, έβαλε αμέσως σε εφαρμογή το σχέδιό του να ασχοληθεί επιτέλους –επαγγελματικά– αφενός με τη σχεδίαση και ανάπτυξη ιστοσελίδων και αφετέρου με την πολυδιάστατη διαδικασία βελτιστοποίησης ιστοσελίδων για τις μηχανές αναζήτησης ή αλλιώς SEO-Search Engine Optimization. 

Με τη νέα του ενασχόληση διαπίστωνε καθημερινά εκ των έσω την τρομακτική δύναμη των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Έλεγε και ξανάλεγε πως λασπολογούν ασύστολα σε βάρος όποιου θέλουν να καταστρέψουν, ενώ ταυτόχρονα κατευθύνουν το μυαλό του κόσμου στις επιλογές των εντολέων τους. Έτσι, δεν είχε λόγο να αναρωτιέται τι ακριβώς «ήπιαν» το 2019 οι Έλληνες και έκαναν Πρωθυπουργό τον Κυριάκο, τον γιο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Θεωρούσε βάσιμα ότι ήπιαν το ίδιο ακριβώς σκεύασμα μ’ αυτό του 2004 και του 2007, όταν έκαναν Πρωθυπουργό τον Κώστα, τον ανιψιό του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αυτόν που σεμνά και ταπεινά ολοκλήρωσε το φαγοπότι με τα Ολυμπιακά έργα του Σημίτη. Συνέχισαν, μάλιστα, το αλκοολίκι και το 2009, όταν έκαναν Πρωθυπουργό και τον Γιώργο, τον οποίον δεν πίστευε ως πολιτικό άνδρα ούτε ο ίδιος ο πατέρας του, ο Ανδρέας Παπανδρέου.  

Το καλό με τη συνταξιοδότησή του ήταν η εύκολη και ταχύτατη επικοινωνία με τον Άλκη και τον Αλέξανδρο –άλλοτε τηλεφωνικά και άλλοτε μέσω Skype– και οι συζητήσεις τους για την τεχνολογία, το ποδόσφαιρο και τις τρέχουσες εξελίξεις. 

Όσο δούλευε στο Δημόσιο, δύο καταστάσεις κυριολεκτικά τον έπνιγαν. Οι άνωθεν πιέσεις για την εξυπηρέτηση μικρών ή μεγάλων συμφερόντων με κομματικά πάντα κριτήρια και οι μικρονοϊκές συμπεριφορές των συναδέλφων του, υπαλλήλων και Προϊσταμένων. Για το πρώτο ενεργοποιούσε τις αντιστάσεις του σε βαθμό που να θεωρείται γραφικός, σε μια εποχή που το ρουσφέτι και το φακελάκι είχαν αναχθεί σε κινητήρια δύναμη των σχέσεων, της πολιτικής και της οικονομίας. Για το δεύτερο δεν μπορούσε να κάνει κάτι. 
Περισσότερο τον τρέλαινε ότι απέφευγαν ή και φοβούνταν αυτό που εκείνος θεωρούσε βασικό εργαλείο δουλειάς, τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ταυτόχρονα απορούσε από τη δεκαετία του '90 τι μέλλον θα είχε το Ελληνικό Δημόσιο με ένα τόσο υψηλό ποσοστό άσχετων έως και εχθρικών προς τους υπολογιστές λειτουργών. Ωστόσο, τέτοιοι τύποι είχαν τον τρόπο τους με τα πολιτικά κόμματα, ώστε να φτάνουν ευκολότερα σε υψηλές Διευθυντικές θέσεις, να κάνουν περιουσίες και να βολεύουν στη συνέχεια και τα παιδιά τους.

Πήρε τις απαντήσεις του όταν συνταξιοδοτήθηκε και είδε το Δημόσιο… από έξω. Αφού… του πήραν τα μέτρα, τον ενέταξαν σε όλες τις «ευεργετικές» διατάξεις που αφορούσαν τις περικοπές των συντάξεων και των εφάπαξ, πολύ πριν από τον «κόφτη» Κατρούγκαλου. Τα Ασφαλιστικά Ταμεία τον τυράννησαν πέντε ολόκληρα χρόνια μέχρι να του αποδώσουν το σύνολο της μηνιαίας σύνταξής του. Αν δεν είχε τον τρόπο του, θα έπρεπε να ζει με δανεικά! Πέντε ολόκληρα χρόνια! Και να ήταν μόνον αυτό; Κάθε του συναλλαγή με τις υπηρεσίες του Δημοσίου ήταν μια αβάσταχτη ταλαιπωρία. 

Η επιλογή του να μην κάνει οικογένεια συνέβαλε στο να κάνει πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Πέρα από τις γυναίκες και την κουλτούρα οι συγκρίσεις οι σχετικές με τη λειτουργία των Θεσμών και των Δημόσιων υπηρεσιών άλλων προηγμένων χωρών ήταν βέβαια αναπόφευκτες. Και πάντα συντριπτικά υπέρ των ξένων. 

Μεγάλο παράπονό του παρέμεινε το ότι δεν κατέκτησε το οχυρό Ελεάνα, τη δική του… Έμιλι Μπλαντ, με πολιορκητικό κριό τον Άλκη. Το έλεγε και το ξανάλεγε ελεεινολογώντας τον εαυτό του. Γεννημένος τραγωδός… 

Ο Άλκης 

Είδε με μεγάλη του λύπη την ΑΕΚ και το… ΠΑΣΟΚ να διαλύονται. Σε μια σημαδιακή ημερομηνία, στις 21 Απριλίου 2013, η ΑΕΚ υποβιβάστηκε στη Γ’ Εθνική, προκειμένου να διαγράψει το δυσβάσταχτο χρέος της προς το Δημόσιο. Ύστερα από δύο πέτρινα χρόνια επέστρεψε στην Α’ Εθνική κατηγορία και το 2018 κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδος. Ωστόσο, δεν μπόρεσε να το χαρεί, γιατί πίστευε βάσιμα ότι η ομάδα του… είχε κλέψει το πρωτάθλημα από την ομάδα του Αντώνη, τον ΠΑΟΚ.

Η βαθιά οικονομική κρίση, εκτός από την ΑΕΚ και το ΠΑΣΟΚ, είχε σχεδόν διαλύσει και τη Δημόσια υγεία. Εξαιτίας της ανέχειας οι πολίτες είχαν στραφεί στα Δημόσια Νοσοκομεία, τα οποία δεν διέθεταν πλέον τα μέσα και το προσωπικό για την αντιμετώπιση των αυξημένων περιστατικών. Οι μισοί και παραπάνω από τους Γιατρούς και το Νοσηλευτικό προσωπικό είχαν συνταξιοδοτηθεί. Όσοι συνέχιζαν, έκαναν πρόσθετες εφημερίες με αυτοθυσία και με μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή των δεδουλευμένων. Οι έννοιες του τυπικού ωραρίου αλλά και των εργασιακών δικαιωμάτων είχαν σχεδόν καταργηθεί. Είχε χαθεί ακόμη και εκείνος ο υφέρπων ερωτισμός, που ήταν παλιότερα η πολυβιταμίνη που αύξανε τις αντοχές του προσωπικού. Το άγχος χτυπούσε κόκκινο.
Ο Άλκης, ωστόσο, στο πολυτελές Ιατρείο του στη Λάρισα με τις μεγαλοκυρίες των τσιφλικάδων που ήθελαν να αδυνατίσουν, χάρη στη συνδρομή του εξειδικευμένου στις δίαιτες Καθηγητή Ενδοκρινολογίας, έδειχνε να διατηρεί τις αντοχές του και να αυξάνει τα εισοδήματά του. 
Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν στόχευε μόνο στο χρήμα. Η ιδεολογία, η ευαισθησία του αλλά και οι ανθρωπιστικές απόψεις που του εμφύτευσαν με τις πράξεις τους και οι δύο γυναίκες του, η Μελίνα και η Κλειώ, άνοιξαν μπροστά του το πεδίο της κοινωνικής προσφοράς. Σε κοινωνικά Ιατρεία της Θεσσαλονίκης παρακολουθούσε αφιλοκερδώς άπορα παιδιά και ενήλικες με διαβήτη, καλύπτοντας συχνά και τα έξοδα νοσηλείας τους. Στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον της Μελίνας κλήθηκε να βοηθήσει σε ιδιαίτερα δύσκολες καταστάσεις με απώλειες αγαπημένων προσώπων. Ανταποκρίθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη και ένιωσε καλά με τον εαυτό του. Καλά και άγια όλα αυτά. Ισχύουν, όμως, μόνο για τους καλοπροαίρετους. Ένας κακοπροαίρετος, ιδιαίτερα μετά το διαζύγιό του από τη Μελίνα, θα μπορούσε ακόμη και χωρίς άλλα επιχειρήματα να τον κατηγορήσει ότι έχει… μια διαστρεβλωμένη εικόνα για την έννοια της οικογένειας, της οικειότητας και της ανιδιοτελούς αγάπης… Ναι, το άκουσε και αυτό. 

Με την Ελεάνα δεν ξαναβρέθηκε. Έκανε μια δυο προσπάθειες να μιλήσει μαζί της. Ήθελε να δώσει εξηγήσεις. Να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Μανία της ψυχής του διαχρονική! 
Εκείνη του μίλησε κρύα. Έδειχνε να έχει πλάσει το δικό της αφήγημα. Θεωρούσε ξεκάθαρα ως αιτία της απόρριψής της από τον Άλκη την Κλειώ και όχι τη Νεφέλη. 
Έτσι, όπως ήταν αναμενόμενο, η Ελεάνα πάτησε delete και έφυγε μπροστά, διατηρώντας ικανές αποστάσεις από τον Άλκη και τον Αντώνη. Βελτίωσε τη θέση της και ανέλαβε Διευθύντρια Κλινικής. Και η αλήθεια είναι ότι πέτυχε με την αδιαμφισβήτητη αξία της. 

Με τη Νεφέλη διατηρούσε σχέσεις διακριτικά φιλικές, ενώ με τη Μελίνα τούς ένωναν τα δυο παιδιά τους με δεσμούς εμπιστοσύνης και συνυπευθυνότητας. Έπρεπε συνεχώς ως γονείς να τους παρέχουν στήριξη στις επιλογές και τα προβλήματά τους. 
Η Μελίνα, χωρίς συζυγικές υποχρεώσεις, απολάμβανε τη ζωή της και έδειχνε πιο απελευθερωμένη. Ταξίδευε και φλέρταρε πολύ αλλά χωρίς δεσμεύσεις. Μάλλον είχε υιοθετήσει πολλές από τις αντικομφορμιστικές απόψεις της Κλειώς. 
Η κόρη τους η Λία έγινε Παιδίατρος. Είχε την αμέριστη στήριξη του άντρα της. Ο Θοδωρής, νέος επιχειρηματίας με ανοιχτό και πρακτικό μυαλό, ήταν τόσο καλός χαρακτήρας, που ο Άλκης μαζί με τον Αλέξανδρο και τον Αντώνη ξεπέρασαν γρήγορα το… αθεράπευτο κουσούρι του, να υποστηρίζει… τον Ολυμπιακό. Η Λία και ο Θοδωρής είχαν κάνει τον Άλκη και δύο φορές παππού. Πρώτα με ένα γλυκύτατο κοριτσάκι, την Αννούλα και μετά με έναν μικρό Άλκη, που τον αποτρέλανε. 
Ο γιος τους Νίκος, όπως υπαγόρευε πλέον στους νέους η οικονομική κρίση, έφυγε στο διαρκώς αναπτυσσόμενο Αμβούργο, για να εργαστεί και για να κυνηγήσει τις νέες εξελίξεις της επιστήμης του ως Αρχιτέκτων Μηχανικός. Είχε κληρονομήσει από τον παππού Νίκο όσες δεξιότητες εκείνος διέθετε αλλά και τα καλύτερα στοιχεία από τον χαρακτήρα του. Στα πρώτα του βήματα τον βοήθησε φυσικά ο Αλέξανδρος. Αυτός τον μύησε στην αειφόρο δόμηση και λέγε λέγε τον έκανε Παναθηναϊκό και… Λίβερπουλ. Ε, δεν ήταν και άσχημα…

Η μικρή του κόρη από τον γάμο του με την Κλειώ, η 14χρονη Ναταλία, μεγάλωνε ουσιαστικά μαζί του και με τα πεθερικά του. Ο Άλκης τη συνόδευε κάποια απογεύματα στις δραστηριότητές της, γιατί η μαμά Κλειώ ακολουθούσε με συνέπεια τον δρόμο της κοινωνικής προσφοράς.  
Εκείνο το απόγευμα η Ναταλία είχε μπαλέτο. Ο Άλκης την περίμενε στο αυτοκίνητό του και χαλάρωνε με τα ερωτικά τραγούδια του Αντώνη Ρέμου. Κατά διαβολική σύμπτωση άκουγε το τραγούδι Η νύχτα δυο κομμάτια και είχε φτάσει στον ζόρικο στίχο «…μα εχθές αργά το βράδυ, δίχως να το φανταστώ, σε συνάντησα στον δρόμο κι έμεινα να σε κοιτώ, τον κρατούσες απ' το χέρι, του γελούσες τρυφερά και σταμάτησε ο χρόνος ξαφνικά…», όταν η καρδιά του ανέβασε στροφές. Είδε από μακριά να έρχεται ένα όμορφο ζευγάρι. Ο άντρας στην κυριολεξία κρεμόταν από τον λαιμό της κοπέλας. Δεν θα μπορούσε να λαθέψει με τη Νεφέλη. Είχε λαθέψει με τον άντρα που τη συνόδευε. Δεν ήταν κάποιος ξένος, αλλά ο έφηβος γιος της, που την είχε ξεπεράσει στο μπόι. Χαμογέλασε και οι παλμοί του επανήλθαν στο κανονικό τους. Αν είχε τότε αποδεχτεί το τελεσίγραφο της Νεφέλης, τώρα θα ήταν και δικός του γιος. Με τα… αν, όμως, δεν υπάρχει… πραγματική ζωή.

Και η Κλειώ; Η Κλειώ ήταν σωστό τρελοκομείο. Πέτυχε, όμως, εξαιρετικούς στόχους. Σύζυγος, μητέρα, εθελόντρια Γιατρός. Και φυσικά… «τα είδε όλα».
Το 2015 άσκησε το λειτούργημά της στον τομέα της Πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στο κέντρο της Μυτιλήνης. Οι Γιατροί χωρίς Σύνορα είχαν φροντίσει έγκαιρα να ενισχύσουν τα νησιά της Κω και της Λέσβου με Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό. Οι καθημερινές εικόνες στη Μόρια της Λέσβου δεν τιμούσαν ούτε την Ελλάδα ούτε την Ευρώπη. Παρόμοιες ήταν και αυτές στον ανεπίσημο καταυλισμό προσφύγων Καρά Τεπέ. Οι άνθρωποι που κατέφθαναν κάθε μέρα κατά χιλιάδες με τελικό προορισμό την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη έχρηζαν άμεσης βοήθειας. Οι περισσότεροι ήταν από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Έφευγαν για να γλιτώσουν από τον πόλεμο και τις διώξεις. Αλλά, με το που έφταναν στην Ελλάδα, γέμιζαν μαύρη απελπισία. Αντίκριζαν ανεπαρκείς χώρους υποδοχής, βρώμικους καταυλισμούς με σωρούς από σκουπίδια χωρίς εύκολη πρόσβαση σε νερό, φαγητό και τουαλέτες. Στοιβαγμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο αναγκάζονταν να χρησιμοποιούν άδεια κουτιά αναψυκτικών, για να βράσουν λίγο τσάι. 
Παιδιά με πυρετό, εγκυμονούσες και ηλικιωμένοι περίμεναν υπομονετικά μέσα στη βροχή, στις λάσπες και στα σκουπίδια. Η αναμονή στην ουρά για την καταγραφή μπορεί να διαρκούσε ακόμη και μία ολόκληρη ημέρα. 
Η Κλειώ ζούσε υπομονετικά μέσα σ’ αυτές τις σκηνές του πρωτοφανούς εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η εικόνα που τη συγκλόνισε, μόλις έφτασε στο νησί, ήταν ενός εξαντλημένου μετανάστη που έσερνε ένα καφάσι με τα δύο μικρά παιδιά του μέσα. Στη Μυτιλήνη μέτρησε έξι μήνες καθαρής φρίκης.

Αργότερα βρέθηκε στη Συρία. Στον τόπο από όπου ξεκίνησαν πολλοί άνθρωποι τους οποίους είχε περιθάλψει στην Ελλάδα. Ακολούθησε την αντίστροφη πορεία από τους πρόσφυγες. Είχε τεράστιο ενδιαφέρον να αναζητήσει τις αιτίες του κακού στον τόπο που αυτό γεννιέται. Ήθελε να πειραματιστεί και να βρει λύση για το στήσιμο μιας ευέλικτης και αποτελεσματικής δομής υγείας σε εμπόλεμες ζώνες. 
Αυτό που την εντυπωσίασε και την άλλαξε ως άνθρωπο και Γιατρό ήταν η ευγνωμοσύνη των ασθενών που περιέθαλπε και η αξιοπρέπειά τους. Ευγνωμοσύνη για τα αυτονόητα, όπως το να τους μιλήσει με σεβασμό, να τους εξετάσει με προσοχή και να τους δώσει φάρμακα με σαφείς οδηγίες. Αξιοπρέπεια, γιατί από… το τίποτα που διέθεταν μέσα στις άθλιες συνθήκες που διαβιούσαν, πάντα έβρισκαν τρόπο με λουλούδια ή χειροποίητα γλυκά και παραδοσιακά φαγητά να ευχαριστούν όλο το Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό. Διαπίστωνε διαρκώς, έστω με σκληρό τρόπο, ότι ο άνθρωπος βρίσκει τη δύναμη και δεν γονατίζει όταν πρόκειται για την επιβίωσή του.

Και με την οικογένειά της; Η Κλειώ ένιωθε ευγνωμοσύνη για τον Άλκη, που όχι μόνο δεν στάθηκε εμπόδιο στις επιλογές της, αλλά την ενθάρρυνε θερμά να τις κυνηγήσει. Της είχε δώσει μεγάλη ώθηση με μια από τις πιο γνωστές φράσεις – αποφθέγματα του Νίκου Καζαντζάκη «Φτάσε όπου δεν μπορείς!». Στην αρχή απόρησε. Σύντομα, όμως, κατάλαβε ότι ο Καζαντζάκης εννοούσε «Φτάσε εκεί που νομίζεις ότι δεν μπορείς να φτάσεις, με συνεχή προσπάθεια, κόπο, υπομονή και κυρίως πίστη στον εαυτό σου». 

Η Κλειώ πίστευε στον εαυτό της, αλλά πίστευε εξίσου και στον Άλκη. Τον λάτρευε. Και κάθε φορά, στις λίγες μέρες που επέστρεφε στο σπίτι τους, φρόντιζε να του υπενθυμίζει πώς είναι να κάνει σεξ με γυναίκα Ζυγό… με Ωροσκόπο Σκορπιό. Στις δύο τελευταίες συναντήσεις τούς είχε αποχωριστεί με δάκρυα στα μάτια. Της έλειπε πολύ η Ναταλία. Την επόμενη φορά επέστρεψε και δεν απομακρύνθηκε ούτε δευτερόλεπτο από τις αγκαλιές του άντρα και της κόρης της. Ενθάρρυνε, μάλιστα, τον Άλκη να κατανοεί και να αποδέχεται τους ανθρώπους, επιστρατεύοντας την ευγένεια, την ειλικρίνεια, την καλοσύνη και το χαμόγελό του. Στοιχεία του χαρακτήρα του ικανά να αποδυναμώσουν κάθε κακόβουλο. Άλλωστε και ο Κέβιν Σπέισι με σχετική ανάρτησή του στο Ίνσταγκραμ για τους τοξικούς ανθρώπους διεμήνυσε εμφατικά «Σκοτώστε τους… με την καλοσύνη σας».   

Η… βιτριολική ευχή του Κέβιν δεν βρήκε χώρο και χρόνο για να υλοποιηθεί. Η νέα χρονιά μπήκε… αγριεμένη. Στην πόλη Wuhan της επαρχίας Hubei, στην Κίνα, άρχισε να καταγράφεται μεγάλος αριθμός κρουσμάτων πνευμονίας. Στις 9 Ιανουαρίου 2020 οι υγειονομικές αρχές της Κίνας ανακοίνωναν ότι πρόκειται για ένα νέο στέλεχος κορωνοϊού (2019-nCoV), που προκαλεί σοβαρές αναπνευστικές λοιμώξεις στον άνθρωπο. 

Ο ιός εξαπλώθηκε ταχύτατα. Με συνοπτικές διαδικασίες έδειχνε να εξουδετερώνει ακόμη και τις πιο προχωρημένες δομές Υγείας σε όλον τον πλανήτη. Η ζοφερή εικόνα με τον μεγάλο αριθμό των κρουσμάτων –ευπαθείς ομάδες με υποκείμενα νοσήματα–, των διασωληνωμένων στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και των νεκρών σε παγκόσμια κλίμακα είχε όλα τα χαρακτηριστικά της πανδημίας ή μιας εμπόλεμης περιόδου. Οι επιστήμονες ανά τον κόσμο αφιερώθηκαν στην αναζήτηση φαρμάκου και εμβολίου. Το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητά τους θα μπορούσε να κριθεί σε βάθος δύο τουλάχιστον χρόνων, δεν άφηνε και μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας…
Η Ελληνική κυβέρνηση, έχοντας σοβαρότατες ευθύνες από την προηγούμενη θητεία της για την εικόνα διάλυσης των Δημόσιων Νοσοκομείων, δεν είχε άλλη επιλογή. Κινήθηκε με βάση τα δεδομένα που είχε στα χέρια της σχετικά με τις ικανότητες και τις αντοχές της χώρας. Θυσίασε την Εθνική οικονομία για να σωθούν ζωές. Έκλεισε σχολεία, καταστήματα, εκκλησίες, χώρους συνάθροισης. Απέκλεισε πτήσεις από και προς συγκεκριμένους προορισμούς στο εξωτερικό. Έβαλε σε καραντίνα πόλεις και χωριά. Απομάκρυνε τους ανθρώπους από κάθε είδους κοινωνική επαφή με απαγορευτικά μέτρα για την κυκλοφορία. Επέβαλε τη χρήση μάσκας και τα γάντια, που λίγες μέρες νωρίτερα χαρακτήριζε αχρείαστα. Ο Πρωθυπουργός με αλλεπάλληλα διαγγέλματα επιδίωξε την προσωπική προβολή και τη διατήρηση των κεκτημένων της κυβέρνησής του, που δυστυχώς είχε πρωτοστατήσει στην οικονομική καταστροφή της χώρας. Η υπογραφή απάνθρωπων οικονομικών μνημονίων και η άνευ όρων υποταγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συνιστούσαν εγκλήματα, εφόσον οδήγησαν –μεταξύ άλλων– και στην εμφανή ανεπάρκεια του Εθνικού Συστήματος Υγείας να διαχειριστεί μια τόσο μεγάλη κρίση. 

Στο μυαλό του Άλκη ήλθε συνειρμικά το αλληγορικό μυθιστόρημα για την επάρατη νόσο του Ναζισμού "Πανούκλα". Ο Αλμπέρ Καμύ έγραψε το βιβλίο του κατά την διάρκεια της δεκαετίας του '40. Μιας δεκαετίας που γνώρισε την άνοδο και τις επιπτώσεις του φασισμού, τον πόλεμο, εκατομμύρια θανάτους, εκτοπισμούς και το Ολοκαύτωμα. Η πανδημία που επινόησε μπορούσε εύκολα να ταυτιστεί με τα δεινά του πολέμου και η ίασή της με την ήττα των Γερμανών και των συμμάχων τους. 
Το τέλος του βιβλίου είναι συγκρατημένα αισιόδοξο. Η πανούκλα περιορίζεται και οι άνθρωποι αγκαλιάζονται στους δρόμους ανακουφισμένοι. Ο Γιατρός Bernard Rieux, όμως, είναι ανήσυχος. Αναλογίζεται ότι αυτή η χαρά δεν είναι ποτέ σίγουρη! Ξέρει καλά αυτό που αγνοεί το χαρούμενο πλήθος. Ότι τίποτε δεν είναι οριστικό. Ότι η συνεχής επαγρύπνηση είναι η μόνη προστασία που διαθέτουμε απέναντι στις κάθε είδους πανδημίες, είτε πρόκειται για ολοκληρωτικά καθεστώτα είτε για θανατηφόρους ιούς…
Ο Άλκης είχε διαβάσει ως φοιτητής το βιβλίο. Είχε, μάλιστα, ταυτιστεί με τον ήρωά του τον Γιατρό Bernard Rieux. Το είχε προτείνει και στην Κλειώ στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας τους. Ωστόσο, οι δυο τους προσέγγισαν διαφορετικά την έκτακτη αυτή κατάσταση της πανδημίας του ιού SARS-CoV-2.
Η Κλειώ, με νωπές τις σκληρές εμπειρίες της από μέτωπα και μετόπισθεν πολέμων, συντάχθηκε με τα μέτρα της κυβέρνησης. Πειθάρχησε και πήρε τη θέση της στην πρώτη γραμμή του πυρός. Όπως ήταν φυσικό, την ακολούθησε αμέσως και ο Άλκης με αρκετή όμως αμφισβήτηση και περισυλλογή για τα σκληρά μέτρα περιορισμού των ατομικών ελευθεριών. Ήταν εξαιρετικά ανήσυχος για τις μελλοντικές επιπτώσεις τους στην κοινωνία και την οικονομία. Τελικά, υπερίσχυσε μέσα του το χρέος και η επιθυμία να δώσει αυτή τη μάχη μαζί με τη γυναίκα του. Να βοηθήσουν όσους ανθρώπους είχαν την ανάγκη τους και να σώσουν όσους περισσότερους μπορούσαν.
Γνώριζαν πολύ καλά ότι οι Γιατροί και οι Νοσηλευτές που κάνουν σωστά τη δουλειά τους, θα μπορούσαν να κρατήσουν όρθια την κοινωνία. Μια δουλειά που κάποιες φορές μπορεί να βάζει σε κίνδυνο και τη δική τους υγεία. Και εφόσον οι δυο τους ήταν πλέον μαζί δεν πτοήθηκαν. 
 
Ο Άλκης, στου δρόμου τα μισά για τα τρίτα του… –ήντα αναπολούσε τη ζωή του και ένιωθε γεμάτος. Δεν παρέλειπε, ωστόσο, να ρίχνει και τις στροφές του, χορεύοντας το ζεϊμπέκικο Ο παλιός στρατιώτης… 

…Και ο Αλέξανδρος σκιαγραφούσε με λίγα αλλά ουσιώδη λόγια το πορτραίτο του φίλου του.  
─ Ο Άλκης δεν πίστεψε ποτέ στα όμορφα τα λόγια τα μεγάλα. Πιστεύει μόνο στις πράξεις. Επέλεξε φίλους και αγαπημένους με κοινό γνώρισμα τη συνέπεια λόγων και πράξεων. Έτσι, μέχρι στιγμής εισπράττει αγάπη και εκτίμηση από μένα, τον Αντώνη, τα τρία παιδιά του, τα δύο εγγόνια του, τον γαμπρό του και τις… τρεις γυναίκες του. Τις δύο επίσημες, τη Μελίνα και την Κλειώ και την τρίτη παραλίγο γυναίκα του, τη Νεφέλη. Λατρεύει τα παιδιά και τα εγγόνια του. Εκτιμά και υμνεί τις γυναίκες του. Ως γνήσιος σινεφίλ τη Μελίνα την προσομοιάζει με τη Μαριόν Κοτιγιάρ, τη Νεφέλη με την Τζένιφερ Λόρενς και την Κλειώ με την Μπάρμπαρα Πάλβιν. Όταν τον ρωτάμε με νόημα τι ακριβώς βλέπει στην παλιά του αδυναμία Κίρα Νάιτλι και τι στη νέα του μούσα Σοφί Αλεξάνδρα Σκέλτον, απαντά ότι τον καθηλώνουν και τον μαγνητίζουν με το εκφραστικό τους πρόσωπο και το αφοπλιστικά όμορφο χαμόγελό τους. Αυτά είναι τα σταθερά κριτήρια της αισθητικής του. Ποιος ξέρει στα εξήντα πέντε και βάλε τον έχω ικανό να ψάχνει για κάποια εγχώρια αντίγραφά τους στη Θεσσαλονίκη… Ο Άλκης ποτέ δεν αποκλείει ένα τέτοιο δώρο ζωής... Τελικά, ο φίλος μου μπορεί να μην έχει τη δημοσιότητα του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά, τηρουμένων των αναλογιών, ζει τη ζωή του όπως τη ζούσε ο αείμνηστος Ανδρέας. Ως ροκ σταρ… 

Ο Αλέξανδρος

Ο Αλέξανδρος έβλεπε πάντα στο πρόσωπο της γυναίκας του… την Αλίσια Βικάντερ. Μπορεί να είχε περιοριστεί το ερωτικό πάθος των πρώτων χρόνων, αλλά η σχέση τους διατηρήθηκε σε αξιοζήλευτο επίπεδο. Ο γιος τους Paul μεγάλωνε σε ένα περιβάλλον αγάπης και ελευθερίας. 
Η σκέψη για τη συνταξιοδότησή του δεν τον απασχολούσε ιδιαίτερα. Είχε ακόμη υψηλό κίνητρο να εργάζεται σε μια σύγχρονη κατασκευαστική εταιρεία. Ζούσε σε μια προηγμένη χώρα που αντιμετώπιζε με τον δέοντα σεβασμό τα δικαιώματα των πολιτών της, τουλάχιστον αυτών της πρώην Δυτικής Γερμανίας. Οι συνθήκες, ωστόσο, άλλαζαν άρδην, όταν επρόκειτο για τους… πρώην Ανατολικογερμανούς. Το Αμβούργο είχε πλέον εξελιχθεί σε μια λαμπερή πόλη.
Παρακολουθούσε με ξεχωριστό ενδιαφέρον τις αγαπημένες του ομάδες τον Παναθηναϊκό και τη Λίβερπουλ. Η Λίβερπουλ είχε πριν χρόνια αντικαταστήσει στην καρδιά του την ομάδα του Αμβούργου που δεν πήγαινε καλά. Η αγωνιστική της πορεία ήταν φθίνουσα και ο υποβιβασμός της τον Μάιο του 2018 στη Β’ Εθνική κατηγορία της Γερμανίας ήλθε σχεδόν νομοτελειακά. Όσες φορές, πάντως, ήθελε να εκτονωθεί στόλιζε τον Αλαφούζο για την κατάντια της ποδοσφαιρικής ομάδας του Παναθηναϊκού με απλές ή σύνθετες βρισιές από την πλούσια Ελληνική γλώσσα. Πανηγύριζε σαν μικρό παιδί τις επιτυχίες της ομάδας μπάσκετ του Παναθηναϊκού. 
Και έδειχνε ιδιαίτερα ευχαριστημένος από το προσωπικό του μπλογκ, το TimeLineAlex, κάθε φορά που κάλυπτε πολιτιστικές εκδηλώσεις –στο Αμβούργο η τέχνη λατρευόταν σε χώρους μαγικούς, Miniatur Wunderland, Museum mile, Μέγαρο Μουσικής Elphi– και έγραφε κριτικές κινηματογραφικών ταινιών, δοκίμια, νουβέλες. 
Ζούσε με άλλα λόγια… το δικό του παραμύθι.
Η Αθήνα ήταν –δικαιολογημένα– ο αγαπημένος του προορισμός στην Ελλάδα, εφόσον εκεί ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Του άρεσε πολύ να συναντάει τους φίλους και τους συμφοιτητές του. Φρόντιζε, μάλιστα, να συνδυάζει τα ταξίδια του με μεγάλους αγώνες της αγαπημένης του ομάδας στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ. 
Μία, όμως, από αυτές τις επισκέψεις του ήταν σχεδόν αναγκαστική. Και έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη του. 

Στις 7 Σεπτεμβρίου 1999 λίγο μετά το μεσημέρι σείστηκε η γη στην Αθήνα. Οι μετρήσεις έδειξαν σεισμό 5.9 Ρίχτερ, αλλά, επειδή ήταν επιφανειακός, σκόρπισε τον θάνατο. Ο απολογισμός τραγικός. 143 νεκροί, τουλάχιστον 700 τραυματίες, 40.000 άστεγες οικογένειες, 30 και πλέον καταρρεύσεις κτιρίων. Ανέδειξε, μάλιστα, με τρόπο δραματικό πόσο απρογραμμάτιστη και απάνθρωπη ήταν η λεγόμενη ανάπτυξη στην Ελλάδα, ώστε να θυσιάζει στον βωμό του κέρδους ακόμη και ανθρώπινες ζωές. 

Ο Αλέξανδρος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Κατέβηκε αμέσως στην Αθήνα και ενσωματώθηκε σε κλιμάκιο Μηχανικών για την καταγραφή των ζημιών. Οι εικόνες που εγγράφηκαν στο μυαλό του ήταν συγκλονιστικές. 
Και τότε συνειδητοποίησε για τα καλά ότι τα μπετά και τα σίδερα, που είχε επιλέξει να σπουδάσει στο Πολυτεχνείο αντί της Ιατρικής, είχαν και αυτά αίματα…, πολλά αίματα… 
Έμεινε στο ξενοδοχείο The Stanley. Στις λίγες ώρες ξεκούρασης το βράδυ ένιωθε τους τριγμούς του μεγάλου κτιρίου από τους συχνούς μετασεισμούς. Τις υπόλοιπες ώρες, όσο διαρκούσε το φως της μέρας, ήταν έξω στα χαλάσματα, για να ολοκληρώσει τη στενόχωρη όσο και επιμορφωτική αποστολή του. Κατά κανόνα συναντούσε στο Περιστέρι, όπου έκανε τους ελέγχους, φτωχούς ανθρώπους γεμάτους απόγνωση έξω από τα μισοκατεστραμμένα σπίτια τους. Τον παρακαλούσαν να μπει μέσα, για να τα δει, άλλοι για να τους καθησυχάσει, άλλοι για να προϋπολογίσει τις ζημιές, ώστε να επιδοτηθούν αργότερα από την πολιτεία. 

Η ανάγκη να ξεφύγει έστω και λίγο από τις ανθρώπινες τραγωδίες και τις εγκληματικές αυθαίρετες κατασκευές ήταν επιτακτική. Οι διέξοδοί του ήταν, όπως πάντα, το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. 
Την Κυριακή 3 Οκτωβρίου 1999 πήγε στο ΟΑΚΑ και είδε τον αγώνα Παναθηναϊκός-ΠΑΟΚ. Τελείωσε ισόπαλος 1-1. Η κακή του διάθεση δεν του επέτρεψε να χαρεί το παιχνίδι. Δύο πράγματα του έμειναν αξέχαστα. Ο ισχυρός μετασεισμός στο ημίχρονο του αγώνα και οι οργανωμένοι οπαδοί του ΠΑΟΚ. Ο μετασεισμός προκάλεσε μια ανατριχιαστική βοή στα μπετά του άνω διαζώματος του γηπέδου και του πάγωσε το αίμα. Οι νεαροί ως επί το πλείστον οπαδοί του ΠΑΟΚ επί δύο και πλέον ώρες δεν σταμάτησαν να φωνάζουν, να τραγουδούν, να χοροπηδούν –αδύνατον να αντιληφθούν τον μετασεισμό– και να εμψυχώνουν την ομάδα τους.
Την επόμενη επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Αντώνη στη Θεσσαλονίκη, πρωί πρωί.
─ Έλα, φίλε. Ήταν καλύτερη η ομάδα σου χθες. Έπρεπε να νικήσετε.
─ Αλέξανδρε, τι να το κάνω; Δεν έμαθες για το ατύχημα, έτσι; 
─ Ποιο ατύχημα, ρε Αντώνη;
─ Πριν λίγο το άκουσα στο ραδιόφωνο. Στον δρόμο της επιστροφής των οπαδών του ΠΑΟΚ έξι αετόπουλα από 17 έως 25 χρονών από τον Σύνδεσμο του Κορδελιού σκοτώθηκαν σε ατύχημα με το πούλμαν. Στα Τέμπη… σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη στροφή… 
Η άψυχη, σχεδόν σβησμένη φωνή του Αντώνη, η ανάμνηση της συγκλονιστικής παρουσίας των οπαδών του ΠΑΟΚ στον αγώνα λύγισαν τον Αλέξανδρο. Ήταν άδικο να χαθούν έξι νέα παιδιά. Πριν από λίγες ώρες είχαν σφρίγος, δύναμη, ζωή. Τον είχαν εντυπωσιάσει με το πάθος που έβγαζαν για την ομάδα τους. Έλεος…  
 
Το Σάββατο 9 Οκτωβρίου 1999 έπεισε τη συνάδελφό του Σοφία, που ήταν στο ίδιο μ’ αυτόν κλιμάκιο Μηχανικών, να τον συνοδεύσει στο κλειστό γήπεδο του ΟΑΚΑ. Έπαιζαν για το πρωτάθλημα μπάσκετ ο Παναθηναϊκός των Φώτση, Ρέμπρατσα, Κάτας, Μποντιρόγκα εναντίον της ΑΕΚ των Χατζή, Τσακαλίδη, Κακιούζη, Ντικούδη. Η Σοφία εντυπωσιάστηκε από την εκρηκτική ατμόσφαιρα, τα συνθήματα και τον παλμό του κόσμου. Επίσης έδειξε ενδιαφέρον και για τη μπουτίκ, που είχε στηθεί δίπλα στο κυλικείο με ρούχα αθλητικά και αναμνηστικά της ομάδας. 
Πήραν τις θέσεις τους και άφησαν τις αγορές για το τέλος. Ο αγώνας κρίθηκε μόλις στα τελευταία δευτερόλεπτα, όταν ο Μποντιρόγκα με υποψία βημάτων πέτυχε το καλάθι, που ουσιαστικά έδωσε τη νίκη στον Παναθηναϊκό με σκορ 64-62. 
Η Σοφία αντιλήφθηκε τα βήματα και τον πείραζε. Της εξήγησε ότι, αφού δεν τα είδαν οι διαιτητές, σωστά συνεχίστηκε το παιχνίδι. Χάρηκαν με τη νίκη, άφησαν τον περισσότερο κόσμο να φύγει και κατευθύνθηκαν προς τη μπουτίκ. 
Επέλεξαν γρήγορα κάποια δωράκια. Ακριβώς δίπλα τους ένα ζωηρό αγοράκι γύρω στα 10 μάλλον τους καθυστερούσε, αφού προσπαθούσε να πάρει τα πάντα. 

Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε από πίσω τους μια σχεδόν ικετευτική φωνή.
─ Αλέξανδρε…
Η σκηνή εκτυλίχθηκε με αργά κοντινά πλάνα. Γύρισαν ταυτόχρονα και οι τρεις. Η Σοφία, για να δει ποια γυναίκα καλούσε τον συνάδελφό της. Ο ίδιος, για να διαπιστώσει αν η γυναίκα απευθυνόταν σε εκείνον. Και ο μικρός, για να απαντήσει στη μητέρα του. 
─ Έλα, μαμά, σε παρακαλώ, τελειώνω σε λίγο. Δεν ξέρω πότε θα ξαναέλθουμε στην Αθήνα. Άφησέ με λίγο ακόμη.

Η γυναίκα δεν έδωσε σημασία στα λόγια του γιου της. Εστίασε αμέσως στον άντρα που στεκόταν δίπλα του. 
Ο Αλέξανδρος είχε σχεδόν παραλύσει. Είχε μπροστά του, ύστερα από 24 ολόκληρα χρόνια, το ίδιο θεϊκό πλάσμα. Ήταν όπως τότε με έναν ξεχωριστό αέρα ωριμότητας. Κινήθηκε αργά και ενοχικά προς το μέρος της. Προσπάθησε να συγκρατήσει τρέμουλο και δάκρυα. Την αγκάλιασε τρυφερά.
─ Λητώ… 

Η Λητώ ήταν πιο αυθόρμητη. Τον αγκάλιασε σφιχτά. Άφησε τα δάκρυά της να κυλήσουν. 
─ Αλέξανδρέ μου… Δεν πιστεύω στα μάτια μου… Σφίξε με, για να δω αν είναι αλήθεια αυτό που ζω… 

Ούτε που κατάλαβαν πόση ώρα έμειναν σφιχτά αγκαλιασμένοι. Ο μικρός Αλέξανδρος συνέχισε αμέριμνος τα ψώνια του. Η Σοφία παρακολουθούσε από απόσταση, μάλλον αμήχανα. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε τον συνάδελφό της στην αγκαλιά μιας γυναίκας άγνωστης ακόμη και ως όνομα.
Η Λητώ εξήγησε σύντομα στον Αλέξανδρο ότι κατέβηκε στην Αθήνα με τον γιο της, προκειμένου να αναθέσει σε συνεργείο την επιδιόρθωση των ζημιών του σπιτιού της γιαγιάς της. Η γιαγιά Μαρία δεν ήταν πια στη ζωή.
Αμέσως μετά με τον γνωστό γλυκό της τρόπο θέλησε να μάθει πράγματα για τη ζωή του. Και, όπως ήταν φυσικό, ξεκίνησε από τη Σοφία.
─ Να υποθέσω ότι η κοπέλα που σε συνοδεύει… είναι η γυναίκα σου;

Η αυτοεκτίμηση του Αλέξανδρου ανέβηκε.
─ Όχι, όχι, Λητώ μου. Η Σοφία είναι φίλη και νέα συνάδελφος Πολιτικός Μηχανικός. Είμαστε εδώ στην Αθήνα στο ίδιο κλιμάκιο του Υπουργείου για την καταγραφή των ζημιών από τους σεισμούς. 
─ Είναι πολύ όμορφη. 
─ Λητώ, δεν άλλαξες καθόλου. Πάντα ειλικρινής και γενναιόδωρη. 
─ Να πιθανολογήσω τώρα ότι έκανες οικογένεια;

Κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.
─ Έχω και δύο παιδιά. Η κόρη μου είναι στα 18 και ο γιος μου στην ηλικία του γιου σου…, του Αλέξανδρου.
─ Να υποθέσω τότε ότι αυτό ήταν το… κάτι πολύ μεγαλύτερο, που σε κράτησε μακριά μου μετά από τον Σταθμό; 
─ Ναι, Λητώ μου, ακριβώς έτσι είναι. Όμως, και εσύ βλέπω ότι τελικά προχώρησες μπροστά. Έκανες οικογένεια… 
─ Όχι, Αλέξανδρε. Έδωσα έμφαση στις σπουδές και στην ακαδημαϊκή μου καριέρα. Δεν παντρεύτηκα. Ωστόσο, ήθελα ένα παιδί και το απέκτησα με έναν άντρα που επέλεξα εγώ. Δεν συνέχισα μαζί του. Ο Αλέξανδρος είναι όλη μου η ζωή. Έχω τον δικό μου Αλέξανδρο, για να μονοπωλεί το ενδιαφέρον μου. Η μητέρα μου, βέβαια, είναι πάντα κοντά μας. 
─ Στον γιο σου δεν έδωσες το όνομα του πατέρα σου…
─ Βαφτίστηκε Αλέξανδρος-Παύλος (Paul). 

Ο Αλέξανδρος ζούσε τώρα εσωτερικό σεισμό πολλών ρίχτερ. Θέλησε να ελαφρύνει λίγο τη συζήτηση. 
─ Στο γήπεδο πηγαίνεις;
─ Αν πηγαίνω, λέει; Παρακολουθώ τους αγώνες της ομάδας του Αμβούργου. Σε φαντάζομαι να είσαι ο αρχηγός της, να την οδηγείς στις μεγάλες επιτυχίες της και εγώ από τα επίσημα να σε αποθεώνω. Ξέχασες όσα μου έλεγες; Στις 25 Μαΐου 1983 στον Τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης ανάμεσα στο Αμβούργο και τη Γιουβέντους ήμουν στο ΟΑΚΑ. Είχα μια κρυφή ελπίδα μήπως και σε συναντήσω. Σύντομα κατάλαβα πόσο δύσκολο θα ήταν κάτι τέτοιο.
─ Ήμουν και εγώ στο γήπεδο Λητώ. Είχε 60.000 κόσμο. Ήταν αδύνατο να βρεθούμε. 
─ Κράτησες το γράμμα μου; 
─ Το έχω διαβάσει αμέτρητες φορές. Και κάθε φορά πονάω. Όφειλα τότε να σου δώσω εξηγήσεις. Δεν το τόλμησα. Δεν ξέρω αν μετά από τόσα χρόνια με συγχώρησες. 
─ Όχι, όχι, δεν σου κράτησα κακία. Η αλήθεια είναι ότι πόνεσα, αλλά σε συγχώρησα. Άλλωστε, δεν θέλω να ξεχάσεις ποτέ ότι ήμουν, είμαι και θα είμαι «Η δική σου… Η ψυχή σου… Η αγαπημένη σου Λητώ…».  

Ο Αλέξανδρος λύγισε. Ήθελε να την ακούει. Ήθελε να της μιλάει. Ήθελε να μείνουν εκεί και να αναζητήσουν το νήμα που κόπηκε. Τα μάτια και των δύο ήταν κατακόκκινα. Ο μικρός Αλέξανδρος ανυπόμονος πλησίασε τη μητέρα του και την έστειλε στο ταμείο να πληρώσει. 

Η Σοφία είχε αναστατωθεί. Δεν ήξερε πώς να διαχειριστεί την κατάσταση. Διέκοψε όσο πιο διακριτικά μπορούσε τη συνομιλία τους και απομάκρυνε τον Αλέξανδρο από τη Λητώ. Δεν θέλησε τότε να μάθει κάτι περισσότερο. Άφησε την πρωτοβουλία στον Αλέξανδρο να δώσει εξηγήσεις, όταν θα ήταν έτοιμος. 
Με τη συμπλήρωση ενός και πλέον μήνα ολοκληρώθηκε η υπηρεσιακή αποστολή τού Αλέξανδρου στην Αθήνα. Είχε κάνει το χρέος του. Το Σάββατο 23 Οκτωβρίου του 1999 ανέβηκε στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ για την επιστροφή του.  
Στο λεωφορείο αυτή τη φορά είχε τη θέση 10, αλλά κάθισε από συνήθεια στην 9. Ένα πολύ όμορφο κορίτσι, γύρω στα 20, με το βλέμμα καρφωμένο στο κινητό της, με τσιχλόφουσκα στο στόμα και ακουστικά στα αφτιά, τον πλησίασε και του μίλησε χαλαρά.
─ Κύριε, πρέπει να σηκωθείτε… Κάθεστε στη θέση μου.
─ Συγγνώμη, έχετε δίκιο. Θα περάσω στη 10.
─ Έλα μωρέ… Δεν πειράζει… Μην κάνεις τον κόπο… Θα πάω εγώ πίσω… Έχει πολλές άδειες θέσεις.

Όσο του μιλούσε, δεν σήκωσε τα μάτια της από το κινητό της. Ήταν σίγουρος ότι δεν τον είχε δει καθόλου. Αλλά ακόμη και αν τον έβλεπε, δεν θα άλλαζε κάτι. Είχε ήδη πάρει την απόφαση να καθίσει πίσω. Συνειρμικά έκανε τη σύγκριση με τη Λητώ. Μετά χαμογέλασε και δικαιολόγησε το κορίτσι που προτίμησε τις πίσω άδειες θέσεις. 
Συνειρμικά και πάλι η τσιχλόφουσκά της του θύμισε το Χρηματιστήριο. Η ανοδική πορεία του είχε σταματήσει πριν από ένα μήνα, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1999. Μέχρι τότε είχε τεχνηέντως συνδεθεί με την ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική Νομισματική Ένωση (Ο.Ν.Ε.) και την προοπτική ανάληψης των Ολυμπιακών Αγώνων από την Αθήνα για το 2004. Ωστόσο, έσκασε σαν φούσκα, καταπίνοντας τις αποταμιεύσεις των μικροεπενδυτών. 
Η νέα εποχή είχε ήδη αρχίσει…  

Βολεύτηκε καλύτερα στη διπλή θέση. Έβγαλε από την τσάντα τις σημειώσεις του και σιγουρεύτηκε ότι όλες ήταν στη θέση τους. Με τη Λητώ είχαν ανταλλάξει τις διευθύνσεις και τα τηλέφωνά τους. Της υποσχέθηκε ότι θα επικοινωνούσαν συχνά. Και αυτή τη φορά κράτησε στο ακέραιο τον λόγο του.
Ο Αλέξανδρος και η Λητώ μιλούσαν τακτικά στο τηλέφωνο και μετά από μερικά χρόνια στο Skype. Η Δώρα ήξερε την ιστορία με λεπτομέρεια. Δεν ένιωσε να κινδυνεύει ούτε στιγμή. Η σχέση με τον άντρα της ήταν δοκιμασμένη. Ήξερε ότι κάθε τηλεφωνική τους επαφή λειτουργούσε σχεδόν ψυχαναλυτικά και για τους δύο. Το είχαν ανάγκη. Με τον τρόπο αυτό ο Αλέξανδρος λυτρώθηκε από… τη μεγαλύτερη ήττα της ζωής του. Η Λητώ σταδιακά έγινε φίλη αγαπημένη, πολύτιμο κομμάτι της ζωής του…

Ιανουάριος 2020

Αλέξανδρος Παπαδόπουλος
Πολιτικός Μηχανικός
Διαχειριστής του TimeLineAlex

......................................................


Τρέιλερ